Επειδή ακούω και διαβάζω όλο και πιο πολύ για το περιβόητο «Moneyball» και την ταινία, βασισμένη στο βιβλίο του 2003 με πρωταγωνιστή τον Μπίλι Μπιν που ενσάρκωσε στη μεγάλη οθόνη ο Μπραντ Πιτ, θα ήθελα να επισημάνω πως σε αυτή την περίπτωση ισχύει το κλασικό «μην αφήνεις την αλήθεια να χαλάσει μία ωραία ιστορία».
Ο Μπιν, που ήταν τζένεραλ μάνατζερ των Oakland Athletics στο μπέιζμπολ, παρά το χαμηλό μπάτζετ που είχε στη διάθεσή του -τουλάχιστον τα πρώτα οκτώ χρόνια της παραμονής του- κατάφερε να ξεπεράσει η ομάδα τον εαυτό της. Ως πυλώνας της επιτυχίας του ήταν η εξαιρετική στατιστική ανάλυση των αριθμών βάσει των οποίων γινόταν αξιολόγηση των παικτών, συνεπώς έκανε και μεταγραφές ουσίας και ευκαιρίας και όχι εντυπωσιασμού.
Από τη στιγμή που το βιβλίο έγινε ταινία, συνεπώς έγινε και πιο γνωστό σε ευρεία βάση το θέμα του, η κουβέντα γίνεται διαρκώς για το κατά πόσο ένα τέτοιο σύστημα μπορεί δεδομένα να φέρει επιτυχίες. Αλλά κακά τα ψέματα αυτό για το οποίο δεν γίνεται εκτενής κουβέντα είναι πως οι Oakland είχαν εκείνο το διάστημα σπουδαία ταλέντα (Μπάρι Ζίτο, Μιγκέλ Τεχάδα, Μαρκ Μιούλντερ, Τιμ Χάντσον) που είχαν αποκτηθεί μέσα από το κανονικό σκάουτινγκ. Φυσικά είχαν χρησιμοποιηθεί όλα τα στατιστικά στοιχεία για να διαπιστωθεί τυχόν επάρκειά τους, αλλά αυτό συνέβαινε και πριν από τον Μπίλι Μπιν, με τον προκάτοχό του Σάντι Αντερσον. Εκείνος όμως είχε την ατυχία να μη μοιάζει φυσιογνωμικά με τον Μπραντ Πιτ, άρα δεν ενέπνευσε κανέναν η ιστορία του και το Χόλιγουντ δεν θα τον έκανε ποτέ ταινία!
Η όλη κουβέντα πάντως δεν έχει να κάνει με το κατά πόσο ο Μπίλι Μπιν έκανε επιτυχία στο μπέιζμπολ, αλλά αν αυτό το σύστημα στατιστικής ανάλυσης (ή sabermetrics, όπως είναι ο όρος) μπορεί να δώσει αποτελέσματα σε άλλα αθλήματα. Και η απάντηση είναι ξεκάθαρα όχι. Γιατί ένας παίκτης μπέιζμπολ παίζει τον χρόνο περίπου τρεις φορές περισσότερους αγώνες από τον μέσο ποδοσφαιριστή για παράδειγμα και ακολουθεί πιστά τις οδηγίες του κόουτς, όπως συμβαίνει άλλωστε και στο αμερικανικό ποδόσφαιρο. Στον πρόσφατο τελικό του Super Bowl οι ηγετικές φυσιογνωμίες Tom Brady των New Patriots και ο Eli Manning των New York Giants ακολούθησαν (όπως πάντα) κατά γράμμα οδηγίες.
Στο ποδόσφαιρο ποιος σούπερσταρ τηρεί απόλυτα τις οδηγίες; Και επίσης, για να δει κάποιος το λάθος των στατιστικών, αν ο Τσάβι για παράδειγμα έπαιζε σε ομάδα που παίζει με βαθιές μπαλιές όπως η Στόουκ, τι ποσοστό επιτυχίας σε πάσες θα είχε; Γιατί είναι άλλο να δίνεις την μπάλα σε κοντινές αποστάσεις και άλλο να δοκιμάζεις συνέχεια σέντρες. Φυσικά στο ποδόσφαιρο δεν χρειάζεται ιδιαίτερες αναλύσεις για να καταλάβεις αν ο Σέρχιο Αγουέρο για παράδειγμα είναι καλός παίκτης και πως αγοράζοντάς τον προσθέτεις ποιότητα, ούτε να βλέπεις τα στατιστικά για τρία χρόνια του Λουίς Σουάρες, για να διαπιστώσεις αν είναι χρήσιμος σε μια ομάδα.
