Πέρασαν ακριβώς 18 χρόνια από τη μέρα που ένα αμούστακο παιδί έκανε ντεμπούτο με τη φανέλα της Μάντσεστερ Γιουνάιτεντ. Μπήκε αλλαγή σε ένα ματς με την Εβερτον, το οποίο τελείωσε με ήττα 2-0 και πολλές αποδοκιμασίες προς το πρόσωπο του Αλεξ Φέργκιουσον.
Σήμερα ακούγεται εξωφρενικό, αλλά, με τη Γιουνάιτεντ στην ένατη θέση και χωρίς πρωτάθλημα επί 24 χρόνια, εκείνη η ήττα (μία από τις δέκα συνολικά της χρονιάς) έμοιαζε να ξεχειλίζει το ποτήρι της υπομονής για τον κόσμο. Ποιος να φανταζόταν πως αυτό το 17χρονο παιδί που έπαιρνε το βάπτισμα του πυρός θα κατακτούσε το 29ο μετάλλιό του με αυτή την ομάδα, παίζοντας το 791ο παιχνίδι του σχεδόν δύο δεκαετίες αργότερα.
Ο Ράιαν Γκιγκς αποτελεί τη ζωντανή απόδειξη του πόσο μακριά μπορείς να φτάσεις αν έχεις ταλέντο το οποίο -όμως- δεν θα το αφήσεις στην τύχη του. Τώρα πια, στα 36 του σχεδόν, αγωνίζεται λιγότερο από παλιά, δεν έχει την ταχύτητα που τον ξεχώριζε από τα άλλα παιδιά, δεν κάνει τις κούρσες που αποτελούσαν σήμα κατατεθέν στις βραδιές του Τσάμπιονς Λιγκ, αλλά παρ' όλα αυτά η συμβολή του σε αυτή την υπερομάδα που έχει χτίσει ο Φέργκιουσον δεν αμφισβητείται.
Τώρα πια η μπάλα περνά πολύ περισσότερο από τα πόδια του ως κεντρικός μέσος. Τον είδα μέσα στο γήπεδο να παίζει κόντρα στην Ιντερ με την ηρεμία και την αυτοπεποίθηση που του δίνει η γνώση της αξίας του. Τον παρακολούθησα ξανά, πάλι μέσα στο γήπεδο, να μη ζορίζεται στον τελικό του Λιγκ Καπ και να κάνει ένα τόσο μεστό παιχνίδι, χωρίς ούτε μία λάθος πάσα! Οταν χρειάστηκε, εκτέλεσε και το πρώτο πέναλτι.
Σε αυτή την ηλικία ακόμη και ο Φέργκιουσον σκεφτόταν αν άξιζε να του δώσει επέκταση στο συμβόλαιο, για μία ακόμη χρονιά. Ο Γκιγκς με τη φετεινή απόδοσή του επιβεβαιώνει πως όμοιός του ίσως και να μην ξαναπεράσει από το «Ολντ Τράφορντ». Σύμφωνοι, δεν έχει την κλειστή ντρίμπλα του Μπεστ ούτε το σουτ του Μπόμπι Τσάρλτον, την εκτελεστική δεινότητα του Ντένις Λόου, την ψυχή του Κιν και του Ρόμπσον, τη σέντρα και τα φάουλ του Μπέκαμ, τη φινέτσα του Καντονά.
Αλλά ποιος άλλος έχει τέτοια διάρκεια στην καριέρα του και μάλιστα στη μοντέρνα εποχή των δεκάδων συνεχών αγώνων; Ποιος έχει πάρει τόσους τίτλους, ποιος έχει σκοράρει σε 12 σερί σεζόν στο Τσάμπιονς Λιγκ, σε 19 σερί σεζόν στο αγγλικό πρωτάθλημα, ποιος έχει μεγαλύτερη συμβολή από αυτόν στην εγκαθίδρυση της σύγχρονης δυναστείας των «κόκκινων διαβόλων» από το 1993 και ύστερα;
Ενα παιδί που είχε το θάρρος ν' αλλάξει το όνομά του από Γουίλσον σε Γκιγκς για να ξέρει ο κόσμος πως είναι παιδί της μητέρας του, όταν οι γονείς του χώρισαν, έμοιαζε από την αρχή πως ήταν ξεχωριστό. Και ακόμη δεν δείχνει διάθεση να βάλει τους τίτλους τέλους. Αποδεικνύεται σημαντικό γρανάζι στην πιο πλούσια σε ταλέντο ομάδα που είχε η Γιουνάιτεντ ποτέ στην ιστορία της.
Βιώνοντας τη μοναδικότητα της στιγμής
Μπορεί να μην έχει την αύρα του παλιού σταδίου, αλλά το νέο «Γουέμπλεϊ» είναι πια ένα πραγματικά απολαυστικό γήπεδο. Εύκολο στην πρόσβαση, πολύ λειτουργικό και εξαιρετικά καθαρό, σε κερδίζει αμέσως. Σου προκαλεί θλίψη οποιαδήποτε σύγκριση με την Ελλάδα.
