Πάντα η Ισπανία πήγαινε στις μεγάλες διοργανώσεις ως ένα από τα φαβορί. Είχε καλούς χαφ που κυκλοφορούσαν την μπάλα (Ασένσι, Λουίς Ενρίκε, Θαμόρα, Μουνιόθ, Μπακέρο, Βαλερόν), παίκτες που έκαναν παιχνίδι αλλά και σκόραραν (Μίτσελ, Μπουτραγένιο, Χουανίτο, Σέρτζι), καλούς εξτρέμ (Μαρτίν Βάσκεζ, Καράσκο, Χούλιο Σαλίνας, Σαράμπια, Χοακίν, Βιθέντε), δυνατούς φορ όλων των ειδών, κοντούς, ψηλούς, αληθινούς γκολτζήδες (Σαντιγιάνα, Κίνι, Ραούλ, Μοριέντες, Καμινέρο), αμυντικούς, είτε κεντρικούς είτε ακραίους, που πάντα ήξεραν μπάλα και συμμετείχαν στην ανάπτυξη του παιχνιδιού (Ιέρο, Ναδάλ, Φερέρ, Αλεσάνκο, Μιγκέλι, Αμπελάρδο, Αρκόρτα, Σαντσίζ, Γκορντίγιο, Μαθέδα, Λόπεζ Ρεκάρτε) και εξαιρετικούς τερματοφύλακες (Μιγκέλ Ανχελ, Αρκονάδα, Θουμπιθαρέτα, Κανιθάρες). Κανένας από αυτούς που αναφέραμε πιο πάνω δεν είναι χειρότερος από αυτούς που κατάφεραν στο Euro 2008 να φτάσουν εκεί που μόνο η ομάδα του 1984 πήγε τα τελευταία 44 χρόνια, στον τελικό.
Μήπως, λοιπόν, το πρόβλημα ήταν ο προπονητής; Ο Λουίς Αραγονές δεν είναι τυχαίος, αλλά μήπως ήταν κακός ο (μυθικός) Λάζλο Κουμπάλα ή ο Μιγκέλ Μουνιόθ; Τίποτε απ' όλα αυτά. Απλώς το πρόβλημα της Ισπανίας αποδεδειγμένα όλα αυτά τα χρόνια ήταν το ψυχολογικό μπλοκάρισμα. Το ζήτημα της έλλειψης εθνικής συνείδησης θα το καταλάβαινα αν οι ίδιοι παίκτες που στην Ανδρών πάθαιναν κλακάζ στα προημιτελικά κάθε τουρνουά ως Νέοι ή Ελπίδες δεν σάρωναν τις διοργανώσεις παραδοσιακά. Και εκεί εθνικό ύμνο (χωρίς λόγια, κάτι μοναδικό πιθανώς στον πλανήτη) δεν άκουγαν; Η Ισπανία, από το 1978, που επέστρεψε ύστερα από μία δεκαετία σε μεγάλα τουρνουά, πλήρωνε πάντα τις μεγάλες προσδοκίες.
Η φουρνιά του 2008 έχει και μία ακόμα διαφορά. Διαθέτει παίκτες που βγήκαν από τη χώρα και πρωταγωνιστούν μακριά από την Πριμέρα Ντιβιζιόν. Ο Τόρες, και ας μην είναι αυτός που θαυμάσαμε με τη Λίβερπουλ όλη τη χρονιά, έμαθε να παίζει και με την πλάτη στην άμυνα, κάτι που δεν του χρειαζόταν στη Μαδρίτη. Δεν είναι τυχαίο επίσης πως ενώ με την Ατλέτικο δεν ξεπερνούσε τα δέκα γκολ τη σεζόν, στη Λίβερπουλ έφτασε τα 33 αμέσως! Η παρουσία του, ακόμα κι αν είναι κακή, προκαλεί τον φόβο στην αντίπαλη άμυνα και αυτό φάνηκε κυρίως με τη Ρωσία στο πρώτο ματς, όταν όλη η άμυνα προσαρμόστηκε επάνω του, αλλά τη ζημιά την έκανε ο Βίγια. Ο Φάμπρεγκας αμφιβάλλω αν θα είχε γίνει τόσο ουσιαστικός αν έπαιζε στην Ισπανία και όχι στην Αρσεναλ, στην οποία ο Βενγκέρ του φόρτωσε ευθύνες από τα 17 του χρόνια!
