Η απόφαση του Μισθοδικείου για τις αμοιβές των δικαστών και εκείνη του Ελεγκτικού Συνεδρίου (που εξυπηρετεί αφάνταστα την κυβέρνηση) η οποία προβλέπει την απόλυση περίπου 300 χιλιάδων συμβασιούχων είναι (όσο και αν δεν μας αρέσει ή μας ενοχλεί) ενδείξεις μιας άρρωστης δημοκρατίας. Μιας δημοκρατίας που υπολειτουργεί, μεταλλάσσεται και σταδιακά αποκτά χαρακτηριστικά ολιγαρχικού πολιτεύματος με συνταγματική κατοχύρωση.
Τα συμπτωματα είναι πολλά και έντονα τα τελευταία χρόνια, ώστε δεν πρέπει να τα αγνοήσουμε. Η κυβέρνηση έχει μετατραπεί σε έναν απλό υπενοικιαστή του δικαιώματος διακυβέρνησης της χώρας, για την οποία διακυβέρνηση θα «επιβραβευθεί» ή θα «τιμωρηθεί» από το αποτέλεσμα των εκλογών. Εκλογών που διεξάγονται με νόμους που παραχαράσσουν τη λαϊκή ετυμηγορία. Εκλογών που, εδώ και καιρό, έχουν χάσει τη σημασία τους και απλώς χρησιμεύουν ως μέσο νομιμοποίησης των επιλογών του δικομματισμού.
Ενός δικομματισμού που, και με τις δύο του μορφές, ουδόλως ενδιαφέρεται για την προάσπιση των συνταγματικά κατοχυρωμένων δικαιωμάτων των πολιτών για δουλειά, μόρφωση, υγεία και κοινωνική προστασία. Ενός δικομματισμού που αναλίσκεται στην προάσπιση και κατοχύρωση των συμφερόντων μιας ολιγαρχίας που έχει πρόσβαση στην εξουσία? τόσο στενή, ώστε η εξουσία καθίσταται υποχείριό της. Η κατάσταση, βέβαια, αυτή διευκολύνεται και από τη μετάλλαξη των χαρακτηριστικών της ελληνικής κοινωνίας.
Οι πολίτες –ανασφαλείς, αδύναμοι και απαίδευτοι– μεταβάλλονται σε καταναλωτές που, αντί να απαιτούν, επαιτούν για λίγα ψίχουλα ευμάρειας. Μετά τον B’ Παγκόσμιο Πόλεμο και ιδιαίτερα μετά την πτώση του τείχους του Βερολίνου και την απόλυτη κυριαρχία του καπιταλισμού, επικράτησε –σε όλο τον κόσμο– η αντίληψη του εκδημοκρατισμού της αφθονίας. Αυτή η αντίληψη βασίστηκε στην προσδοκία ότι, με βάση τη μεγαλύτερη παραγωγή αγαθών και πλούτου στην ανθρώπινη ιστορία, κάθε γενιά θα μπορούσε να απολαμβάνει ένα επίπεδο διαβίωσης καλύτερο από εκείνο της προηγούμενης.
