Η χθεσινή μέρα ήταν δύσκολη. Μία από τις πιο δύσκολες που πέρασα ποτέ ως «γαύρος». Αυτή η ομάδα μού έχει προσφέρει τόσες χαρές, αλλά και τόσες λύπες. Χθες το μεσημέρι δεν ξέρω τι ακριβώς μου προσέφερε. Πραγματικά, δεν ξέρω. Στεκόμουν εκεί, μπροστά στον Ζιοβάνι, λίγες ώρες πριν φύγει.
Ημουν καθηλωμένος, σχεδόν σαστισμένος. Επρεπε κι εγώ να αποχαιρετήσω ένα φίλο. Επρεπε να αποχαιρετήσω αυτόν τον τύπο που έκανε τα έξι προηγούμενα χρόνια της ζωής μου ομορφότερα.
Ηταν κι αυτός εμφανώς συγκινημένος. Καλά καλά δεν είχε πιστέψει ότι φεύγει, ότι σε λίγες ώρες έπρεπε να μπει στο αεροπλάνο. Εκεί, δίπλα του, στεκόταν και ο Καστίγιο με μάτια βουρκωμένα. Εχανε κι αυτός το φίλο του. Εκεί και ο Ριβάλντο, έβλεπε το φίλο του κι αυτόν που τον έπεισε να έρθει στην Ελλάδα να τον αποχαιρετά.
Το κεφάλι μου πήγαινε να σπάσει. Και η δική μου καρδιά ήταν σφιγμένη. Κάπου κάπου, έχανα την επαφή με την πραγματικότητα. Τον έβλεπα μπροστά στα μάτια μου να σκοράρει εις βάρος της Ρεάλ Μαδρίτης και να τινάζει το ΟΑΚΑ στον αέρα. Τον έβλεπα να «κρεμάει» τον κακόμοιρο Μοντραγκόν στο ματς με τη Γαλατά. Τον έβλεπα να κάνει πάρτι στη μεσαία γραμμή και να δίνει με καταπληκτική ασίστ μισό γκολ στον «Τζόλε», για να σκοράρει εις βάρος του Παναθηναϊκού. Τον έβλεπα να βάζει το τέταρτο γκολ στη Λεωφόρο. Και μετά, ξανά, η επαφή με τη σκληρή πραγματικότητα. Ηταν εκεί μπροστά μου στο Red Store και αποχαιρετούσε όλους όσοι τον λάτρεψαν. Δεν μπορούσα να το χωνέψω. «Ρε Κόκκαλη, ας τον κράταγες, έτσι μόνο για να τον βλέπουμε», σκέφτηκα από μέσα μου.
Και τότε έρχεται η μεγάλη σκηνή. Η πανέξυπνη ιδέα της Puma και του Γιώργου Γλου. Παράδοση-παραλαβή. Ο Ζιοβάνι κρατάει στα χέρια του τη φανέλα του Ολυμπιακού με το Νο 10. Δεν γράφει όμως επάνω Ζιοβάνι, αλλά Ριβάλντο. Σοκάρομαι. Ο Ζιοβάνι τη δίνει στον Ριβάλντο και με τα μάτια του είναι σαν να λέει «αυτός είναι ο διάδοχός μου». Τρελαίνομαι. Θέλω αυτή τη φανέλα όσο τίποτε άλλο στον κόσμο. Η φανέλα με το 10 που ο Ζιοβάνι έδωσε με τα χέρια του στον Ριβάλντο χρίζοντάς τον διάδοχό του ήταν εκεί, μπροστά μου. Τη ζήτησα με τη λαχτάρα ενός μικρού παιδιού. Το καλύτερο δώρο που μου έγινε ποτέ, ήταν ήδη στα χέρια μου. Οι δύο Βραζιλιάνοι μού έδωσαν τη φανέλα της διαδοχής. Τη δίπλωσα με τρομερή ευλάβεια και την κράτησα σφικτά. Το καλύτερο δώρο της ζωής μου ήταν πλέον στα χέρια μου. Ο Ζιοβάνι με αποχαιρέτησε, μπήκε στο αυτοκίνητο και έφυγε για το αεροδρόμιο.
Φίλε, αντίο, σε ευχαριστώ για όσα μου προσέφερες όλα αυτά τα χρόνια. Σε ευχαριστώ που με έκανες να αγαπήσω ακόμα περισσότερο το ποδόσφαιρο. Φίλε, δεν θα σε ξεχάσω ποτέ...