ΓΡΑΦΕΙ Ο ΚΩΣΤΑΣ Δ. ΜΠΛΙΑΤΚΑΣ
Πότε πέρασαν κι έγιναν καπνός οκτώ ολόκληρα χρόνια από το θάνατο του μεγάλου Στέλιου Καζαντζίδη! Ανθρώπου που εξέφρασε, με τη φωνή του, όσο κανένας άλλος τον μετεμφυλιακό καημό της φτώχειας, της μετανάστευσης, κοντολογίς της μάχης για ζωή με αξιοπρέπεια.
Και να που με μεγάλες συναυλίες σε χώρους που χωράνε δεκάδες χιλιάδες κόσμου, όπως το Καλλιμάρμαρο και το Καυτανζόγλειο, μια ομάδα ομότεχνών του, πρώτης γραμμής, με πρωτοστατούσα την Μαρινέλλα, θα μας δώσουν την ευκαιρία να τον θυμηθούμε και να τον «ξαναζήσουμε». Μαζί της ο Γιώργος Νταλάρας, η Χάρις Αλεξίου, η Γλυκερία, ο Δημήτρης Μητροπάνος και ο Πασχάλης Τερζής.
Ο Καζαντζίδης, κυρίως για τους μη έχοντες και κατέχοντες και λιγότερο για το Κολωνάκι, είναι ακόμα και σήμερα σημείο αναφοράς για το ήθος του, πέρα από την αξία της φωνής του. Αυτό που κατάλαβε ο λαός στο πρόσωπο του Καζαντζίδη είναι η διαχρονική ισχύς του παλιού κανόνα: ένας αναίσχυντος μπορεί να φαίνεται σεμνός όταν το θέλει, όμως ο σεμνός δεν μπορεί να φανεί αναίσχυντος!
Θυμήθηκα με την ευκαιρία των εκδηλώσεων αυτών μια παλιά συζήτηση που είχα με τον Μίμη Παπαϊωάννου, τη δόξα της ΑΕΚ που μπορούσε να κάνει καριέρα και στο τραγούδι, όπως άλλωστε και ο άλλος σταρ του παρελθόντος, ο μέγας Μήτσος Παρίδης του «Δικεφάλου του Βορρά».
Ο Στέλιος, σύμφωνα με τον Μίμη Παπαϊωάννου, απέφευγε τις πολλές ανούσιες και πολύ περισσότερο τις κοσμικές συναναστροφές. Ακόμα και στο γήπεδο, εκεί που ήξερε ότι θα αποθεωθεί από τον απλό φίλαθλο, δεν πολυπήγαινε.
Λέει ο Μίμης:
Του έλεγα, έλα την Κυριακή στη Νέα Φιλαδέλφεια, είναι σπουδαίο το ματς, ντέρμπι με τα όλα του.
Αμέσως ο Καζαντζίδης με ρωτούσε:
«Θα έχει πολύ κόσμο , ε;».
Τι να του πω;
«Δεν θα μείνει εισιτήριο απούλητο Στέλιο».
Και ο Καζαντζίδης:
«Ασ' το, Μίμη. Δεν έρχομαι…».
Τον γνώρισα στην Ν. Φιλαδέλφεια σε μία προπόνηση. Ετσι κι αλλιώς και στο χωριό ξέραμε ότι ο Καζαντζίδης ήταν ένας τραγουδιστής που τον λάτρευε όλη η Ελλάδα. Ολοι ήμασταν Καζαντζιδικοί. Ονειρό μου ήταν να τον γνωρίσω και όταν ήρθα στην ΑΕΚ και αντιλήφθηκα ότι ο Νεστορίδης ήταν φίλος του, ζήτησα να μου τον γνωρίσει.
Τι συνδέει τώρα τη μεγάλη Ρεάλ του Πούσκας και του Ντι Στέφανο, τον Καζαντζίδη με την Μαρινέλλα και τον Μίμη Παπαϊωάννου; Ολα φαίνεται να αρχίζουν τον Μάιο 1964, όταν έγινε το φιλικό ματς ΑΕΚ - Ρεάλ Μαδρίτης.
Σαν χθες το θυμάμαι, ήταν μέρα Τετάρτη Μεγάλη, τιμή για μας να παίξουμε με τη Ρεάλ. Πού να τη βρούμε; Για να λέω και την αλήθεια, ήμουν και λίγο τυχερός, γιατί γινόταν μερικές κόντρες και η μπάλα ερχόταν συνέχεια μπροστά μου! Είχα όμως και το πάθος της διάκρισης με αποτέλεσμα να βάλω δύο γκολ στη Ρεάλ! Το ματς έληξε 3-3. Ομάδες σαν τη Ρεάλ όταν εντοπίζουν ένα ταλέντο ενεργοποιούν τους μάνατζερ και έτσι πολύ γρήγορα μου έγινε προσφορά.
