Στην Ελλάδα δεν έρχονται τα μεγάλα ονόματα από προπονητές. Βασική επωδός κάθε σχετικής συζήτησης, η οποία συνήθως ακολουθείται από την ατάκα «και αν έρθουν, το κάνουν για τα ένσημα». Δεν είναι λάθος η οπτική γωνία, αν κάποιος στέκεται από τη μία πλευρά. Αν είναι από την άλλη, όμως, διαπιστώνει πως όπως όλα τα νομίσματα, έτσι κι αυτό έχει δύο όψεις. Ο Ρεχάγκελ, για παράδειγμα, μας απέδειξε πως δεν ήρθε για τον ήλιο και τη θάλασσα στην Ελλάδα. Αντίθετα ο Ιορντανέσκου έφτασε με τυχοδιωκτική νοοτροπία και λογική. Κάποτε ο Στέφαν Κόβατς –δοξασμένος και με πολλά λεφτά– νόμιζε στον Παναθηναϊκό πως θα έχει ρόλο τεχνικού διευθυντή. Τον έβαλαν με τη φόρμα μέσα στις λάσπες της Παιανίας να κάνει προπόνηση. Στο τέλος της καριέρας του ήταν το τελευταίο που επιθυμούσε. Αποτέλεσμα, να φθαρεί και να μην προσφέρει αυτά που θα μπορούσε από άλλο πόστο ως τεράστια φυσιογνωμία.
Τον Τόμισλαβ Ιβιτς βιάστηκε ο κόσμος και ο Τύπος να τον βγάλουν άχρηστο. Τον Αρι Χάαν να τον παρουσιάσουν ως ψυχρό υπολογιστή του τραπεζικού λογαριασμού του. Τον Χέλμουτ Σενέκοβιτς απόμακρο από τους παίκτες. Τον Ιβιτσα Οσιμ μεθύστακα και χωρίς πυγμή. Τον Κάζιμιρ Γκόρσκι έναν άβουλο γεράκο. Τον Γκέοργκ Κέσλερ ανίκανο να αντιληφθεί την ελληνική νοοτροπία. Τον Τάις Λίμπρεχτς μιζαδόρο και κλικαδόρο! Η λίστα, ατελείωτη. Η Ελλάδα ήταν, είναι και θα είναι νεκροταφείο προπονητών. Ο Μουρίνιο δεν θα άντεχε μήνα, ο Μπενίτεθ θα επέστρεφε στο γυμναστήριό του, ο Λίπι θα εκλιπαρούσε για έλεος, ο Ράικαρντ θα άκουγε όλους τους προπονητές της εξέδρας να του υποδεικνύουν τι να κάνει!
Είμαστε ανυπόμονοι. Σε αυτό έχει απόλυτο δίκιο ο Μαλεζάνι, για τον οποίο η γνώμη μου δεν αλλάζει, πως είναι ικανότατος τεχνικός, αλλά ουσιαστικά στον ΠΑΟ παλεύει ένα χαμένο στοίχημα. Εφτασε ο ίδιος τον κόμπο στο χτένι, αρνούμενος πεισματικά να βρει την καλύτερη ενδεκάδα του για σχεδόν έξι μήνες. Και όταν το έκανε, είδε τελικά την ομάδα του να κάνει σερί νίκες! Ποιος όμως έφταιγε αρχικά; Ομως η καλή του παρουσία στην Πάρμα με την κατάκτηση του Κυπέλλου ΟΥΕΦΑ το '99 δεν διαγράφεται επειδή έχει αποτύχει στην Ελλάδα. Και αυτό είναι το σημείο-κλειδί. Το έχω ξαναπεί πως το μεγάλο όνομα όχι μόνο δεν εγγυάται καλή πορεία στη Ευρώπη –όπως ονειρεύονται οι οπαδοί–, αλλά ούτε τον τίτλο στην Ελλάδα.
