Fight Club - Στα χαρακώματα

FC: Όχι, οι πολιτικοί δεν ντρέπονται

Την τελευταία τετραετία μία στις δύο κουβέντες αφορά «την κατάσταση», «την κρίση», «αυτό που περνάμε». Σταθερό επίκεντρο στις συζητήσεις αυτές είναι οι πολιτικοί και κυρίως όσοι συμμετέχουν ή συμμετείχαν σε κυβερνητικά σχήματα, ως οι κατά τεκμήριο υπεύθυνοι για τις αποφάσεις που πάρθηκαν για τη χώρα.

Την τελευταία τετραετία μία στις δύο κουβέντες αφορά «την κατάσταση», «την κρίση», «αυτό που περνάμε». Σταθερό επίκεντρο στις συζητήσεις αυτές είναι οι πολιτικοί και κυρίως όσοι συμμετέχουν ή συμμετείχαν σε κυβερνητικά σχήματα, ως οι κατά τεκμήριο υπεύθυνοι για τις αποφάσεις που πάρθηκαν για τη χώρα.

Μόνιμη επωδός της κουβέντας ή/και αποστροφή του λόγου ή/και γενικό συμπέρασμα ή/και έκφραση απόγνωσης κ.ο.κ. η ερώτηση «μα καλά, δεν ντρέπονται;». Η συγκεκριμένη φράση είναι ίσως η πιο πολυπαιγμένη της εποχής. Την ακούμε, τη διαβάζουμε, τη βλέπουμε, την ξεστομίζουμε συχνά. Εν πρώτοις δείχνει αθώα και προφανής -άλλωστε η χρήση της αποσκοπεί και στο να δείξει αυτός που τη χρησιμοποιεί ότι αποσείει από πάνω του την όποια προσωπική του ευθύνη.

Έλα όμως που εδώ συντελείται μια τεράστια παρανόηση... Γιατί ενώ ο ερωτών -και όσοι συμφωνούνε μαζί του- θεωρούν προφανές ότι «φυσικά και θα έπρεπε να ντρέπονται», «εννοείται ότι οφείλουν να ντρέπονται» (γι’ αυτά που έκαναν, για όσα δεν έκαναν, για το χάλι στο οποίο μας οδήγησαν κλπ.), στην πραγματικότητα είτε λησμονούν είτε αγνοούν έναν από τους βασικότερους μηχανισμούς της ανθρώπινης ψυχολογίας: αυτόν μέσω του οποίου τοποθετούμε ανά πάσα στιγμή τον εαυτό μας σε σχέση με τη ζώσα πραγματικότητα στο ρόλο του «καλού».

Γιατί το κάνουμε αυτό; Για λόγους άμυνας πιθανότατα, πάντως έτσι συμβαίνει. Και συμβαίνει αυτόματα, δεν το σκεφτόμαστε καν, δεν το «αποφασίζουμε», δεν φιλτράρεται μέσω της λογικής η διαδικασία αυτή, απλώς συμβαίνει. Που οδηγεί αυτή η ασυνείδητη ενδοψυχική διεργασία τους πολιτικούς μας, εν προκειμένω; Στο να πιστεύουν πραγματικά και ολόψυχα πως αυτό που κάνουν, ό,τι κι αν είναι αυτό, είναι «το σωστό», το πρέπον. Δεν βασανίζονται, δεν τους έχουν ψεκάσει, δεν πετάγονται κάθιδροι στον ύπνο τους, αισθάνονται και είναι βέβαιοι για τις επιλογές τους.

Παρόλα αυτά, θα πει κανείς, δεν είναι εντυπωσιακό το πόσο «μουτζαχεντινικός» είναι ο τρόπος με τον οποίον προσεγγίζουν τις πολιτικές τους αποφάσεις, σε σχέση με την επίδραση που αυτές έχουν στο γενικό σύνολο; Δηλαδή, δεν βλέπουν ρε παιδί μου τι συμβαίνει γύρω τους; Δεν βλέπουν τη βίαιη φτωχοποίηση, την πείνα, τις αυτοκτονίες, τη διάλυση; Αν τα βλέπουν, δεν αντιλαμβάνονται σε κάποια φάση ότι έχουν πάρει λάθος στροφή;

Υπάρχει απάντηση και γι’ αυτό: Ναι, φυσικά και βλέπουν και φυσικά και έχουν πολύ καλή αίσθηση και αναλυτικότατες πληροφορίες για το τι «συμβαίνει εκεί έξω». Εδώ, όμως, είναι το σημείο που υπεισέρχεται στην εξίσωση και κάνει τον ρόλο του «καλού» να «κλειδώνει» στο κεφάλι τους. Ο ψυχολογικός όρος που το περιγράφει ονομάζεται «ηθικοποίηση» και πρόκειται για μια διεργασία μέσω της οποίας ο άνθρωπος αναζητά τρόπους προκειμένου να αισθανθεί ότι έχει την ηθική υποχρέωση να ακολουθήσει μια συγκεκριμένη πορεία. Το έκαναν οι αποικιοκράτες, το έκανε η Ιερά Εξέταση, η ιστορία βρίθει παρόμοιων παραδειγμάτων.

Βάλτε τα τώρα μαζί: Ο «καλός» πολιτικός αισθάνεται ότι έχει την «ηθική υποχρέωση» -που απορρέει από τους ανθρώπους που τον ψήφισαν αλλά και τη διαμορφωμένη εθνική ανάγκη- να δράσει προς μία συγκεκριμένη κατεύθυνση, που είναι η «ορθή». Εφόσον διαθέτει τη θεσμική εξουσία για να το πράξει και ταυτοχρόνως νιώθει έντονη την αυτο-δικαίωση, όπως αυτή του υπαγορεύεται από τη (στρεβλή και ευρισκόμενη σε άμυνα) συνείδησή του, τα πράγματα είναι προδιαγεγραμμένα. Θα γίνουν έτσι -και μόνο έτσι.

Η παρανόηση αυτή καταγράφεται για να καταδείξει την τεράστια -και συνεχώς διογκούμενη- απόσταση που χωρίζει την λαϊκή σκέψη από την κρατική πράξη. Πρόκειται για δύο κόσμους που πορεύονται, δρουν και εκφράζονται παράλληλα, καταδικασμένοι να μην συναντηθούν ποτέ. Και χρήσιμο είναι να το έχουμε υπόψιν μας, όσο δύσκολο κι αν είναι να παραδεχτούμε ότι συμβαίνει. Δεν είναι μόνο ο φόβος, οι πιέσεις, οι εκ των προτέρων υπογραφές στα μνημόνια, η ιδιοτέλεια, η έλλειψη θέλησης ή η ατολμία τα κίνητρα που ωθούν τους εκάστοτε κυβερνώντες να τραβάνε τον δρόμο που τραβάνε χωρίς παρεκκλίσεις. Είναι (και) ότι είναι άνθρωποι -κι από την φύση του δεν μπορεί να ξεφύγει κανείς.

Γιάννης Τσαούσης

www.fightclub.gr

Κοπιάστε στο... fightclub@sday.gr

Ακολουθήστε τον bwinΣΠΟΡ FM 94.6 στο Google News για να μαθαίνετε πρώτοι τα τελευταία νέα από την Ελλάδα και τον κόσμο.

Σχετικά βίντεο

close menu
x