Μία σκηνή άξιζε όλα τα λεφτά, όταν ένας αστυνομικός άρπαξε όπως τα γατιά από τον σβέρκο έναν τύπο που προσπάθησε να ανάψει τσιγάρο και να το κρύψει κάτω από το μπουφάν του. Μόλις το τσιγάρο τού έπεσε, ο αστυνομικός τού έκανε νόημα με το χέρι να απομακρυνθεί. Μία εικόνα λίγων δευτερολέπτων που εξηγεί πολλά, σε μια χώρα που η αστυνομία ξέρει να κάνει τη δουλειά της αν και άοπλη. Ομως τηρεί τον νόμο.
Ο αγώνας από μόνος του δεν έλεγε κάτι το ιδιαίτερο, αλλά και μόνο που έβλεπες ένα γεμάτο γήπεδο με σημαίες, κασκόλ, συνθήματα, έκανε εξαιρετικό αμπαλάζ. Μεγάλης ηλικίας άνθρωποι, παιδιά με τους γονείς τους, ζευγάρια, παρέες, διασκέδαζαν αυτό που έβλεπαν. Μαζί. Δίπλα ο ένας στον άλλον, από το τρένο μέχρι τον περιβάλλοντα χώρο του γηπέδου. Αντίπαλοι ναι, εχθροί όχι.
Η έκφραση «enjoy the game» συνόδευε σχεδόν κάθε κουβέντα που άκουγες, από τον τύπο που πουλά τα προγράμματα και τα κασκόλ μέχρι τον εκφωνητή του γηπέδου που έλεγε τις συνθέσεις και από τον steward που σου έδειχνε τη θέση που κάθεσαι μέχρι αυτόν που σε σέρβιρε καφέ. Σε ένα γήπεδο που δίνει τη δυνατότητα σε οποιονδήποτε να φάει επιλέγοντας ένα καλό εστιατόριο είτε κάτι πρόχειρο από τις δεκάδες επιλογές, του οποίου η θέα από οποιοδήποτε σημείο είναι εξαιρετική παρά την τεράστια χωρητικότητά του, ζεις πραγματικά το παιχνίδι.
Το ότι τελικά η Μάντσεστερ Γιουνάιτεντ και η Τότεναμ δεν πρόσφεραν ένα αξέχαστο ματς ελάχιστη σημασία είχε. Μάλιστα, η διαδικασία των πέναλτι στο τέλος έκανε πιο δραματική την εξέλιξη, αλλά επί της ουσίας δεν άλλαξε κάτι. Αυτό που βιώνεις σε μία τέτοια περίπτωση είναι η μοναδικότητα. Η γιορτή που σε εμάς δεν υπάρχει εδώ και χρόνια σε κανένα επίπεδο στον αθλητισμό. Και αυτό είναι το μεγαλύτερο τίμημα που πληρώνουμε, μμια και για χρόνια οι κρατούντες επέλεξαν τον κάθε λογής χουλιγκάνο ως πελάτη αντί για τον πραγματικό οπαδό που θα είναι πρώτα απ’ όλα φίλαθλος.
Είχε διαβάσει τα SOS
Το μυστικό του Μπεν Φόστερ στον τελικό του Λιγκ Καπ ίσως να διαβάσατε στις εφημερίδες πως ήταν ένα ipod. Ο Αγγλος γκολκίπερ, που αναδείχτηκε σε man of the match, αποκάλυψε πως λίγο πριν αρχίσει η διαδικασία των πέναλτι «μελέτησε» παλιότερα χτυπήματα κυρίως του Τζέιμι Ο'Χάρα, τον οποίο τελικά «ψάρεψε» στην κρίσιμη στιγμή. Σαν να λέμε διάβασε καλά τα SOS θέματα.
Χθες η ΦΙΦΑ διευκρίνισε πως δεν υπάρχει τίποτα το μεμπτό σε αυτή την τακτική, μια και δεν αντιτίθεται στους κανόνες του παιχνιδιού να χρησιμοποιούν την τεχνολογία οι παίκτες. Ο διαιτητής, όμως, αλλά και οι βοηθοί του επίσημα δεν μπορούν και αυτό είναι κάτι που ακόμη δεν εξηγείται από την κοινή λογική!
Αν και από πλευράς επιλογής μυστικού όπλου ο Φόστερ παίρνει άριστα, δεν είναι ο πρώτος που είχε κάνει homework σε αυτό το ζήτημα. Το 2006 στο Βερολίνο, λίγο πριν από την έναρξη των πέναλτι στο ματς Γερμανίας - Αργεντινής στο Μουντιάλ, ο Λέμαν έβγαλε από την κάλτσα του ένα χαρτί με όλα τα μυστικά που αφορούσαν τους εκτελεστές της «αλμπισελέστε».