Στο Λος Αντζελες μετράνε αντίστροφα τις μέρες για την άφιξη του Μπέκαμ. Μια άφιξη που θα ανανεώσει το ενδιαφέρον των μίντια για τον κόσμο των αστέρων και όπως ελπίζουν οι εμπνευστές τής μετακίνησης του Μπέκαμ στις ΗΠΑ, το ενδιαφέρον του κοινού για το ποδόσφαιρο.
Ενα από τα πιο ενδιαφέροντα στοιχεία στην ιστορία του Μπέκαμ είναι ότι αποτελεί την επιτομή του φαινομένου που ονομάζουμε αμερικανικό όνειρο, με τη διαφορά ότι γεννήθηκε και γιγαντώθηκε στην Ευρώπη. Πιθανόν γι' αυτόν ακριβώς τον λόγο, ο Μπέκαμ να είναι ο μοναδικός ποδοσφαιριστής στην ιστορία του ποδοσφαίρου, για τον οποίο να έχουν γραφτεί περισσότερα πράγματα για τις εξωγηπεδικές του δραστηριότητες, από ό,τι για τις ποδοσφαιρικές επιδόσεις και την αγωνιστική του συμπεριφορά.
Είναι το απόλυτο είδωλο, ένα ποδοσφαιρικό προϊόν που εξαιτίας του τρόπου με τον οποίο οικοδομήθηκε η εικόνα του έχει τη μεγαλύτερη εμπορική διείσδυση στις μάζες από οποιονδήποτε άλλο. Κάποτε, οι φίλαθλοι και οι οπαδοί λογομαχούσαν για το ποιος είναι ο καλύτερος ποδοσφαιριστής του κόσμου. Και ο καλύτερος ήταν αυτομάτως και ο δημοφιλέστερος. Στην εποχή της παγκοσμιοποίησης κάτι τέτοιο δεν συμβαίνει.
Ο Μπέκαμ είναι ο δημοφιλέστερος ποδοσφαιριστής του κόσμου, χωρίς να είναι καν στην πεντάδα των καλύτερων. Είναι ο απόλυτος ποπ σταρ, ο απόλυτος λαϊκός ήρωας. Μία εικόνα αναγνωρίσιμη το ίδιο στην Ελλάδα, την Πορτογαλία, την Κίνα ή την Ιαπωνία. Αλλά εικόνα που την εποχή της κυριαρχίας των ΜΜΕ είναι το απόλυτο όπλο, μια και οτιδήποτε συμβαίνει γύρω από αυτόν ή με τον ίδιο πρωταγωνιστή ικανοποιεί τα χαρακτηριστικά της νέας δημοσιογραφίας, που είναι ένα κυρίως. Το κουτσομπολιό.
Ο Μπέκαμ αναμφίβολα έχει εργαστεί σκληρά. Και εργάστηκε σκληρά όχι για να γίνει ο κορυφαίος ποδοσφαιριστής του κόσμου, αλλά ο πλουσιότερος. Και οι πλούσιοι κερδίζουν πάντα το μεγαλύτερο κομμάτι από την πίτα της δημοσιότητας και μάλιστα αυτό με το φλουρί. Είναι άραγε τυχαίο ότι για το φετινό πρωτάθλημα που κέρδισε η Ρεάλ γράφτηκαν περισσότερα για την «προσφορά» του Μπέκαμ από όσα για την ουσιαστική προσφορά του Νιστελρόι, που μάλιστα ήταν πολύ μεγαλύτερης διάρκειας από τους δυόμισι μήνες καλής μπάλας του Αγγλου; Ομως, όταν τα ΜΜΕ μιλούν, μεγαλοποιούν και παραμορφώνουν τα πάντα. Αλλωστε ο Μπέκαμ δεν χρειάζεται να μιλήσει. Αρκεί ένα καινούργιο κούρεμα που αμέσως γίνεται μόδα.
Ο Μπέκαμ είναι η γραφική απεικόνιση της πορείας από το πουθενά στο παντού. Αν στην αγγλική κοινωνία ίσχυαν τα ίδια χαρακτηριστικά με αυτά που ισχύουν στην αμερικανική κοινωνία, ο Μπέκαμ θα ήταν ο ιδανικός υποψήφιος πρωθυπουργός. Γεννημένος το 1975 προοριζόταν να γίνει ένας από τους πιο κλασικούς εκπρόσωπους μίας γενιάς, που ονομάστηκε «τα παιδιά της Θάτσερ». Μιας γενιάς που μεγάλωσε με διαφορετικά πρότυπα από τις προηγούμενες γενιές, ενθουσιασμένη με την προοπτική του γρήγορου πλουτισμού, τρομαγμένη από την υψηλή ανεργία, σημαδεμένη από την απληστία του θατσερικού νεοφιλελευθερισμού, αδιάφορη για όλα εκτός από τον εαυτό της.
