Σύμφωνα με το ρεπορτάζ του Παναθηναϊκού οι ελλείψεις της ομάδα ενόψει του πρώτου παιχνιδιού των πλέι οφ στην Τούμπα -βλέπε Λέτο, Μπουμσόνγκ, Καντέ και μάλλον Σπυρόπουλος- θα αναγκάσουν τον Φερέιρα να «ανακατέψει τη σάλτσα» καλύπτοντας καίριες θέσεις του 4-3-3 με παίκτες-πολυθεσίτες. «Πασπαρτού», όπως έχουν επικρατήσει να λέγονται.
Ο ευφημισμός αυτός είναι κατά βάσιν παγκόσμιο εφεύρημα των προπονητών που αναγκάστηκαν να δουλεύουν με μικρό μπάτζετ ή/και ο πιο εύκολος τρόπος για να ανεβάσουν ψυχολογικά κάποιους παίκτες που δεν είναι τόσο καλοί και χρησιμοποιούνται περιστασιακά στους αγώνες ως μπαλώματα. Οι αθλητικογράφοι με τη σειρά τους πολυχρησιμοποιούν τη λέξη καταχρώμενοι την έννοιά της και «τεντώνοντάς» την καταπώς βολεύει η εκάστοτε χρονική συγκυρία, με αγαπημένη περίσταση αυτή όπου μπαίνει σε κείμενα για να εξηγήσει «πως θα αξιοποιηθούν καλύτερα οι εντός της ομάδας αδρανείς δυνάμεις», πως θα τα κουτσοβολέψουμε δηλαδή μέχρι να μπορέσουμε να κάνουμε καμιά μεταγραφή της προκοπής... κι αν μας βγει και κανένα φυντάνι στην πορεία δεν θα πούμε όχι.
Στην ιστορία του ποδοσφαίρου ελάχιστοι είναι οι παίκτες που έχουν σταδιοδρομήσει αγωνιζόμενοι με την ίδια επιτυχία και σε υψηλό επίπεδο σε περισσότερες από μία θέσεις. Ως γνωστόν η «καλή» θέση κάθε ποδοσφαιριστή είναι μία, υπό την έννοια ότι το «ίχνος» που αφήνει μέσα του η εκμάθησή της σε μικρή ηλικία αφορά τα δομικά (αγωνιστικά) στοιχεία αυτής και μόνο: τον χώρο που καλύπτει στο γήπεδο, τις αναγκες του ρόλου της ιεραρχικά, τις απαραίτητες κινήσεις του σώματος, τις πάσες, τα μέτρα που απαιτούνται να καλυφθούν με σπριντ και ούτω καθεξής. Επειδή όμως αυτά παίρνουν χρόνια για να γίνουν κτήμα και πολύ κόπο για να αναπτυχθούν και να φτάσουν να είναι ανταγωνιστικά σε επίπεδο πρωταθλητισμού χρειάζεται προσήλωση και αφοσίωση τέτοια, που δεν αφήνει χώρο για παράλληλη ποδοσφαιρική εκμάθηση παρόμοιου επιπέδου.
Με λίγα λόγια, όσο ταλαντούχος, δουλευταράς και οξυδερκής να είναι ένας παίκτης που έχει φτάσει σε ποσοστό «κατάκτησης» των μυστικών της θέσης του π.χ. 90%, δεν υπάρχει περίπτωση, ακόμα κι αν το έχει προσπαθήσει εντατικά και φιλότιμα, να μάθει τα αντίστοιχα μυστικά μιας άλλης θέσης σε ποσοστό άνω του 50-60%. Σε επίπεδο Παναθηναϊκού λοιπόν, και οποιασδήποτε άλλης αντίστοιχου βεληνεκούς ομάδας, είναι μάταιο -και εν πολλοίς παραπλανητικό να πλανάται δημοσίως ως τέτοιο- να πιστεύει ο φίλαθλος ότι ο όποιος «πασπαρτού» θα μπορέσει να καλύψει τις αγωνιστικές ανάγκες ισάξια με τον «βασικό»/γνώστη της θέσης.
Εν προκειμένω, ο Βύντρα ποτέ δεν θα μπορέσει να αποδόσει ως κεντρικός αμυντικός ή ως αριστερός μπακ αυτά που δίνει ως δεξιός οπισθοφύλακας. Αντίστοιχα ο Κατσουράνης δεν είναι Μαστσεράνο για να παίζει κεντρικός αμυντικός ούτε «Έκι» για να παίζει με άνεση «δεκάρι», ο Νίνης δεν ήταν, δεν είναι και δεν πρόκειται να γίνει δεξιός ή αριστερός εξτρέμ (παρότι στην πρώτη θέση έχει χρησιμοποιηθεί πολύ) μια που τα χαρακτηριστικά του είναι «ταμάμ» για τη θέση πίσω από τον επιθετικό.
Θέλω να πω ότι τα «μετρημένα κουκιά» στις ομάδες προκύπτουν συνεχώς (λόγω τιμωρημένων και τραυματιών), ναι, ωστόσο η ωραιοποίηση της κατάστασης με εύηχες προτάσεις όπως «οι πολλοί πασπαρτού της ομάδας θα καλύψουν τις αναγκαστικές απουσίες» κρύβουν πίσω από το -γοητευτικό, είναι η αλήθεια- «σκέπαστρό» τους το γεγονός ότι η ομάδα μπαίνει στο γήπεδο με ένα εκ των προτέρων χάσκον κενό το οποίο θα πρέπει να καλύψουν οι υπόλοιποι παίκτες, υπερβάλλοντας εαυτούς στο κομμάτι της τακτικής και της αγωνιστικής αλληλεγγύης. Ρωτήστε και τον Φερέιρα, αυτός το ξέρει καλύτερα απ’ όλους.
Γιάννης Τσαούσης
Κοπιάστε στο... fightclub@sday.gr
Ακολουθήστε τον bwinΣΠΟΡ FM 94.6 στο Google News για να μαθαίνετε πρώτοι τα τελευταία νέα από την Ελλάδα και τον κόσμο.