Το σενάριο του χθεσινού αγώνα ήταν εφιαλτικό για την Εθνική μας ομάδα. Στο πρώτο ημίχρονο ήμασταν καλύτεροι, μας παρουσιάστηκαν ευκαιρίες
-έστω και λίγες- να σκοράρουμε, δεν τα καταφέραμε και οι κακοί μέχρι πολύ κακοί Ουκρανοί έως το 70' εκμεταλλεύτηκαν μία φάση και κατάφεραν να πάρουν το ματς.
Αν σε τέτοια παιχνίδια δεν εκμεταλλεύεσαι τις ευκαιρίες σου, όπως αυτές του Γκούμα στο πρώτο και του Φύσσα στο δεύτερο ημίχρονο, κάποια στιγμή θα βρεθείς πίσω στο σκορ. Είναι απλή υπόθεση και το έχουμε δει πολλές φορές να συμβαίνει. Ακόμα όμως δεν έχει κριθεί τίποτα. Με το χθεσινό αποτέλεσμα χάσαμε οριστικά την πρώτη θέση, για τη δεύτερη όμως όλα είναι ανοικτά. Ελλάδα, Τουρκία και Δανία τρέχουν στα ίσια. Ο νικητής θα προκύψει στο ντεμαράζ, δηλαδή στα ματς του φθινοπώρου. Μετά τη νίκη τους επί της Αλβανίας μπήκαν για τα καλά και οι Σκανδιναβοί στο παιχνίδι.
Αυτό που μένει στο τέλος του αγώνα είναι και η σαφής αίσθηση ότι η Εθνική ομάδα στερείται φρεσκάδας. Αλλοι ποδοσφαιριστές είναι υπερφορτωμένοι με παιχνίδια όλη τη χρονιά και άλλοι δεν έχουν ματς στα πόδια τους. Αυτό έχει αποτέλεσμα κάποιοι από τους ποδοσφαιριστές της πρωταθλήτριας Ευρώπης να είναι κουρασμένοι κι άλλοι να μην μπορούν σε καμία περίπτωση να βρεθούν σε φουλ φόρμα. Παρά την ήττα από το χθεσινό ματς, θα μου μείνουν κάποια πράγματα, τα οποία πριν από λίγο καιρό ίσως να μην πίστευα ότι θα τα συναντήσω ποτέ στη χώρα μας.
Λίγο πριν από την έναρξη του αγώνα, στην ανάκρουση του εθνικού ύμνου της Ουκρανίας στο Καραϊσκάκη επικρατούσε απόλυτη σιωπή, δείγμα σεβασμού στους αντιπάλους.
Οταν βγήκε από τον αγωνιστικό χώρο ο Σεβτσένκο, όλο το γήπεδο τον χειροκροτούσε, παρά την απογοήτευσή του. Τρίτον, με τη λήξη του αγώνα ακούστηκε ένα παρατεταμένο χειροκρότημα αφιερωμένο στην Εθνική ομάδα, συνοδευόμενο από την ιαχή: «Δεν σταματώ να τραγουδώ ποτέ». Αν μη τι άλλο, αυτές είναι εικόνες που τις βλέπαμε στο εξωτερικό και μας φάνταζαν πολύ μακρινές από αυτές της ελληνικής πραγματικότητας. Αυτό πρέπει να κρατήσουμε από μία βραδιά που χάσαμε την πρώτη θέση και το μόνο που μας έμεινε είναι η τελική μάχη για τη δεύτερη.