Οι εφημερίδες έγραφαν «Τρία εκατομμύρια δίνει η Ρεάλ στην ΑΕΚ και 750.000 δραχμές στον Παπαϊωάννου για τριετές συμβόλαιο».
Φοβόντουσαν όμως οι σύμβουλοι τον κόσμο. Μόλις είχα αρχίσει να φαίνομαι στην ΑΕΚ και να είμαι ο άνθρωπός τους, οπότε σκέφτονταν τις αντιδράσεις. Οι της Ρεάλ άφησαν το συμβόλαιο στο Χίλτον και είπαν «απαντήστε μας μέχρι τις 10 Σεπτεμβρίου». Τελικά η ΑΕΚ απάντησε ότι θέλει… δέκα εκατομμύρια και η Ρεάλ βέβαια απέσυρε το ενδιαφέρον της. Ολα τα είπε ο Σεβαστάκης ο γενικός αρχηγός:
«Μίμη, θα τρώγαμε ξύλο αν έφευγες από την ΑΕΚ»!
Εκείνες τις μέρες ήμασταν με τον Στέλιο στον Μακρύγυαλο Κατερίνης. Ηταν καλοκαίρι. Και μου έλεγε ο Καζαντζίδης: «τώρα θα πας εκεί στα μεγαλεία της Ρεάλ» και ήταν μαζί μου πολύ χαρούμενος. Και γυρίζουμε στην Αθήνα και μου λένε το «όχι, δεν μπορείς να πας εκεί».
Ο Καζαντζίδης το είχε πάρει προσωπικά για να με βοηθήσει:
«Μου είπε ο Νικολόπουλος ότι τραγουδάς. Ετοιμαζόμαστε για να πάμε στη Γερμανία, για 20 παραστάσεις σε κάθε πόλη της Γερμανίας. Οχι μπουζούκια. Αν είσαι σωστός θα σε πάρω».
Εγώ μόλις άκουσα ότι θα πάμε στη Γερμανία οπότε θα ασκούσαμε και πίεση στην ΑΕΚ να με παραχωρήσει στη Ρεάλ, μου άρεσε. Λέω τώρα: «Ασε τις ντροπές γιατί όταν σου ζητά ο Καζαντζίδης να τραγουδήσεις μπροστά του ιδρώνεις»!
Κάναμε λοιπόν πρόβες με τον Νικολόπουλο σε ένα τραγούδι που έλεγε «Διάβασα το γράμμα σου και έκλαψα πικρά» κι αυτό του Καζαντζίδη. Είπα και κάτι εύκολα στην ερμηνεία κομμάτια όπως «Το δικό μου πάπλωμα».
Ο Στέλιος «γνωμάτευσε»: «Κοίτα σωστός είσαι, αλλά θες πρόβες».
Δούλεψα πολύ, βελτιώθηκα και πήγα στη Γερμανία όπου ένιωσα ότι παίζω εντός έδρας αφού εκεί υπήρχαν πολλοί Βορειοελλαδίτες οι οποίοι με ήξεραν.
Και μάλιστα η παρουσιάστρια έλεγε «ακούστε τώρα έναν που τον γνωρίσατε σαν ποδοσφαιριστή αλλά θα τον χειροκροτήσετε και σαν τραγουδιστή».
Η Μαρινέλλα, τεράστια φωνή από τότε, είδε ότι «κάτι έκανα» αλλά φοβόταν μην πάθω τρακ. Και είχε δίκαιο. Ο Στέλιος της έλεγε: Τι τρακ να πάθει αυτός που εμφανίζεται σε τόσες χιλιάδες κόσμο στο γήπεδο. Και αυτή επέμενε και είχε δίκαιο ότι άλλο το ένα και άλλο το άλλο.
Μόλις όμως έβγαινε ο Καζαντζίδης, έβαζε τα κλάματα ο κόσμος. Ξεκίναγε με τις «Φάμπρικες της Γερμανίας». Ακόμη και ο Νεστορίδης δάκρυζε αν και δεν μπορούσε να τραγουδήσει. Αυτό γινόταν σε όλες τις παρουσιάσεις. Παίζαμε ακόμα και σε γήπεδα μπάσκετ. Και εκεί γεμάτα ήταν. Παίζαμε Παρασκευή –Σάββατο –Κυριακή και τις άλλες μέρες καθόμασταν. Και εγώ στο ξενοδοχείο που ήμασταν στη Στουτγάρδη υπήρχε μία αλάνα με πράσινο και δέντρα και έπαιρνα μια μπάλα και έκανα ντρίμπλες στα δέντρα. Εκεί ανήκα εγώ. Στο ποδόσφαιρο. Γιατί ήξερα ότι στο βάθος δεν ήμουν τραγουδιστής.
Τελικά ο Μίμης Παπαϊωάννου επέστρεψε στην ΑΕΚ το καλοκαίρι του 1965. Αν και απροπόνητος, στο πρώτο του ματς σκόραρε κατά του Παναθηναϊκού. Αλλο τραγούδι και άλλο μπάλα…