Από την άλλη όμως βλέπεις τα χρήματα που ξοδεύτηκαν για τον Μπερμπάτοφ από τη Γιουνάιτεντ και με βάση την εικόνα του στην Τότεναμ είναι απογοήτευση, όπως και ο Φερνάντο Τόρες που κόστισε μία περιουσία στην Τσέλσι, αλλά είναι σκιά του παίκτη που βλέπαμε στο «Ανφιλντ». Ο Ζλάταν Ιμπραΐμοβιτς με βάση τα χρήματα που στοίχισε δεν έδειξε ποτέ στην Μπαρτσελόνα την αξία του, σε αντίθεση με τη Μίλαν όπου και λιγότερο κόστισε και άμεσα απέδωσε. Ο Πέδρο πάλι αποτελεί απόλυτη επιβεβαίωση της λέξεως «αποκάλυψη», καθώς η προσφορά του σε σχέση με το τι επενδύθηκε επάνω του είναι μεγαλύτερη.
Το ποδόσφαιρο δεν έχει απολυτότητες. Κάποτε στη χώρα μας ο πρώτος παίκτης που στοίχισε ένα εκατομμύριο δραχμές ήταν ο Κυπριανίδης του Απόλλωνα Καλαμαριάς, όταν αποκτήθηκε από τον Ολυμπιακό. Δεν έκανε ποτέ τη σπουδαία καριέρα, ενώ ο Γιώργος Σιδέρης που τη μέρα που μεταγράφηκε από τον Ατρόμητο Πειραιά δεν βρέθηκε χώρος γι' αυτόν στην πρώτη σελίδα των αθλητικών εφημερίδων ακόμη και σήμερα -40 χρόνια μετά την αποχώρησή του- παραμένει σημείο αναφοράς στον Ολυμπιακό.
Το μπέιζμπολ έχει δεκάδες μετρήσιμα στατιστικά που δίνουν αποτέλεσμα. Το ποδόσφαιρο αντίθετα ελάχιστα. Φυσικά κάποιες βασικές αρχές του σκάουτινγκ δεν αλλάζουν. Ειδικά βλέποντας με τα μάτια σου έναν παίκτη, χωρίς η κάμερα να τον ακολουθεί παντού, διαπιστώνεις τις συνήθειές του, τη συμπεριφορά του, το αν συμμετέχει ενεργά στο ματς ή «σβήνει» όταν δεν έχει την μπάλα, πόσο περιφερειακή όραση έχει ώστε να διαπιστώνει γρήγορα ποιες εναλλακτικές λύσεις έχει μόλις πάρει την μπάλα, αν έχει στο μυαλό του να σκοράρει ο ίδιος ή γενικότερα η ομάδα του, το κοντρόλ του, την ισορροπία του. Και ένα έμπειρο μάτι αμέσως καταλαβαίνει, από τη πρώτη φορά, αν ένας παίκτης σε μικρή ηλικία έχει τις δυνατότητες να κάνει καριέρα. Αν πολλά από αυτά τα κάνει σωστά, έχει πιθανότητες βελτίωσης.
Ειδικά αν κάποια είναι θέμα ενστίκτου και όχι διδαχής! Αυτό σημαίνει πως η πρωτογενής ύλη υπάρχει για να δουλευτεί. Οι πιο απαιτητικές ακαδημίες του πλανήτη παραμένουν εκείνες του Αγιαξ, γιατί μαζί με την όποια τεχνική, τα παιδιά από πολύ μικρά, ακόμη και από τα οκτώ, μαθαίνουν και τακτική! Στην Ελλάδα, για να αντιληφθεί κανείς τι συζητάμε, μέχρι τα 14 με 15 ακόμη και στις καλύτερες ομάδες δεν γίνεται κουβέντα για τακτική ανάλυση! Ομως τα στατιστικά ενός παίκτη στο ποδόσφαιρο σπάνια δίνουν αληθινή εικόνα. Οπότε την επόμενη φορά που θα ακούσετε ή θα διαβάσετε βαθυστόχαστες αναλύσεις του τύπου «το ποδόσφαιρο χρειάζεται έναν Μπίλι Μπιν όπως στο "Moneyball"», απλά χαμογελάστε.
Ακολουθήστε τον bwinΣΠΟΡ FM 94.6 στο Google News για να μαθαίνετε πρώτοι τα τελευταία νέα από την Ελλάδα και τον κόσμο.