Η ερώτηση αν η Λάτσιο είναι καλή ή κακή ομάδα είναι μια λάθος ερώτηση. Ο Ολυμπιακός θα παίξει με τη Λάτσιο όλα κι όλα δύο ματς: το αν η ομάδα αυτή είναι καλή, μέτρια, οργανωμένη ή ανοργάνωτη δεν πρέπει να τον προβληματίζει. Το θέμα είναι ότι αυτή η Λάτσιο δύσκολα χάνει, αλλά και δύσκολα κερδίζει. Και μια τέτοιου είδους ομάδα ο Ολυμπιακός, που φιλοδοξεί να κάνει στην Ευρώπη κάτι καλύτερο από τα προηγούμενα χρόνια, μπορεί να τη νικήσει.
H Λάτσιο δεν έχει τα κλασικά γνωρίσματα μιας ιταλικής ομάδας που παίζει στο Τσάμπιονς Λιγκ (μεγάλο ρόστερ, σταρ, εμπειρία) ακριβώς επειδή δεν ανήκει στο γκρουπ των ομάδων που κάθε χρόνο ξεκινούν τη σεζόν με δεδομένη την παρουσία τους στη διοργάνωση. Για να καταλάβετε λίγο το status της συγκεκριμένης ομάδας, θυμηθείτε λίγο την περσινή ΑΕΚ που αγωνίστηκε με τη Χαρτς στον προκριματικό του Τσάμπιονς Λιγκ: η ενίσχυση της ΑΕΚ (με την επιστροφή του Ζήκου και την απόκτηση του Μαντούκα και του Ντελίμπασιτς) έγινε μετά το θετικό αποτέλεσμα στο πρώτο ματς με τους Σκωτσέζους. Η Λάτσιο στο πρώτο ματς με την Ντιναμό Βουκουρεστίου έφερε ισοπαλία 1-1 στο γήπεδό της. Το αβέβαιο της πρόκρισής της είχε ως συνακόλουθο τη μη ενίσχυσή της. Τα οικονομικά είναι σε φάση επιτήρησης, περιθώρια για σπατάλες δεν υπάρχουν. Η Λάτσιο είχε εντοπίσει τρεις καλούς παίκτες που θα μπορούσαν να την ενισχύσουν: για να τους αποκτήσει έπρεπε πρώτα να περάσει από το Βουκουρέστι. Τα κατάφερε, αλλά χρόνος για διαπραγματεύσεις δεν υπήρχε. Ως εκ τούτου, έμεινε μια ημιτελής ομάδα. Δεν έχει τερματοφύλακα επιπέδου (αφού ο Μπαλότα παίζει μόνο με την πείρα των 44 χρόνων του!), δεν έχει τον καλό στόπερ που ο Ντέλιο Ρόσι περίμενε, δεν απέκτησε τον μεσοεπιθετικό που θα έκανε πιο λειτουργικό το 4-3-1-2 και η μόνη σοβαρή προσθήκη είναι ο καλός δεξιός μπακ Σκαλόνι, ο οποίος αποκτήθηκε για να αντικαταστήσει τον Μάσιμο Οντο, που το χειμώνα πωλήθηκε στη Μίλαν. Το χειρότερο για τον Ντέλιο Ρόσι είναι ότι η ομάδα του χωρίς τις αναμενόμενες ενισχύσεις έγινε φέτος κάπως προβλέψιμη.
Φυτώρια
Η περσινή Λάτσιο ήταν μια ομάδα χαμαιλέοντας. Οταν κληρώθηκε με τον Ολυμπιακό, η πρώτη εκτίμηση που έγινε στην παρουσίαση της ομάδας είναι ότι πρόκειται για ένα σύνολο σκληρών αμυντικών και μέσων που έχει δύο καλούς επιθετικούς, τον Ρόκι και τον Πάντεφ. Η εκτίμηση δεν ήταν λανθασμένη, όμως στην προκειμένη περίπτωση αν οι δύο ξεχωρίζουν είναι επειδή απλώς παίζουν πιο πολύ από τους υπόλοιπους. Στις άλλες θέσεις δεν υπήρχαν σταθεροί κι αμετακίνητοι πρωταγωνιστές. Στην άμυνα πέρυσι χρησιμοποιήθηκαν συνολικά εννέα παίκτες και στη μεσαία γραμμή δέκα! Μερικοί από τα φυτώρια.
