Σε μία όχι και τόσο μακρινή εποχή, το πρωτάθλημα στην Ελλάδα το διεκδικούσαν ομάδες που χαιρόσουν να τις βλέπεις. Ο Ολυμπιακός διέθετε τον Τζόρτζεβιτς στα ντουζένια του, τον Γιαννακόπουλο σε κέφια, τον Αλεξανδρή να σκοράρει κατά βούληση, τον Καρεμπέ με τον Ζιοβάνι μαζί στα χαφ. Η ΑΕΚ είχε στην ίδια ενδεκάδα Τσιάρτα, Νικολαΐδη, Ζαγοράκη, Καψή, Κασάπη, Ιβιτς.
Ο Παναθηναϊκός, τον Λυμπερόπουλο, τον Καραγκούνη, τον Κωνσταντίνου, τον Χένρικσεν, τον Μπασινά, τον Σεϊταρίδη και την πολυτέλεια να βάζει αλλαγή τον Ολισαντέμπε. Υπήρχε και ο ΠΑΟΚ με τον Γεωργιάδη, τον Οκκά, τον Εγκωμίτη, τον Καφέ και τον Κωνσταντινίδη. Ηταν τα πρώτα χρόνια της νέας χιλιετίας, κάποια πρωταθλήματα παίχτηκαν στην ισοβαθμία ή στον πόντο και ο κόσμος μπορεί να γκρίνιαζε, αλλά η αλήθεια είναι ότι είχαμε ανταγωνιστικό πρωτάθλημα. Αλλωστε, η τριετία που είχε προηγηθεί και κυρίως εκείνη η τριετία μετά το 2000 έφερε την καλύτερη συγκομιδή της χώρας στα ευρωπαϊκά κύπελλα με αποτέλεσμα την (πλασματική για τη δυναμική μας) έκτη θέση στη λίστα της ΟΥΕΦΑ. Οι τρεις θέσεις που οδηγούσαν στο Τσάμπιονς Λιγκ, η έξοδος των παικτών προς την Ευρώπη και το τελειωτικό χτύπημα, η κατάκτηση του Euro, αποτελείωσαν το πρωτάθλημά μας!
Αν σας ξαφνιάζει το γιατί η επιτυχία της Πορτογαλίας αποτέλεσε τροχοπέδη, μην ψάχνετε εξηγήσεις αγωνιστικές αλλά «παράπλευρες». Αν η πολιτεία άρπαζε την ευκαιρία από τα μαλλιά θα είχε επιβάλει τον νόμο στα γήπεδα, ο κόσμος θα μπορούσε να ξαναγυρίσει στις εξέδρες, παίρνοντας τα παιδιά του μαζί, η ευφορία εκείνου του καλοκαιριού (σε συνδυασμό με τους Ολυμπιακούς Αγώνες) ήταν σε θέση να αλλάξει την εικόνα. Και να κυνηγήσουν οι ομάδες πελάτες και όχι μόνο οπαδικά στοιχεία. Το στοίχημα αυτό χάθηκε οριστικά και φυσικά η Σούπερ Λίγκα, παιδί της αμαρτωλής ΕΠΑΕ με τους ίδιους κηδεμόνες και τα αναχρονιστικά μυαλά στην πλειονότητα τους, δεν θα μπορούσε να αλλάξει την εικόνα. Ενα πρωτάθλημα που νοιάζεται ο καθένας για την πάρτη του και που το διαμορφώνουν το νταραβέρι με τη διαιτησία, που όποιος την ελέγχει παραμένει ο κυρίαρχος του παιχνιδιού, πρόεδροι που ψωνίζουν από το Ιντερνετ, τηλεοπτικά συμβόλαια των δύο μεγάλων με την κρατική τηλεόραση που δεν έχουν καμία λογική με βάση την πραγματική αξία της αγοράς.