Αυτή η αντίληψη, του εκδημοκρατισμού της αφθονίας, έχει πλέον αντιστραφεί και έχει οδηγήσει στη δημιουργία ανισοτήτων, πολύ μεγαλύτερων από ό,τι στο παρελθόν και με ρυθμούς καταιγιστικούς. Βρισκόμαστε μπροστά στο φαινόμενο της δημιουργίας δύο τάξεων στην κοινωνία. Μιας ολιγομελούς, της οποίας τα μέλη μονοπωλούν την εξουσία, την εκπαίδευση και τον πλούτο. Και μιας άλλης που προσπαθεί να επιβιώσει. Και όταν κάποιοι εκπρόσωποι της δεύτερης τάξης κάνουν λόγο για αλλαγή των κοινωνικών δομών, δεν το εννοούν. Απλώς παζαρεύουν τη δυνατότητά τους να προσκολληθούν στην ισχυρή τάξη και να εξασφαλίσουν την επιβίωσή τους. Σε ποια δημοκρατία η αύξηση των μισθών των δικαστών από 40-60% είναι «συνταγματική» και το δικαίωμα 300 χιλιάδων ανθρώπων να δουλέψουν είναι «αντισυνταγματικό»;
Αν και οπου συμβαίνει κάτι τέτοιο, εκεί η δημοκρατία είναι άρρωστη και ο καταστατικός χάρτης λειτουργίας της –το Σύνταγμα– ελαττωματικό. Και εφόσον παραμένει ελαττωματικό, κάποιοι ευθύνονται που δεν αλλάζει. Υποψιάζομαι, όμως, ότι δεν αλλάζει, γιατί αυτοί που έχουν τη δυνατότητα να το αλλάξουν δεν το θέλουν. Τους εξυπηρετεί ο τρόπος που λειτουργεί η δημοκρατία. Πόσες φορές αναρωτηθήκατε ποιους εξυπηρετούσε η ανάληψη των Ολυμπιακών Αγώνων, που θα έφερναν οφέλη –οικονομικά και άλλα– στη χώρα;
Πόσες δημοσιογραφικές έρευνες έγιναν γι’ αυτό το θέμα, από τους τηλεοπτικούς σταθμούς με τους τηλε–αστέρες των εκατομμυρίων, των «αποδείξεων» και της κρυφής κάμερας; Το εγχείρημα εκείνο κόστισε στην οικονομία της χώρας, επιβαρύνοντάς τη με ελλείμματα που πληρώνουν οι φορολογούμενοι, αλλά όχι και εκείνοι που ευνοήθηκαν από τις big business του «αρχαίου πνεύματος».
Σε αυτόν τον τόπο, τελικά, φαίνεται ότι η δημοκρατία είναι τόσο σύγχρονη και τόσο προοδευτική, που αφήνει χώρο ελεύθερο, πρώτα από όλα στη δυνατότητα της κυβερνητικής πλειοψηφίας –κάθε φορά– να ψηφίζει αντισυνταγματικούς νόμους που περιορίζουν τα δικαιώματα των πολιτών. Και όταν οι πολίτες προσφεύγοντας στα δικαστήρια κατά των νόμων δικαιώνονται, η κυβέρνηση προσπαθεί με κάθε τρόπο να αναιρέσει αυτό το δίκαιο.
Γι’ αυτόν ακριβώς το λόγο, οι διατάξεις και τα άρθρα του συντάγματος, που ο δικομματισμός επιδιώκει να αναθεωρήσει, είναι εκείνα που εγγυώνται τα δικαιώματα των πολιτών. Και, ως γνωστόν, αυτά τα άρθρα είναι που αποτρέπουν την κατοχύρωση των προνομίων μιας ελίτ.
Οι πολίτες, πλέον, μοιάζουμε όλο και περισσότερο με τον ναυαγό της διαφήμισης. Αποκλεισμένος στο ερημονήσι του, δεν θέλει να φύγει και ικανοποιείται κάνοντας βόλτες με ένα καινούργιο αυτοκίνητο σε μια στενή λωρίδα παραλίας, μέχρι να του τελειώσει η βενζίνη. Από παλιά μας είχαν ειδοποιήσει ότι «αυτοί» θα μας πουλήσουν μέχρι και το σκοινί με το οποίο θα κρεμαστούμε. Αλλωστε, αυτό δεν είναι αντισυνταγματικό. Ετσι συνηθίζεται στην ελεύθερη αγορά. Είναι, όμως, τουλάχιστον ηλίθιο να θεωρούμε «συνταγματικά κατοχυρωμένο δικαίωμά μας» να παζαρεύουμε την τιμή του.
Ακολουθήστε τον bwinΣΠΟΡ FM 94.6 στο Google News για να μαθαίνετε πρώτοι τα τελευταία νέα από την Ελλάδα και τον κόσμο.