Αρνείται με ανακοίνωσή του ο ΣΕΓΑΣ τα περί συμμετοχής του στη συμφωνία διακανονισμού ανάμεσα στην IAAF και τους αθλητές Κώστα Κεντέρη και Κατερίνα Θάνου μετά το διετή αποκλεισμό τους λόγω παραβάσεων ντόπινγκ. Η ανακοίνωση-απάντηση της ελληνικής ομοσπονδίας κλασικού αθλητισμού στο σχετικό δημοσίευμα της «Ελευθεροτυπίας» δεν αρνείται πάντως την ύπαρξη του εν λόγω διακανονισμού. Συγκεκριμένα, αναφέρει:
Με αφορμή ορισμένα σχόλια απογευματινής εφημερίδας που συνοδεύουν την παράθεση εγγράφου «συμφωνία διακανονισμού» μεταξύ της IAAF και των αθλητών Κ. Κεντέρη και Αικ. Θάνου ο ΣΕΓΑΣ σημειώνει τα εξής:
1. Η έφεση που άσκησε η IAAF ενώπιον του Διεθνούς Αθλητικού Δικαστηρίου κατά της απόφασης της Δικαστικής Επιτροπής του ΣΕΓΑΣ απεσύρθη προ της ολοκλήρωσης της εκδίκασής της και της έκδοσης απόφασης επ’ αυτής.
2. Κατόπιν της ανωτέρω απόσυρσης, που δικονομικά έχει την έννοια της παραίτησης, η απόφαση της Δικαστικής Επιτροπής παρέμεινε σε ισχύ, αφού ούτε ανετράπη με απόφαση του Δικαστηρίου, ούτε ζητήθηκε από την IAAF η επανεξέταση της υποθέσεως.
3. Ο ΣΕΓΑΣ δεν είχε καμία συμμετοχή στην κατάρτιση της «συμφωνίας διακανονισμού» που παρουσιάζει η εφημερίδα, ούτε υπέγραψε την συμφωνία αυτή, ούτε έλαβε επισήμως γνώση του περιεχομένου αυτής αφού ουδέποτε επιδόθηκε αντίγραφό της στον ΣΕΓΑΣ από την IAAF και τους αθλητές που την υπέγραψαν.
4. Ο ΣΕΓΑΣ δεν γνωρίζει αν η «συμφωνία διακανονισμού» κατατέθηκε στο Διεθνές Αθλητικό Δικαστήριο, στην διαδικασία ενώπιον του οποίου συμμετείχε μέχρι της υποβολής της δηλώσεως απόσυρσης της εφέσεως εκ μέρους της IAAF και της συνεπεία αυτής λήξης της διαδικασίας, αφού δεν έλαβε ποτέ σχετική ενημέρωση. Η άποψη του συντάκτη του δημοσιεύματος ότι ο ΣΕΓΑΣ τελούσε από την πρώτη στιγμή εν γνώσει της συμφωνίας και μετείχε στις σχετικές διαδικασίες είναι αβάσιμη. Ο ΣΕΓΑΣ δεν γνώριζε περί του περιεχομένου της συμφωνίας τίποτε περισσότερο από εκείνα που αναφέροντο στο Δελτίο Τύπου – Ανακοίνωση που εξέδωσε η IAAF και την οποία η εφημερίδα χαρακτηρίζει «παραπλανητική».
5. Η εμμονή στην άποψη ότι στους αθλητές έχει επιβληθεί ποινή χωρίς να δίδεται απάντηση στο ερώτημα ποιο όργανο επέβαλε και πότε την ποινή αυτή, καθιστά την περαιτέρω συζήτηση ανώφελη.