Για τους νεαρούς φιλάθλους η κινηματογραφική αναβίωση του τελικού που διεξήχθη τον Μάιο του 1994 στην Αθήνα θα ήταν μία «ταινία εποχής», αλλά δεν ισχύει το ίδιο για τον Πεπ Γκουαρντιόλα. Από τη μία ο Καταλανός τυγχάνει ο νεότερος τεχνικός που κατακτά το Τσάμπιονς Λιγκ από την άλλη είναι τόσο παλιός, ώστε να έχει συμμετάσχει ως ποδοσφαιριστής σε εκείνο το εφιαλτικό βράδυ για την Μπαρτσελόνα. Δεν το ξέρει από διηγήσεις και διαβάσματα, αλλά το έχει βιώσει.
Η ιστορία έχει ως εξής: τον καιρό εκείνο ο Γιόχαν Κρόιφ είχε «υπογράψει» τη δημιουργία μιας «ντριμ τιμ» και η Μπάρτσα κατέβαινε στην αρένα για να αποτελειώσει την αποδεκατισμένη στην άμυνα Μίλαν (δίχως Μπαρέζι και Κοστακούρτα). Κανείς δεν τολμούσε να μιλήσει για φίφτι-φίφτι πιθανότητες, ειδικά από τη στιγμή κατά την οποία και ο ίδιος ο «ιπτάμενος Ολλανδός» είχε αποδεχτεί για λογαριασμό της ομάδας του τον τίτλο του απόλυτου φαβορί. Ομως, όταν η μπάλα έφυγε από τα λόγια και πήγε στο χορτάρι, οι Ιταλοί συνέτριψαν 4-0 τους «μπλαουγκράνα», με οδηγούς την ποδοσφαιρική ιδιοφυΐα του Ντέγιαν Σαβίτσεβιτς και την αγωνιστική πειθαρχία των συμπαικτών του.
Εκείνο το βράδυ οι Καταλανοί βρέθηκαν εκτός τόπου και χρόνου και ταυτόχρονα σφραγίστηκε μία χρυσή πενταετία της Μπαρτσελόνα. Ο Πεπ Γκουαρντιόλα, λοιπόν, από προχθές ξέρει πολύ καλύτερα από οποιονδήποτε ότι σημασία σε έναν τελικό δεν έχει αν η... ούγια γράφει «φαβορί», ούτε η μοιρολατρία για τις απουσίες που έχεις. Επίσης, ο Γκουαρντιόλα ξέρει πόσο σημαντικό, ευεργετικό και λυτρωτικό είναι να μεταφέρεις το άγχος στο αντίπαλο στρατόπεδο.
Ο τελικός της Ρώμης είχε ομοιότητες με τον προ 15ετίας τελικό στην Αθήνα, με την ειδοποιό διαφορά ότι η Μπαρτσελόνα δεν είχε τον ίδιο ρόλο. Στην Αθήνα σφυροκόπησε στο πρώτο δεκάλεπτο τους «ροσονέρι», όμως το γκολ του Ντανιέλε Μασάρο έβαλε τα πράγματα στη θέση τους και δρομολόγησε τον θρίαμβο της Μίλαν. Ενα γκολ, το οποίο «κατεδάφισε» την αυτοπεποίθηση των συμπαικτών του Γκουαρντιόλα, των σταρ συμπαικτών του. Η πίστη τους στο τρόπαιο βυθίστηκε ταχύτερα και από τον «Τιτανικό»!
Στο «Ολίμπικο», η Μάντσεστερ Γιουνάιτεντ μπήκε με οίστρο στο παιχνίδι και ο Κριστιάνο Ρονάλντο έδωσε την αίσθηση -ψευδαίσθηση όπως αποδείχτηκε- ότι είναι αποφασισμένος να πάρει μόνος του την παρτίδα. Ωστόσο το γκολ του Σάμουελ Ετό ήταν σαν βελονιά που τρύπησε τη φούσκα και συνάμα ανέβασε την αυτοεκτίμηση και την αυτοπεποίθηση των ποδοσφαιριστών του Γκουαρντιόλα. Ασυνήθιστο για την ομάδα του σερ Αλεξ Φέργκιουσον να «εξατμίζεται» τόσο εύκολα, πλην όμως πραγματικό. Η τρικυμία εν κρανίω και εν... αμύνη ήταν ορατή διά γυμνού οφθαλμού.