Κανόνας
Ο Ντέλιο Ρόσι αναγνωρίστηκε την τελευταία διετία χάρη στη δουλειά του στη Λάτσιο ως καλός προπονητής. Στην πραγματικότητα ήταν σπουδαίος ήδη από το 1998, όταν κι έφτασε με τη Σαλερνιτάνα στην Α' Εθνική. Ο Ρόσι είναι από τους προπονητές που ορκίζονται ότι κοιτάζουν μόνο τη δική τους ομάδα, μόνο και μόνο γιατί δεν θέλουν να παραδεχτούν ότι περνούν ώρες μελετώντας τον αντίπαλο. Η περσινή Λάτσιο ήταν ένα προπονητικό κομψοτέχνημα: μια ομάδα που, χωρίς να παίζει σπουδαία μπάλα, είχε μάθει να ακυρώνει αρκετές από τις αρετές του αντιπάλου (όποιος κι αν ήταν αυτός), περιμένοντας υπομονετικά όχι να τον χτυπήσει στις αντεπιθέσεις, αλλά να εκμεταλλευτεί τις στιγμές που θα μεταφέρει το παιγνίδι στην αντίπαλη περιοχή. Η Λάτσιο δεν μαζευόταν πίσω για να κλέψει μπάλα και να τρέξει στο ανοιχτό γήπεδο, αλλά ξεθέωνε τον αντίπαλό της στη μεσαία γραμμή πρεσάροντας. Ο Ρόσι είχε φτιάξει μια ομάδα με μέσους χωρίς σταθερές θέσεις, αμυντικούς που δεν έβγαιναν πολύ κι επιθετικούς που γυρνούσαν μια ομάδα που, χάρη σε αυτή τη ζόρικη στρατηγική, έπαιζε συνήθως με έναν παίκτη παραπάνω στη μεσαία γραμμή, τον οποίο όμως ο Ιταλός κόουτς χρησιμοποιούσε σχεδόν αποκλειστικά για ανασταλτικούς ρόλους. Για να το πω απλούστερα, στα καλά παιχνίδια αυτής της τακτικά ενδιαφέρουσας ομάδας το «δύο σε ένα (ένας πρεσάρει κι ένας έρχεται για βοήθεια)» ήταν κανόνας.
Περιμένει
Τι προϋποθέτει αυτό το είδος παιχνιδιού; Πολλούς παίκτες και γνώση της ανάπτυξης του αντιπάλου. Φέτος πολλοί παίκτες δεν υπάρχουν, αφού οι τραυματισμοί ιδιαίτερα των αμυντικών είναι κάτι πρωτοφανές. Επίσης ο Ρόσι αποκλείεται να γνωρίζει τι είδους Ολυμπιακό θα αντιμετωπίσει ώστε να προσπαθήσει να τον ακυρώσει. Νομίζω ότι θα 'ρθει για να στήσει την ομάδα πίσω από τη σέντρα για ένα ημίχρονο, ώστε να αποκωδικοποιήσει τον Ολυμπιακό και να δει πώς θα τον βγάλει από τον ρυθμό του πιέζοντας συγκεκριμένους παίκτες. Ο Ιταλός θα χαρίσει στον Ολυμπιακό 45 λεπτά για να τον καταλάβει. Αυτός ο χρόνος πρέπει να αξιοποιηθεί: είναι αβαντάζ.
Τρόποι
Ο Λεμονής σωστά παρατήρησε ότι μια τέτοια ομάδα για να τη νικήσεις πρέπει να τη βγάλεις από το καβούκι της. Το θέμα είναι πώς το κάνεις. Επειδή το ποδόσφαιρο δεν είναι αστροφυσική, υπάρχουν δύο τρόποι. Ο πρώτος είναι να την πρεσάρεις ψηλά, βγάζοντας στην επίθεση παίκτες από τις δεύτερες γραμμές: αν κάθε φορά που ο Ολυμπιακός κλέβει μπάλα, υπάρχει πολλή κίνηση από τους πλάγιους μπακ και τους χαφ, η Λάτσιο μπορεί να βραχυκυκλώσει και να απλωθεί. Ο δεύτερος τρόπος είναι να την περιμένεις και να τη χτυπήσεις στις αντεπιθέσεις, ψάχνοντας μεθοδικά την «τρύπα», όπως ακριβώς στη Λεωφόρο. Ο Λεμονής κάτι μου λέει ότι θα επιδιώξει το δεύτερο, γιατί θεωρητικά έχει τρεις επιθετικούς (τον Γκαλέτι, τον «Τζόλε» και τον Λουα Λουα) που μπορεί να εκμεταλλευτούν το ρήγμα, όποτε αυτό προκύψει. Η ερώτηση στην προκειμένη περίπτωση είναι αν σε ένα παιχνίδι αναμονής του Ολυμπιακού ο Αντζας κι ο Ζεβλάκοφ θα διαχειριστούν σωστά τις έστω και λίγες καταστάσεις που θα βρεθούν ένας εναντίον ενός με τον Ρόκι και τον Πάντεφ. Γι' αυτό δεν έχω απάντηση: περιμένω το ματς.