Αυτό δεν σημαίνει πως δεν πρέπει να προσπαθεί ένας σύλλογος να φέρει ένα καλό όνομα. Και όπως είδατε από το εξαιρετικό χθεσινό θέμα του Γιώργου Μαζιά, ελεύθερα ονόματα υπάρχουν άπειρα! Κι αν έχουν μείνει μία σεζόν χωρίς δουλειά, τότε το κασέ τους πέφτει δραματικά. Στο σύγχρονο ποδόσφαιρο τα πάντα γίνονται όπως ακριβώς στη ζωή: γρήγορα. Με τρομερό ρυθμό. Ετσι μέσα σε μία χρονιά κάποιος βλέπει το κασέ του να εκτοξεύεται με μία επιτυχία. Κάποτε χρειαζόσουν συνέχεια για να θεωρείσαι όνομα. Τουλάχιστον πέντε με δέκα χρόνια στον χώρο με τίτλους και όσο το δυνατόν λιγότερες ομάδες στο βιογραφικό. Τώρα αυτά είναι... πασέ! Ντεμοντέ! Μία χρονιά, ένας τίτλος, μία καλή πορεία και έκανες όνομα. Αποτέλεσμα; Μία κακή χρονιά να ακολουθήσει και η μπογιά σου να αρχίσει να μην περνά. Δύο και ψάχνεις για δουλειά. Αν μείνεις και ένα χρόνο χωρίς ομάδα, η ουρά στο ταμείο ανεργίας μεγάλωσε και έχεις πρόβλημα!
Πού είναι για παράδειγμα ο Βίκτορ Φερνάντεθ, που έβγαλε τη Θέλτα στο Τσάμπιονς Λιγκ και ήταν πρώτος υποψήφιος για αντικαταστάτης του Ινιάκι Σάεθ στην εθνική ομάδα; Μία κακή χρονιά στο Βίγκο και μία ατυχής επιλογή στην Πόρτο και είναι άνεργος. Ο Χαβιέρ Ιρουρέτα, που έχτισε το θαύμα της Κορούνια, ήδη πέρασε μια σεζόν... αγρανάπαυσης. Δεν σκοτώνονται όμως πια οι ομάδες στα πόδια του. Ο Ντενουί, που παραλίγο να πάρει τον τίτλο με τη Σοσιεδάδ και είχε οδηγήσει τη Ναντ το 2001 στον τελευταίο τίτλο τής προ Λιόν εποχής στη Γαλλία, έκανε τον δύσκολο το 2004 στον Ολυμπιακό και τώρα παραμένει χωρίς ομάδα! Ο περιζήτητος το 2003 Χαλίλχοτζιτς έριξε τα μούτρα του και πήγε στην Τραμπζονσπόρ. Ο Χίτζφελντ μετά την Μπάγερν είναι ακόμα στο σπίτι του, ενώ ο Τζακερόνι, που πήρε πρωτάθλημα με τη Μίλαν και πέρασε και από την Ιντερ, είχε μία μόνο πρόταση εδώ και ενάμιση χρόνο!
Ο Κάτανετς δεν δούλεψε ξανά μετά την απόλυσή του από τον Ολυμπιακό, ο Ρανιέρι είδε ελάχιστες πόρτες να ανοίγουν μετά την άσχημη χρονιά με τη Βαλένθια, ο Μανέ, που δημιούργησε το θαύμα της Αλαβές, δεν επιβεβαίωσε τις προσδοκίες, ο Κούπερ ψάχνεται για μια καλή πρόταση που θα αναγεννήσει την καριέρα του.
Ο Ντιντιέ Ντεσάμπ πέρυσι θα ήταν απλησίαστος για ελληνική ομάδα. Οσο περνά ο καιρός μοιάζει ως η καλύτερη διαθέσιμη λύση στην Ευρώπη. Ο 48χρονος Ράνγκνικ έχει πάρει τα περισσότερα εύσημα στη Γερμανία για τη δουλειά του στη Σάλκε. Ενας κακός μήνας, μία απόλυση και τώρα το κασέ του είναι στο μισό απ' ό,τι μόλις πριν από τα Χριστούγεννα!
Σε ένα ολοταχώς αυξανόμενο ανταγωνιστικό τοπίο στο ποδόσφαιρο, το να περιμένεις σπάνια αυξάνει τις πιθανότητές σου. Ο προπονητής είναι το πλέον αναλώσιμο είδος στο ποδοσφαιρικό βασίλειο και πια σε σύγκριση με δύο δεκαετίες πίσω δεν είναι είδος πολυτελείας για τις λεγόμενες χώρες δεύτερης και τρίτης ταχύτητας. Μόνο πρόβλημα για αρκετούς πως δεν ξέρουν τι να διαλέξουν: να μείνουν άνεργοι ή να τρελαθούν τελείως στη χώρα μας, έχοντας ακούσει ιστορίες από άλλους που προηγήθηκαν; Είναι ένα δίλημμα ακόμα και για προπονητές στα πρόθυρα νευρικής κρίσης!
Ακολουθήστε τον bwinΣΠΟΡ FM 94.6 στο Google News για να μαθαίνετε πρώτοι τα τελευταία νέα από την Ελλάδα και τον κόσμο.