Mετά το θαύμα της Πορτογαλίας το πιο δυσεύρετο πράγμα στην Ελλάδα ήταν ένα εισιτήριο για τα ματς της Εθνικής ομάδας. Τα διαρκείας είχαν εξαφανιστεί, τα ελάχιστα διαθέσιμα για κάθε ματς «έφευγαν» σε λίγα λεπτά. Με τον καιρό αυτό ατόνησε και φτάσαμε να παίζουμε ματς πρόκρισης για το Μουντιάλ με την Ουκρανία σε μισογεμάτο γήπεδο ή να αντιμετωπίζουμε μπροστά σε ελάχιστους την παγκόσμια πρωταθλήτρια Ιταλία. Κι όμως, η Εθνική ομάδα κόντρα σε αυτή την περιρρέουσα δύσοσμη ατμόσφαιρα του ελληνικού ποδοσφαίρου συνέχισε να διακρίνεται. Προκρίθηκε στο Euro του 2008, πέρασε στο Μουντιάλ του 2010 και τώρα διεκδικεί ακόμα μία πρόκριση.
Κακά τα ψέματα. Ο Ελληνας οπαδός δεν αγάπησε ποτέ με όλη του την καρδιά την Εθνική ομάδα. Οποιαδήποτε δικαιολογία για το κακό θέαμα, τον καιρό ή την πρόσκαιρη αποτυχία στα προκριματικά του Μουντιάλ του 2006 είναι φαιδρό επιχείρημα. Οπως και η γκρίνια για φτωχό θέαμα, λες και οι ομαδάρες μας στο πρωτάθλημα «βγάζουν» μάτια. Ο,τι και να λέμε, δυστυχώς δεν μπήκε ποτέ στο πετσί μας η Εθνική ομάδα στο ποδόσφαιρο. Γιατί η αθλητική παιδεία που οφείλουν να δώσουν το σχολείο και η οικογένεια στο νέο παιδί σε εμάς είναι άγνωστες λέξεις. Σε μία χώρα που το σχολείο δεν προσφέρει ούτε τη βασική παιδεία, που τα πανεπιστήμιά μας είναι εκείνα με τις χειρότερες παροχές στη Δυτική Ευρώπη, είναι ουτοπικό να αναμένουμε να καλλιεργήσει η πολιτεία αυτό το πνεύμα στα παιδιά. Η χώρα που βαυκαλίζεται πως γέννησε τον αθλητισμό -το έχω ξαναγράψει- βιάστηκε να τον δώσει για υιοθεσία!
Κάποτε είχα διαβάσει μία δήλωση Ουαλού οπαδού που πήγαινε στο γήπεδο ανελλιπώς επί μία δεκαετία χωρίς να βλέπει... φως στο τούνελ. «Η εθνική ομάδα είναι αναπόσπαστο κομμάτι από τη ζωή μου. Ο σύλλογός μου απλώς κομμάτι από την καθημερινότητά μου». Το βρήκα καταπληκτικό. Και στην ίδια λογική με αυτόν είναι οι οπαδοί στη Φινλανδία, τη Νορβηγία, τη Σκωτία, την Ισλανδία, τη Βόρειο Ιρλανδία, το ΕΪΡΕ. Γήπεδα πάντα γεμάτα στα παιχνίδια της εθνικής, με σπάνιες διακρίσεις και νίκες. Εμείς στην Ελλάδα τι περιμέναμε μετά το Euro; Να κατακτήσουμε και το Μουντιάλ; Να πηγαίνουμε τουλάχιστον στα προημιτελικά; Ο Ελληνας οπαδός δεν πάει άλλωστε στο γήπεδο για το ματς, για το θέαμα, για την όλη διαδικασία. Πάει για τη νίκη. Ενα βίωμα που έχει ριζωθεί χρόνια και δεν μπορεί να αλλάξει. Ούτε μετά την Πορτογαλία. Για την ακρίβεια, αυτή η επιτυχία μάλλον το έκανε χειρότερο! Το μικρό Ελληνόπουλο δεν μαθαίνει από τον μπαμπά του να πηγαίνει για να δει την ομάδα στο γήπεδο. Δεν είναι στη συνήθειά του, δεν γίνεται κάτι αυτόματο και προκαθορισμένο ανεξαρτήτως αγώνα και αντιπάλου. Καθορίζεται εξ ολοκλήρου από τις περιστάσεις!
Η Ελλάδα κάποτε έπαιζε στο Ολυμπιακό Στάδιο με 1.000 άτομα, τα πιο πολλά μάλιστα με προσκλήσεις, στη δεκαετία του '80. Τα ονόματα που είχε η ομάδα ήταν τεράστια, από τον Σαραβάκο και τον Μανωλά μέχρι τον Αναστόπουλο και τον Μητρόπουλο. Κι όμως, η απέραντη ερημιά στην εξέδρα έδινε το στίγμα της ανυποληψίας μας. Και σε μία εποχή που τα γήπεδα στο πρωτάθλημα κάθε Κυριακή στέναζαν από κόσμο! Για τη συμπεριφορά του οπαδού σαφέστατα και ο αθλητικός Τύπος σύσσωμος φέρει ευθύνη, μια και πάντα έδινε προτεραιότητα σε κάθε αστεία είδηση συλλόγου μπροστά από την Εθνική. Φαίνεται και αυτές τις μέρες που η προετοιμασία για το ματς στη Μάλτα δεν υπάρχει σχεδόν πουθενά! Γιατί τη διαχρονική ρήση του Σίλερ «να αγαπάς αυτό που έχεις, αν δεν έχεις αυτό που πραγματικά αγαπάς» δεν τη βιώσαμε ποτέ στον αθλητισμό, ώστε να την κάνουμε πραγματικό κτήμα μας. Και αυτό το πληρώνει αυτή η ομάδα, η οποία συγκριτικά με το τι ακριβώς προϊόν είναι το ελληνικό ποδόσφαιρο, τελικά μας έχει... κακομάθει! Γιατί είναι κανονική ομάδα, η οποία δουλεύει με κανόνες και αξιοκρατία. Και φέρνει αποτελέσματα. Πράγματα απαγορευμένα και λέξεις άγνωστες στη σύγχρονη μοντέρνα Ελλάδα.
Ακολουθήστε τον bwinΣΠΟΡ FM 94.6 στο Google News για να μαθαίνετε πρώτοι τα τελευταία νέα από την Ελλάδα και τον κόσμο.