Μια γενιά νάρκισσων που κατέλαβε τη θέση της μεσαίας τάξης στη Βρετανία που -ελέω Θάτσερ και Μπλερ- τη συναντά κάποιος, πλέον, στα συγγράμματα των κοινωνιολόγων. Ο Μπέκαμ γεννήθηκε και μεγάλωσε στο Λονδίνο και κληρονόμησε τη λατρεία του πατέρα του για τη Γιουνάιτεντ. Για τον πατέρα του, η ομάδα του Μάντσεστερ αντιπροσώπευε μία διαφορετική κλίμακα αξιών. Μία κλίμακα αξιών, που κατά ένα μοιραίο τρόπο, ο ίδιος ο Μπέκαμ θα τινάξει στον αέρα. Η αφέλεια και ο ρομαντισμός του ίδιου και της συζύγου του είναι παροιμιώδη. Μια αφέλεια που μένει προστατευμένη πίσω από τον τεράστιο πλούτο του. Η προσωπική του ιστορία είναι ένα παραμυθάκι, ένα fairy tail από αυτά που λατρεύει το Χόλιγουντ. Το οποίο, τελικά, δεν άντεξε να τον βλέπει να κινείται μακριά του. Τον υιοθέτησε, αν και μάλλον πρόκειται για την επιστροφή του παιδιού στο σπίτι του. Μια επιστροφή που θα γεμίσει τις σελίδες των ταμπλόιντ και τις τηλεοράσεις όλου του κόσμου. Ολα αυτά είναι καταναλώσιμα και λαμπερά, αλλά δεν έχουν σχέση με το ποδόσφαιρο.
Η αιώνια επιστροφή του τανγκό
Στη Λατινική Αμερική οι θρύλοι και οι προλήψεις έχουν στενή σχέση με το ποδόσφαιρο. Το γεγονός αυτό δεν έχει να κάνει τόσο με την «καθυστέρηση» των κοινωνιών όσο με τα χαρακτηριστικά των λαών. Τα παραμύθια και η υπερβατική ανάγνωση της καθημερινότητας είναι αναπόσπαστο κομμάτι των ανθρώπων εκεί, πράγμα που φαίνεται και από την προσκόλληση στη θρησκεία, που αποτελεί μία ακόμα -αν όχι την κατ' εξοχήν- γέφυρα της υπέρβασης.
Αν κάποιος κοιτάξει την ιστορία του ποδοσφαίρου στη Λατινική Αμερική, θα διαπιστώσει πολύ εύκολα ότι ο «μύθος» στοιχειώνει τις αναμνήσεις των ανθρώπων και πολύ συχνά καθορίζει και την πραγματικότητα. Ενας παλιός φίλος και συνάδελφος, Αργεντινός, που πέρασε μία δεκαετία σχεδόν στις Βρυξέλλες, στις κατά καιρούς επικοινωνίες μας μου έδωσε την ευκαιρία να κατανοήσω πολύ περισσότερα για την προσέγγιση των Λατινοαμερικανών στο ποδόσφαιρο, από όσα θα καταλάβαινα από τις εφημερίδες, το Διαδίκτυο και την τηλεόραση, που –έτσι κι αλλιώς- πολύ δύσκολα σου δίνουν την εικόνα η οποία περιβάλλει την πραγματικότητα και πολύ συχνά την καθορίζει. Τώρα πια αρχίζω να πιστεύω ότι το αργεντίνικο ποδόσφαιρο κληρονόμησε την κακοδαιμονία που άφησε η αποχώρηση του μεγαλύτερου, του πιο προικισμένου και πιο καταραμένου του παιδιού.
Του Ντιέγκο Μαραντόνα. Σε επίπεδο εθνικής ομάδας, παρά την εκπληκτική παραγωγή ποδοσφαιριστών υψηλής κλάσης οι περισσότεροι από τους οποίους αγωνίστηκαν και συνεχίζουν να αγωνίζονται στην Ευρώπη, απουσιάζουν οι διακρίσεις. «Πονοκέφαλος» για τους αναλυτές που δεν χρησιμοποιούν τη γέφυρα της υπέρβασης για να εξηγήσουν τα ανεξήγητα για μία ομάδα που έχει να κατακτήσει το Κόπα Αμέρικα από το 1991 και το Παγκόσμιο Κύπελλο από το 1986.
Υπάρχει ένας αφορισμός που υποστηρίζει ότι χρειάζονται δύο για ένα τανγκό, έναν χορό καθαρά αργεντίνικο. Το ποδοσφαιρικό τανγκό η εθνική ομάδα της Αργεντινής δεν το χόρεψε ποτέ με έναν προπονητή της προκοπής στον πάγκο τα τελευταία χρόνια. Μπιέλσα και Πέκερμαν θέλησαν να βάλουν σε καλούπι μία ομάδα που ανέκαθεν ακολουθούσε ένα σύστημα μέχρι να το πετάξει από πάνω της σαν ρούχο που τη στένευε. Ο Αλφιέ Μπαζίλε, παλιά «γάτα», δείχνει να ξέρει τι χρειάζεται «να μην κάνει» από τον πάγκο. Ρικέλμε, Μέσι και Αϊμάρ ξέρουν τι να κάνουν μέσα στο γήπεδο. Κι αν δεν βαρεθούν μέχρι το τέλος, ο τελικός του Κόπα Αμέρικα θα είναι μία καλοπαιγμένη μιλόνγκα.
Ακολουθήστε τον bwinΣΠΟΡ FM 94.6 στο Google News για να μαθαίνετε πρώτοι τα τελευταία νέα από την Ελλάδα και τον κόσμο.