Aν κινδυνεύει από κάτι ο Παναθηναϊκός αυτή τη στιγμή, δεν είναι η ήττα στην πρεμιέρα. Αλλωστε στην ιστορία του ελληνικού πρωταθλήματος υπάρχουν προηγούμενα ομάδων που αναδείχτηκαν τελικά πρωταθλήτριες, αν και στο πρώτο ματς της σεζόν έφυγαν με σκυμμένο το κεφάλι. Η ΑΕΚ του Μπάγεβιτς το κατάφερε σε δύο περιπτώσεις, το 1989 και το 1992. Τη δεύτερη μάλιστα αρχίζοντας με ήττα από τον Ολυμπιακό με 4-2, σε ένα ματς που έχανε με 3-0 στο ημίχρονο. Ακόμη και η ίδια η προϊστορία του «τριφυλλιού» μπορεί να δώσει ελπίδα. Αν και ποτέ δεν κατέκτησε πρωτάθλημα με ήττα στην αφετηρία, το 2001-2002 ξεκίνησε με τρεις σερί ήττες στην αρχή, αλλά μπόρεσε και κάλυψε τη διαφορά και πάλεψε μέχρι το τέλος.
Η ήττα λοιπόν δεν είναι από μόνη της πρόβλημα. Το τι συνεπάγεται είναι. Αν ακολουθήσει γκρίνια, έρχεται και κρίση. Ο Παναθηναϊκός πήγε την Κυριακή το βράδυ στο ντέρμπι χαλαρός και αδιάβαστος. Αυτό πληρώνεται. Δεν είναι εύκολο να διαχειριστείς την επόμενη μέρα. Αν μείνεις στη διαιτησία και επαναπαυτείς πως το λάθος του Βασσάρα έκρινε το ματς, το μόνο που πετυχαίνεις είναι να καλύψεις τα περιττώματα στην άμμο, όπως οι γάτες. Ναι, ο βοηθός πήρε τον διαιτητή στον λαιμό του στην επίμαχη φάση. Ναι, είναι διαφορετικό να πηγαίνεις στα αποδυτήρια με 1-0 πίσω στο σκορ από το να είσαι με δύο γκολ στην πλάτη. Αλλά ο αντίλογος πάντα είναι ποιες ήταν οι αντιδράσεις σου από τη στιγμή του πρώτου γκολ; Ποιο πλάνο διαφυγής είχες από την ώρα που οι τρεις αμυντικοί χαφ του Δώνη σε είχαν αναγκάσει να παίζεις μόνο παράλληλο ποδόσφαιρο; Και σε τελική ανάλυση, πότε ο Παναθηναϊκός σε ντέρμπι με την ΑΕΚ έκανε μόλις μία φάση;
Τα λάθη που έκανε ο Τεν Κάτε ήταν αρκετά. Και επειδή ποτέ ένας προπονητής δεν χάνει, αλλά ούτε και κερδίζει μόνος του, το ερώτημα αφορά και τους παίκτες. Πόσοι κατάλαβαν τη σημασία του αγώνα; Ποιος ποδοσφαιριστής με πράσινα είχε το πάθος και το μάτι που γυάλιζε όπως ο Κυργιάκος; Και ποιος άλλος από τους ποδοσφαιριστές του Τεν Κάτε, πλην του Καραγκούνη που δεν τα παρατά ποτέ, πίστευε στην ανατροπή; Σε όλα αυτά οι απαντήσεις είναι προφανείς. Ομως επειδή η διακοπή που ακολουθεί θα βοηθήσει στην Παιανία να πέσουν οι τόνοι, στο επόμενο ματς ο Παναθηναϊκός οφείλει να έχει βρει αντίδοτα. Ο Μάτος και ο Νίνης χρειάζονται στην ενδεκάδα, ο πρώτος επειδή συμπληρώνει καλύτερα τον Ζιλμπέρτο Σίλβα από τον Σιμάο που έχει ίδιες προδιαγραφές και ο δεύτερος επειδή δίνει στο παιχνίδι του ΠΑΟ το απρόβλεπτο. Οσο για τον Ιβανσιτς, σίγουρα οφείλει ο Ολλανδός τεχνικός να του βρει ρόλο, διότι την ποιότητα του αριστερού ποδιού του ήταν ολοφάνερο πως την αποζητούσε η υπόλοιπη ομάδα. Η απόκτηση του κεντρικού αμυντικού που δεν συνέβη αφήνει μία τρύπα στη συγκεκριμένη θέση, αλλά σύντομα θα πρέπει να πάρει ευκαιρία ο Μελίσσης. Οσο για τη θέση του μοναχικού φορ, ο Σόουζα είναι εξαιρετικός, αν έχει τροφοδοσία, αλλά σε ματς όπως το προχθεσινό η παρουσία και ενός ακόμη δίπλα του θα του έδινε ανάσες. Οταν έγινε η κίνηση, ήταν πια αργά.
Στον Παναθηναϊκό της καλοκαιρινής ευφορίας η ήττα ήρθε ξαφνικά όπως το πρωτοβρόχι έπειτα από την καλοκαιρινή ραστώνη. Αν αναλύσουν σωστά τα δεδομένα, θα αποδειχτεί πως τους έκανε καλό. Αν ψάξουν, όπως γινόταν παλιά, για φαντάσματα, τότε η πιθανότητα να την ξαναπατήσουν θα είναι υπαρκτή.
Η Ντιναμό και η Zενίτ
Ο Ιγκόρ Μπελάνοφ είπε αυτό που συνηθίζουν οι παλιοί άσοι, όταν κάνουν συγκρίσεις με το παρελθόν. Και μοιάζει συνήθως με… μοιρολόι. Επλεξε το εγκώμιο της «δικής του» Ντιναμό Κιέβου, που μάγευε προ εικοσαετίας, τονίζοντας πως ήταν καλύτερη και πιο εντυπωσιακή ομάδα από την τωρινή Ζενίτ. Ολα αυτά στο πλαίσιο του GOLDENFOOT στο Μονακό, όπου από φέτος χορηγός επικοινωνίας για την Ελλάδα είναι η «SportDay» και ο NovaΣΠΟΡ FM. Δεν είναι εύκολες τέτοιες συγκρίσεις ποτέ. Ούτε και μπορεί να πει κάποιος αν ο Λομπανόφσκι και οι πρωτοποριακές μέθοδοι τους για τη δεκαετία του '80 θα είχαν αποτέλεσμα στον 21ο αιώνα. Πάντως ο Ουκρανός νικητής της «Χρυσής Μπάλας» το 1986 δεν έχει άδικο όταν λέει πως μια ενωμένη Σοβιετική Ενωση σήμερα με Σεβτσένκο, Χλεμπ, Τίμοστσουκ, Καλάτζε και όλους τους Ρώσους που ήταν στο Euro θα ήταν ανάμεσα στις τρεις καλύτερες ομάδες του κόσμου.