Αν η Γιουνάιτεντ πάρει τον Παπαδόπουλο τώρα, άντε μέχρι τα 17, ξέρει πως μπορεί να τον δουλέψει και να τον διαμορφώσει έτσι ώστε να μη μείνει ταλέντο
Στο ματς με τη Χαλ ο Τζον Τέρι συμπλήρωνε ακριβώς δέκα χρόνια από την πρώτη παρουσία του στο γήπεδο με τη φανέλα της Τσέλσι. Αυτή είχε γίνει σε ένα παιχνίδι για το Λιγκ Καπ τον Οκτώβριο του 1998, όταν η Τσέλσι, τότε κυπελλούχος Ευρώπης, νίκησε την Αστον Βίλα 4-1. Ο Τέρι έπαιξε, δεν φάνηκε ιδιαίτερα, αλλά την επόμενη μέρα ο Τζιανλούκα Βιάλι, τότε παίκτης και προπονητής των «μπλε», είχε πλέξει το εγκώμιό του. Μια δεκαετία μετά ο Τέρι πήρε τίτλους, έπαιξε στην εθνική ομάδα, φόρεσε το περιβραχιόνιο του αρχηγού, έφτασε να αμείβεται με 180.000 ευρώ την εβδομάδα, ο πιο ακριβοπληρωμένος στο νησί! Αν δεν γλιστρούσε, μάλιστα, στο τελευταίο πέναλτι τον Μάη στη Μόσχα, η Τσέλσι θα ήταν και πρωταθλήτρια Ευρώπης.
Κι όμως, τα πρώτα χρόνια της καριέρας του δεν προδιέγραφαν τέτοια εξέλιξη. Τον Ιούνιο του 2001 στη Λεωφόρο Αλεξάνδρας είχαμε γίνει αυτόπτες μάρτυρες της χειρότερης μέρας στην καριέρα του αρχηγού της Τσέλσι. Αγώνας Ελπίδων ανάμεσα σε Ελλάδα και Αγγλία και το τελικό 3-1 για τους δικούς μας ήταν κολακευτικό για τους Αγγλους. Ο Δημήτρης Παπαδόπουλος, τότε παίκτης του Ακράτητου, είχε κάνει τον Τέρι να αναστενάξει. Κάποια στιγμή ο Αγγλος τον κλότσησε, με αποτέλεσμα να αποβληθεί. Ο Παπαδόπουλος αμέσως μετά μεταγράφηκε στην Μπέρνλι, ο Ταυλαρίδης την ίδια μέρα έγινε στόχος και έφυγε λίγο αργότερα για την Αρσεναλ, όπου έβαλε τις βάσεις για καριέρα στη Γαλλία, και όλα κύλησαν όμορφα κι ωραία.
Κάποιο ψιλόλιγνο παιδί που μπήκε αλλαγή για την Αγγλία και γέλαγε το μισό γήπεδο μαζί του όταν δεν μπορούσε να σταματήσει την μπάλα λεγόταν Πίτερ Κράουτς.
Ολα αυτά είναι διδακτικά. Οπως και το ότι κάποιος Μπάλακ και κάποιος Φαν Νιστελρόι έχασαν τ' αυγά και τα πασχάλια από τα δικά μας παιδιά των Ελπίδων το 1998 στο Βουκουρεστι. Οπου ο Λυμπερόπουλος και ο Καραγκούνης είχαν εντυπωσιάσει πολύ περισσότερο από τους μετέπειτα τεράστιους σταρ των αντιπάλων. Το έχω ξαναπεί πως στα 18 του χρόνια κανένα Ελληνόπουλο δεν είναι χειρότερο από το αντίστοιχο στην Ολλανδία, τη Γερμανία, την Αγγλία, την Ιταλία. Ελάχιστες είναι οι εξαιρέσεις. Τη διαφορά την κάνουν στη συνέχεια η δουλειά, το περιβάλλον, η ποιότητα των προπονήσεων. Ο Κυριάκος Παπαδόπουλος στα 16 χρόνια του δεν είναι τυχαίο πως μπήκε στο μάτι της Γιουνάιτεντ. Αν τον πάρουν τώρα, άντε μέχρι τα 17, ξέρουν πως μπορούν να τον δουλέψουν και να τον διαμορφώσουν, έτσι ώστε να μη μείνει ταλέντο.
