Η μελαγχολία που μας προκαλεί η φθινοπωρινή εποχή μεταφέρεται και στις ομάδες τώρα που άρχισαν τα Κύπελλα Ευρώπης και πάλι. Η Ελλάδα έχει βρεθεί με την πλάτη στον τοίχο, ύστερα από μία πενταετία κάκιστων εμφανίσεων, που μας κατρακύλησαν από την έκτη θέση στη 18η της ειδικής βαθμολογίας της ΟΥΕΦΑ. Ειλικρινά δεν βλέπω πώς μπορούμε να μεταστρέψουμε την κατάσταση, με αποτέλεσμα να κινδυνεύουμε να χάσουμε τα πλεονεκτήματα από τις όποιες αλλαγές θα πραγματοποιήσει ο Μισέλ Πλατινί. Ο κόσμος έχω την εντύπωση πως δεν έχει συνειδητοποιήσει ακόμη πόσο δύσκολο θα είναι να μπαίνει ο πρωταθλητής μας στο Τσάμπιονς Λιγκ από το 2009 και ύστερα, κάτι που είχαμε ως δεδομένο με την εννιάχρονη αυτόματη παρουσία μας στους ομίλους. Τι θα νοείται ως επιτυχία πλέον με το τι ζητούσε ο οπαδός όλα αυτά τα χρόνια θα έχουν πια απόσταση όσο η Γη από το φεγγάρι. Και επίσης θα πρέπει να επαναπροσδιορίσουμε με ποια κριτήρια θα κάνουμε εμείς οι δημοσιογράφοι τον απολογισμό: με τη λογική του οπαδού που το επιθυμητό με το αντικειμενικά εφικτό είναι το ίδιο και το αυτό ή με την αποστασιοποιημένη τάση που οφείλει να βλέπει και να διαπιστώνει ο κάθε καλόπιστος φίλαθλος την κατάσταση;
Κι όμως, δεν είναι και δεν πρέπει να είναι έτσι. Γιατί πάντα το μεγάλο μείον του ελληνικού ποδοσφαίρου ήταν η έλλειψη προγραμματισμού. Ο ωχαδελφισμός που εμπόδιζε μακροπρόθεσμες κινήσεις και εγκλωβιζόταν στο στενό ιδεολογικό πλαίσιο του «σήμερα να είμαστε καλά και αύριο είναι άλλη μέρα». Ηδη είναι αργά για να κάνουμε κάτι για το 2009, αλλά αν δεν βάλουμε οργανόγραμμα προτεραιοτήτων για το 2012, για παράδειγμα, τότε το σκηνικό του μέλλοντος δεν θα είναι φθινοπωρινό, όπως τώρα, αλλά πέρα για πέρα χειμωνιάτικο!