Η παρουσία του στον ημιτελικό άλλαξε όλο το κόνσεπτ και η Ισπανία έφτασε με δύο δικές του εκπληκτικές ασίστ στο 3-0. Ο Αλόνσο, που και αυτός ήταν εξαιρετικός στο μεταξύ μας ματς και η προσθήκη του στον αγώνα της Πέμπτης έδωσε άλλη διάσταση στην ανάπτυξη των «φούριας ρόχας», επίσης έβαλε διαφορετικά στοιχεία στο παιχνίδι του αγωνιζόμενος στην Πρέμιερ Λιγκ. Και φυσικά εκείνο που άλλαξε εντελώς την εικόνα της Ισπανίας τα τελευταία δύο χρόνια ήταν η προσθήκη ενός παίκτη με τα χαρακτηριστικά του Σένα. Ο καλύτερος αμυντικός χαφ στον κόσμο αυτή τη στιγμή ήταν και το 2006 στην αποστολή, αλλά ο Αραγονές στο κρίσιμο ματς των 16 με τη Γαλλία τον έβαλε αλλαγή στο 72', όταν τα χαφ είχαν χάσει τη μάχη από τον Ζιντάν, που αλώνιζε. Αυτή τη φορά ήταν ο συνδετικός κρίκος των κεντρικών αμυντικών, όταν γινόταν βαθιά μπαλιά και μετατρεπόταν σε τρίτο στόπερ, με την τετράδα των χαφ που κεντούσε με την μπάλα στα πόδια. Ούτε μία λάθος πάσα στο ματς με την Ιταλία, μόλις μία λάθος στο παιχνίδι με τους Ρώσους, έβγαινε πάντα πρώτος σε κάθε πάσα προς τον Αρσάβιν, περιορίζοντας τον Ρώσο σε μόλις 27 επαφές με την μπάλα (σε αντίθεση με τις τριπλάσιες στο παιχνίδι με την Ολλανδία), οπότε έκρινε και τη μάχη αυτή η κόντρα. Αν ο Σένα μπορέσει να κάνει και τρίτο σερί ματς σε μία εβδομάδα σε αυτό το επίπεδο, περιορίζοντας αυτή τη φορά τον Μπάλακ, η Ισπανία θα έχει τον πρώτο λόγο.
Αυτό που ήταν απολαυστικό μετά τη λήξη του ημιτελικού ήταν ο τρόπος που πανηγύριζαν οι Ισπανοί σε κάθε γωνιά της Βιέννης. Με φωνές, με τραγούδια, με την ανακούφιση χαραγμένη στα πρόσωπά τους, αφού μία ολόκληρη γενιά δεν είχε δει την ομάδα τους να κάνει κάτι σημαντικό σε μεγάλο τουρνουά. Χωρίς τους μεθυσμένους οπαδούς των Γερμανών, των Σουηδών, των Ρώσων, ακόμα και των Αυστριακών και των Κροατών που είχαμε στον δρόμο σε προηγούμενες βραδιές και με την ευλογία της διοργάνωσης να μην έχουν έρθει οι ορδές των Αγγλων, ήταν ό,τι πιο απολαυστικό να βλέπεις τις παρέες των Ισπανών να τραγουδούν «vamos a ganar la eurocopa». Μόνο που ακόμα δεν κέρδισαν το κύπελλο. Η Γερμανία θα είναι σκληρό καρύδι. Εκείνο που κέρδισαν, πάντως, οι Ισπανοί ήταν η αυτοεκτίμηση στην ομάδα τους και η καθολική αναγνώριση πως τελικά, ανεξαρτήτως αποτελέσματος την Κυριακή, είναι η καλύτερη ομάδα της διοργάνωσης.