Δυστυχώς για τον Νίνη, έμεινε αυτή τη διετία στάσιμος, διότι άλλο θα ήταν να δούλευε κάπου στο εξωτερικό και άλλο είναι να μην τον υπολογίζουν ούτε για το εσωτερικό δίτερμα στην Παιανία. Ο Παπαδόπουλος του 2001 έφυγε για την Αγγλία και δούλεψε σκληρά ακόμα και στην Μπέρνλι της Τσάμπιονσιπ. Οταν ήρθε πίσω, το καλοκαίρι του 2003, ήταν έτοιμος για τα βαθιά. Η πρώτη χρονιά του στον Παναθηναϊκό το απέδειξε. Μετά έμεινε στάσιμος, για να μην πω πως έκανε και βήματα προς τα πίσω. Αν σήμερα έπαιζαν Παπαδόπουλος και Τέρι αντίπαλοι, ο Αγγλος πιθανότατα θα περπατούσε απλά για να τον αντιμετωπίσει. Ο Τότι ήταν δεύτερος καλύτερος παίκτης στο Πανευρωπαϊκό Νέων που έγινε στο Λιτόχωρο το 1995, πίσω από τον Καραγκούνη! Με όλο τον σεβασμό σε αυτά που πέτυχε ο «Τυπάρας» στην καριέρα του, η εξέλιξη του Τότι ήταν πολύ διαφορετική.
Στο εξωτερικό η ηλικία που θεωρείται κρίσιμη είναι μεταξύ 15 και 18. Μετά θεωρούν πως ο παίκτης έχει πια ουσιαστικά βγάλει προς τα έξω το ταλέντο του. Ο Παπαδόπουλος μπορεί να μείνει στον Ολυμπιακό και να κάνει τεράστια καριέρα, αλλά μπορεί και να φτάσει 24 χρόνων και να τον λέμε ταλέντο, όπως τον Μενδρινό! Για τον ίδιο η προοπτική να δουλέψει δίπλα στους ανθρώπους της Γιουνάιτεντ μοιάζει εξωπραγματική. Για τον Ολυμπιακό το να προσπαθήσει να πάρει κάτι παραπάνω από 3 εκατομμύρια ευρώ για ένα 16χρονο ακούγεται καλό εμπορικά, αλλά επί της ουσίας επιτρέψτε μου να διαφωνήσω. Διότι εδώ δεν μπαίνει μόνο το οικονομικό θέμα στη μέση. Είναι και το πρεστίζ. Αλλο είναι να έρχεται η Αλ Αχλί και να δίνει πέντε εκατομμύρια για έναν παίκτη και άλλο η Μάντσεστερ Γιουνάιτεντ, με ακόμα και δύο λιγότερα.
Το ελληνικό ποδόσφαιρο πάντα είχε πρόβλημα στο να εκτιμά καταστάσεις. Και ακόμα μεγαλύτερο στο να εκμεταλλεύεται τις συγκυρίες. Οι περισσότερες ομάδες μας προτιμούν να αγοράζουν αμφίβολης αξίας ξένους από το να κοιτάξουν να φτιάξουν φυτώρια. Η κίνηση του Πανιωνίου με την άφιξη του Μαλντέρα (παλιού μεγάλου αριστερού μπακ της Μίλαν επί Ριβέρα), ο οποίος δούλεψε για χρόνια στις ακαδημίες της Ρόμα, είναι ένα σωστό βήμα. Δεν φτάνει, όμως. Οσο στην Ελλάδα πιστεύουμε πως ταλέντο είναι κάποιος που πέρασε τα 20 χρόνια, η εικόνα μας θα παραμένει η ίδια. Και σε αυτό το διάστημα οι αντίστοιχοι Τέρι, Μπάλακ, Τότι, Φαν Νιστελρόι πάντα θα καλύπτουν το χάντικαπ της αξίας από τα δικά μας παιδιά λόγω της σωστής και μεθοδικής δουλειάς.