Ο Βίντιτς δεν μπορούσε να συνεννοηθεί με τον Φαν ντερ Σαρ και ο Εβρά αδυνατούσε να μεταβιβάσει σωστά την μπάλα στον Ρούνεϊ, ο οποίος βρισκόταν σε απόσταση πέντε μέτρων. Η αύρα του φαβορί -έτσι είχε αναγορευτεί η Γιουνάιτεντ- είχε πάει περίπατο και η νύχτα θύμισε το 1-4 της Λίβερπουλ στο «Ολντ Τράφορντ». Η υπεροχή της Μπάρτσα δεν αποτυπώθηκε με τόσο ευρύ σκορ, ωστόσο έφτανε και περίσσευε για το στέμμα η κεφαλιά του Μέσι (που νίκησε στον αέρα τον Φέρντιναντ). Εάν δεν ήταν, πάντως, σε καλή βραδιά ο Φαν ντερ Σαρ και αν η μπάλα σε κάποιες καίριες στιγμές δεν βρισκόταν σε πόδια που δεν φημίζονται για την έφεσή τους στο σκοράρισμα (λ.χ. ο Πουγιόλ), η ήττα για τους «κόκκινους διαβόλους» θα ήταν ταπεινωτική.
Δεν γινόταν να είναι αντεστραμμένοι οι ρόλοι νικητή - ηττημένου από τη στιγμή που στην Μπαρτσελόνα δύσκολα έβρισκες παίκτη που υστερούσε, σε αντίθεση με την αγγλική ομάδα όπου ήταν δύσκολος ο εντοπισμός διακριθέντων.
Να επισημάνουμε εδώ τη νοσταλγία των φίλων της Μάντσεστερ Γιουνάιτεντ για τον... Ρόι Κιν. «Φώναζε» προχθές η απουσία ενός τέτοιου ηγέτη, που αν έβλεπε τον Ρονάλντο να παίρνει «επ' ώμου» όλες τις προσπάθειες και να τις σπαταλά και αν αντίκριζε τον Μπερμπάτοφ να κινείται σαν κουρασμένος γέροντας, όλο και κάποιον θα είχε αρπάξει από τον λαιμό! Ακόμη και κυριολεκτικά. Σε κάθε περίπτωση κάτι θα έκανε για να αφυπνίσει την ομάδα του.
Οφείλω να ομολογήσω ότι στις τρεις δεκαετίες και βάλε που παρακολουθώ ποδόσφαιρο, σπάνια έχω δει ομάδα να σηκώνει το κορυφαίο διασυλλογικό τρόπαιο και όλοι να της βγάζουν το καπέλο. Η φετινή Μπάρτσα έτυχε καθολικής αποδοχής και ως ομάδα ήταν πληρέστερη από εκείνη του 2006. Τότε είχε μεν τον Ροναλντίνιο, αλλά συγχρόνως και αχίλλειες πτέρνες. Η τωρινή «ντριμ τιμ», η οποία σημειωτέον είναι η πρώτη στα ποδοσφαιρικά χρονικά της Ισπανίας που πετυχαίνει το τρεμπλ, ικανοποιεί και τους πλέον απαιτητικούς. Η αυτοπεποίθηση που διακρίνει την Μπάρτσα είναι συνυφασμένη με την καλοκαιρινή κατάκτηση του Euro από την Ισπανία. Ο Τσάβι, ο Ινιέστα και ο Πουγιόλ ήταν ανέκαθεν καλοί παίκτες, αλλά πλέον ξεχειλίζουν από εμπιστοσύνη στα πόδια τους κι έχουν αποτινάξει την ταμπέλα των λούζερ που τους είχαν κρεμάσει λόγω των αποτυχιών της ομάδας των «φούριας ρόχας».
Αυτή η Μπαρτσελόνα είναι ικανή –με σωστή διαχείριση του φετινού επιτεύγματος– να καταστεί η πρώτη ομάδα με δύο διαδοχικά Κύπελλα Τσάμπιονς Λιγκ. Να το σηκώσει, μάλιστα, μέσα στο «Μπερναμπέου». Να καταφέρει, δηλαδή, ό,τι δεν κατάφερε η Μάντσεστερ του 2009.