Ολα αυτά συνθέτουν ένα θλιβερό σκηνικό. Ομως, επαναλαμβάνω, μόλις πριν από λίγα χρόνια, με σχεδόν τα ίδια υπόλοιπα προβλήματα να μας ταλανίζουν (διαιτησία, αναξιοπιστία, τηλεοπτικά συμβόλαια, συνήθως άδειες εξέδρες ) το προϊόν ήταν πολύ καλύτερο! Γιατί; Μα την απάντηση την πήρατε από τα ονόματα που διαβάσατε στο ξεκίνημα. Οι παίκτες παραμένουν το μεγαλύτερο στοιχείο της διαφοράς. Διαχρονικά. Αν διαθέτεις καλούς παίκτες, έχεις και ομάδα.
Ο σημερινός Ολυμπιακός, που παίρνει με κάτω τα χέρια τον τίτλο, σε ένα virtual reality ματς κόντρα στην ομάδα του 1999 του Μπαγεβιτς τι τύχη θα είχε; Ο σημερινός Παναθηναϊκός με τον αντίστοιχο του Κυράστα το 2001; Η ΑΕΚ που είχε παίκτη τον Νικολαΐδη το 2002 με πόσα γκολ αβαντάζ θα άφηνε να αρχίσει το ματς κόντρα στην τωρινή ομάδα;
Είναι ανθρώπινο να ωραιοποιούμε το παρελθόν. Αλλά με το χέρι στην καρδιά, το ελληνικό ποδόσφαιρο τι σχέση έχει με εκείνο, όχι μόνο του 2000, αλλά της δεκαετίας του '90, του '80 και του '70; Τα γήπεδα δεν γέμιζαν πριν από 20 χρόνια γιατί ήθελε ο κόσμος να θαυμάσει το νεόκτιστο Ολυμπιακό Στάδιο, αλλά γιατί έβλεπε και παικταράδες. Στον ΠΑΟ (συν)υπήρχαν Ζάετς, Ρότσα, Σαραβάκος, Καρούλιας, Κυράστας, Γαλάκος, στον Ολυμπιακό Αναστόπουλος, Μητρόπουλος, Μίχος, Σαργκάνης, Κουσουλάκης, στην ΑΕΚ Μαύρος, Μανωλάς, Αρδίζογλου, Νικολούδης, Βλάχος. Στον ΠΑΟΚ της δεκαετίας του '70 και του '80 ο κόσμος θαύμαζε Κούδα, Σαράφη, Τερζανίδη, Ιωσηφίδη, Παρίδη.
Μπορεί, αν υπήρχαν και τότε οι συνθήκες της εποχής Μποσμάν που βιώνουμε τώρα, να άλλαζαν κάθε χρόνο ομάδα. Σίγουρα αρκετοί θα είχαν φύγει στο εξωτερικό. Η ουσία παραμένει πάντως ότι οι πιο πολλοί είχαν συνδεθεί με την εξέδρα, με τον απλό κόσμο, που γνώριζε τα ονόματά τους και πήγαινε στο γήπεδο για να τους απολαύσει.
Το σημερινό ντέρμπι στο ΟΑΚΑ, όπως και το χθεσινοβραδινό στην Τούμπα, μετράνε πια πιο πολύ για τους οπαδούς από ό,τι για τους παίκτες. Ο Κούδας ή ο Αλεξιάδης στη Θεσσαλονίκη δεν έβγαιναν από το σπίτι τους αν έχαναν στο ντέρμπι. Ο Δομάζος δεν μιλιόταν, ο Παπαϊωάννου και ο Σιδέρης το ίδιο. Υπάρχει κανείς που να πιστεύει ότι για τον Τόζερ, τον Γκαλίνοβιτς, τον Κόκε, τον Μπαρκαουάν μετρά στην καρδιά τους το ίδιο το αποτέλεσμα σε αυτά τα ντέρμπι;
Ακολουθήστε τον bwinΣΠΟΡ FM 94.6 στο Google News για να μαθαίνετε πρώτοι τα τελευταία νέα από την Ελλάδα και τον κόσμο.