Νάντια
H Νάντια φορούσε ένα άσπρο φόρεμα πολύ καλοκαιρινό: υποθέτω πως στην «Αρένα» της Μαδρίτης η ζέστη ήταν αφόρητη. Ο τηλεοπτικός φακός (που είναι ένας μεγάλος κορτάκιας) την είχε εντοπίσει από την πρώτη μέρα και δεν έχανε την ευκαιρία για να μας την παρουσιάζει σαν πριγκίπισσα τελετάρχη του κάθε αγώνα. Το Eurobasket της Ισπανίας δεν ήταν η στιγμή της αποθέωσης του Παπαλουκά και του Παπαδόπουλου ή της δικαίωσης του Διαμαντίδη και του Σπανούλη: όλοι αυτοί είχαν αποθεωθεί και δικαιωθεί δύο χρόνια πριν στο Βελιγράδι και δώδεκα μήνες πριν στη Σαϊτάμα: αυτή τη φορά η διοργάνωση ανήκε στη Νάντια. Οποιος είδε τα ματς ξέρει με λεπτομέρειες τι έκανε η Νάντια στη Μαδρίτη την ώρα των αγώνων. Με τη Ρωσία κοιτούσε αγχωμένη τον ηλεκτρονικό πίνακα για να δει τα φάουλ και όπως φυσούσε τη φράντζα της, αναρωτιόμασταν αν είναι Ελληνίδα ή Σουηδέζα. Με την Κροατία κοιτούσε αγχωμένη προς τον πάγκο, περιμένοντας τη σωστή, «χρυσή» αλλαγή του Παναγιώτη Γιαννάκη. Με την Πορτογαλία ο καλός της την είχε σηκώσει στους ώμους του κι αυτή σήκωνε τα χέρια και χειροκροτούσε κάθε φορά που κάποιος δικός μας σημάδευε σωστά από το τρίποντο. Με τη Σλοβανία στην αντεπίθεση του τέλους είδαμε την ικανοποίησή της: η Νάντια είχε πάει και είχε κάτσει λίγο πιο ψηλά, ίσως για γούρι, ίσως για να ντριμπλάρει τον φακό του καμεραμάν, ο οποίος με αγωνία την έψαχνε επειδή δεν βρισκόταν στη συνηθισμένη θέση της. Με την Ισπανία η Νάντια είχε κάνει τατουάζ την ελληνική σημαία στο αγγελικό προσωπάκι της και όταν την είδαμε στο κοντινό πλάνο, είχαμε τη βεβαιότητα ότι η Εθνική επιτέλους θα παίξει καλά. Το τουρνουά ήταν το καθημερινό μας ραντεβού με τη Νάντια: η συζήτηση εξαντλούνταν στο αν το κορίτσι θα είναι χαρούμενο, αν θα 'χει πίστη, αν θα φωνάζει και θα χτυπάει παλαμάκια μέχρι το τέλος. Και όταν η ομάδα έχανε, δεν υπήρχε για τους παίκτες καμία απολύτως δικαιολογία: ήταν ένοχοι διότι είχαν στενοχωρήσει τη Νάντια.
Ωσπου στο ματς με τη Λιθουανία η Νάντια χάθηκε μαγικά όπως ήρθε. Κανένα πλάνο, κανένα κοντινό, κανένα τατουάζ στο ροδακινί μάγουλο, κανένα πανηγύρι. Και χάσαμε. Διότι χωρίς τη Νάντια και η νίκη ελάχιστη σημασία θα είχε...