Τρέφω απεριόριστο σεβασμό στον Ντούσαν Ίβκοβιτς, τον θεωρώ σπουδαίο προπονητή και ωραίο άνθρωπο, αλλά ώρες - ώρες μου δίνει την εντύπωση ότι βαριέται... Το παιχνίδι που χάθηκε το βράδυ της Πέμπτης, είναι απ’ αυτά που λέμε ότι δεν χάνονται (και δεν είναι το πρώτο φέτος, αν θυμηθούμε εκείνο το γιουρούσι του Χάιντς που κατέληξε σε τάπα από τον Σερμαντίνι και μερικά ακόμα), ειδικά με τον τρόπο που πήγε στην παράταση και τσάκισε τα νεύρα και το ηθικό των Τούρκων . Αλλά η παράταση και ειδικά η τελευταία φάση της, εμένα μου έδειξε ότι δεν υπήρχε πλάνο, ένα συγκεκριμένο σύστημα για τέτοιες περιπτώσεις - δεν χρειάζεται time - out για να το εξηγήσεις ή να το σχεδιάσεις εκείνη τη στιγμή, είναι κάτι που πρέπει να το έχεις δουλέψει στις προπονήσεις, για την περίπτωση που θέλεις ένα καλάθι στην τελευταία σου επίθεση.
Και να πω ότι δεν έκανε ο Γιάκα Λάκοβιτς ό,τι περνούσε από το χέρι του για να δώσει ακόμα μια χαρά στους Έλληνες; Ήταν ο γνωστός Γιάκα, που σημάδεψε σίδερο από το τρίποντο λίγο πριν τη λήξη της τέταρτης περιόδου, που έχασε μια βολή που έπρεπε να βάλει κι έβαλε αυτή στο τέλος που έπρεπε να χάσει, καθώς μέχρι να αναπηδήσει η μπάλα στο στεφάνι, να πάρουν οι παίκτες του Ολυμπιακού το ριμπάουντ και να γίνει η πρώτη πάσα, το ματς θα είχε τελειώσει. Εν πάσει περιπτώσει, ο Σλούκας πέτυχε ένα απίθανο τρίποντο και πήγε τον Ολυμπιακό στην παράταση. Και στο τέλος του έξτρα χρόνου, η μπάλα βρέθηκε στα χέρια του Σπανούλη, με όλα τα δευτερόλεπτα δικά του κι έναν πόντο πίσω στο σκορ.
Και τι συνέβη; Αντί να... εξαφανιστούν όλοι οι συμπαίκτες του στις τέσσερις γωνίες ή ακόμα και στη φυσούνα για να του αφήσουν χώρο να πάει ένας με έναν, εκείνοι απλά στάθηκαν ακίνητοι και τον κοιτούσαν. Κι εκείνος, αντί να πάει μέχρι μέσα για το λέι - απ ή για να πάρει ένα φάουλ (μια απλή προσποίηση αρκούσε), σταμάτησε την ντρίπλα κι έδωσε τη μπάλα στον Σλούκα, που ήταν στα 6 μέτρα και με αντίπαλο κοντά του. Όσο «ζεστός» κι αν ήταν ο μικρός κι όσο καλή ψυχολογία και να είχε, είναι άδικο να του ζητάς να βγάλει τα κάστανα απ’ τη φωτιά. Και όσο κατάκοπος κι αν ήταν ο Σπανούλης από τα σχεδόν 40 λεπτά στο παρκέ, είναι ανεξήγητο που σταμάτησε την ντρίπλα κι έψαξε την πάσα - ποτέ δεν τον θυμάμαι σε Παναθηναϊκό, Εθνική και Ολυμπιακό να διστάζει να πάρει το τελευταίο σουτ.
Φάνηκε όμως σαν να μην υπάρχει συγκεκριμένο σύστημα, ρητή εντολή για το τι πρέπει να γίνει, αλλά να αφέθηκε η τύχη του αγώνα στη φαντασία των παικτών. Κι αυτό δεν βαραίνει τον Σπανούλη ή τον Σλούκα, αλλά τον «Ντούντα». Δεν μπορώ να φανταστώ αντίστοιχη αμέλεια από τον Ομπράντοβιτς σε αντίστοιχη κατάσταση και δεν λέω ότι σώνει και ντε θα του έβγαινε αυτό που είχε σχεδιάσει, αλλά ότι σίγουρα θα γινόταν στο παρκέ αυτό που είχε «διατάξει».
Δεν μπορώ επίσης τον «Ζοτς» να δέχεται να του διαλέγουν το καλοκαίρι τους παίκτες με τους οποίους θα πρέπει να συνεργαστεί μέσα στη χρονιά, ερήμην του και να πρέπει μετά από μήνες να κάνει τόσες αλλαγές. Ούτε φαντάζομαι ότι θα έμενε απαθής αν ένας παίκτης του, συμπατριώτης του ή όχι, συνδύαζε τόσο κακή παρουσία με πειθαρχικά παραπτώματα, όπως π.χ. συμβαίνει με τον Κέσελ. Αντιθέτως ο «Ζοτς» έχει δείξει ότι είναι σκληρός αλλά δίκαιος, ότι τιμωρεί και αφήνει εκτός ομάδας για όσο χρειαστεί αυτούς που είναι αδιάφοροι, αφηρημένοι ή τους παίρνει ο ύπνος, αλλά τους επαναφέρει όταν νιώσει πως ήρθε η ώρα κι εκείνοι επανεμφανίζονται «άλλοι άνθρωποι». Ο «Ζοτς» τα σάρωσε όλα κάποτε αφήνοντας δυο από τους πιο ακριβοπληρωμένους παίκτες του στην εξέδρα (Ντελκ και Γιαφτόκας) επειδή έκρινε ότι δεν ήταν συμβατοί με το σύστημα της ομάδας - ρίσκαρε και κέρδιζε, αν και ήξερε ότι θα «λογοδοτούσε» αν αποτύγχανε.
Άλλο πράγμα όμως ο «Ζοτς» κι άλλο ο «Ντούντα»... Και δεν φταίνε πάντα οι Πηλοΐδηδες και οι Ζαβλανοί, έτσι;
Κώστας Βαϊμάκης
www.fightclub.gr
Κοπιάστε στο... fightclub@sday.gr
Ακολουθήστε τον bwinΣΠΟΡ FM 94.6 στο Google News για να μαθαίνετε πρώτοι τα τελευταία νέα από την Ελλάδα και τον κόσμο.