Οι «ψόφιοι» θεατές και οι εκστασιασμένοι τηλεθεατές των ελληνικών ποδοσφαιρικών αγώνων διαφέρουν πολύ σε απόλυτα νούμερα, καθώς οι δεύτεροι είναι πολλαπλάσιοι των πρώτων. Είναι, όμως, πανομοιότυποι σε κάτι άλλο: όταν ένα μικρό κομμάτι αυτών που βρίσκονται στο γήπεδο αποφασίσει να δράσει σαν τον καρχαρία που μυρίζει αίμα, να ορμήξουν δηλαδή «τρελαμένοι» προς τον στόχο τους για να δαγκώσουν, την ίδια στιγμή ένα -αισθητά μεγαλύτερο- κομμάτι των τηλεθεατών νιώθει τη μεταλλική γεύση της αδρεναλίνης στην άκρη της γλώσσας του, γουρλώνει τα μάτια με αδημονία και αυξάνει την ένταση της φωνής για να απολαύσει το «θέαμα» σε όλη του την έκταση και την ένταση.
Η σχιζοφρενική αντίστιξη που δημιουργείται ανάμεσα στα προαναφερθέντα πλήθη και τα υπόλοιπα κομμάτια των πληθών, εκείνα που δεν επιθυμούν ή/και αντιτίθενται σ’ αυτά που βλέπουν να διαδραματίζονται, συνοψίζεται στα εξής δύο σκηνικά: Στο μεν ΟΑΚΑ, π.χ. χθες, με τους ΑΕΚτσήδες που είχαν ήδη εισβάλλει στον αγωνιστικό χώρο να επιτίθενται με βρισιές και χειρονομίες (!) προς το κομμάτι εκείνο της κερκίδας που αποδοκίμαζε τις πράξεις τους, στη δε τηλεόραση κάποιου σαλονιού με το γεμάτο απελπισία βλέμμα του «άμπαλου» φίλου/συγγενούς/γκόμενας που αναρωτιέται τι είδους ηδονή αντλεί κάποιος με το να παρακολουθεί ανθρώπους να δέρνουν άλλους ανθρώπους χωρίς προφανή (ή εστω ελάχιστα προφανή) λόγο.
Το να υποστηρίξει κάποιος ότι η έξαρση αυτή έχει μια «λογική» υπό την έννοια ότι την «ευνοεί η κοινωνική αστάθεια της εποχής» είναι μια άποψη με βαρύτητα, ειδικά αν την εκφέρει κοινωνιολόγος, αλλά ακόμα κι έτσι δεν είναι τίποτα παραπάνω από ένα επιδερμικό άγγιγμα στο θέμα. Σε μία σεζόν κατά την οποία έχουμε κρούσματα όλων των ειδών της βίας από οπαδούς σχεδόν των μισών ομάδων της Superleague (ΟΣΦΠ, ΠΑΟ, ΑΕΚ, ΠΑΟΚ, ΑΡΗ, Ηρακλή, Λάρισας, Πανσερραϊκού), καθημερινές εξακοντιζόμενες απειλές προς όλες τις κατευθύνσεις -παίκτες, παράγοντες, δημοσιογράφους κλπ.-, και φυσικά τον εκτός γηπέδου «συμμοριτοπόλεμο» με επίκεντρο οπαδικούς συνδέσμους να συνεχίζεται αμείωτος, τι συμπέρασμα να βγάλεις ή τι κουράγιο να πάρεις όταν στις 20 Δεκεμβρίου ο αρμόδιος υφυπουργός κ. Νικητιάδης δηλώνει ότι «Από την ΕΛΑΣ μας δόθηκαν στοιχεία που δείχνουν μείωση των επεισοδίων συγκριτικά με πέρυσι»;
Η χειρότερη «αλλαγή επιπέδου» όμως που έχουν επιφέρει οι φετινές εικόνες βίας είναι ότι -εκτός από το ότι δεν αντιμετωπίζονται επαρκώς κατασταλτικά- έχουν σχεδόν πάψει να ενοχλούν, έχουν με τον τρόπο τους ενσωματωθεί στην καθημερινότητα του ποδοσφαίρου μας. Μαζί τους και οι τζαμπατζήδες, τα χημικά, τα πλιάτσικα, οι κόντρες με την αστυνομία και μια διαρκώς διογκούμενη αίσθηση ότι παρακολουθούμε την αποτύπωση ενός στρεβλού κριτηρίου «ισονομίας και αυτοδικίας» μικρών ομάδων οπαδών «επί χάρτου». Οι οποίες βρήκαν το πολιτισμικό περιβάλλον του ποδοσφαίρου σε κρίση και ρίχτηκαν πάνω του με μανία για να το αποτελειώσουν.
Γιάννης Τσαούσης
Κοπιάστε στο... fightclub@sday.gr
Ακολουθήστε τον bwinΣΠΟΡ FM 94.6 στο Google News για να μαθαίνετε πρώτοι τα τελευταία νέα από την Ελλάδα και τον κόσμο.