Εμοιαζε πάντα πιο μεγάλος από την πραγματική του ηλικία. Είχε περάσει και αυτός ως παιδί μέσα από τη λαίλαπα που άφησαν πίσω τους η καταστροφική μεγαλομανία του Μουσολίνι και τα αποκαΐδια ενός πολέμου που γονάτισε την Ιταλία. Ο Εντσο Μπέαρζοτ κατάφερνε πάντα να πηγαίνει κόντρα στο ρεύμα. Και έδωσε στην Ιταλία έναν παγκόσμιο τίτλο το 1982 βγαλμένο από τα μεγαλύτερα σενάρια του Χόλιγουντ.
Με πρωταγωνιστή έναν ξεχασμένο ήρωα (τον Πάολο Ρόσι) που δύο χρόνια ήταν τιμωρημένος λόγω των παράνομων στοιχημάτων και τερματοφύλακα έναν 40χρονο (τον Ντίνο Τζοφ) που επί τέσσερα χρόνια όλοι φώναζαν να τον αντικαταστήσει. Το 1978 στην Αργεντινή η Ιταλία είχε καλύτερη ομάδα από αυτή που τελικά αναδείχτηκε παγκόσμια πρωταθλήτρια μία τετραετία αργότερα, αλλά τα γκολ που δέχτηκε από την Ολλανδία και τη Βραζιλία ο Τζοφ, από σχεδόν τριάντα μέτρα, καθόρισαν την τύχη της.
Ο Εντσο ωστόσο ήταν από εκείνους τους προπονητές που πιστεύουν στη σχέση με τους παίκτες! Στα έντεκα χρόνια που έμεινε στον πάγκο της «σκουάντρα ατζούρα» βίωσε και την αποθέωση και τη χλεύη. Οταν η ομάδα πήρε το Μουντιάλ είχε επιβάλει την περιβόητη silenzio stampa. Τη σιωπή προς τον Τύπο όχι για να μποϊκοτάρει τη δουλειά των απεσταλμένων, αλλά «για να προστατευτούμε και οι δύο πλευρές»!
Ο αείμνηστος Τζιάνι Μπρέρα έγραψε τότε για τον Μπέαρζοτ ότι τιμά και σέβεται περισσότερο από οποιονδήποτε άλλο τον Τύπο αν και δεν μιλάει με τους δημοσιογράφους! Οξύμωρο, αλλά κατανοητό. Επειδή ο Μπέαρζοτ έλεγε ότι δεν υπάρχουν στρατόπεδα στα σπορ. Είχε βιώσει τα πραγματικά στρατόπεδα στη ζωή του για να αντιλαμβάνεται την ασημαντότητα των τεκταινομένων στο ποδόσφαιρο!
Η ανάμνησή μου από τον Εντσο είναι κάποια... μαύρα μεσάνυχτα. Οχι, δεν είναι ευφυολόγημα. Ηταν Νοέμβριος του 1980. Η Ιταλία θα έπαιζε μαζί μας για τα προκριματικά του (μετέπειτα θριαμβευτικού γι’ αυτήν) Μουντιάλ και είχε προκύψει ένα ζήτημα με τη συμμετοχή τριών βασικών στελεχών των «ατζούρι» στο ματς. Ο Τζεντίλε, ο Ταρντέλι και ο Μπέτεγκα είχαν τιμωρηθεί από την ομοσπονδία για εξύβριση του διαιτητή σε ματς της Γιουβέντους με την Τορίνο και οι ελληνικές αθλητικές εφημερίδες επέμεναν ότι δεν θα παίξουν. Μιλάμε για εποχές προ κινητού τηλεφώνου και φυσικά προ Ιντερνετ, το οποίο τότε υπήρχε μόνο ως ιδέα στο μυαλό του Μάρσελ Μακλούαν πως θα μετέβαλε τα ΜΜΕ σε παγκόσμιο χωριό.
Αρα ο μοναδικός τρόπος για να βρεις την είδηση ήταν να την ψάξεις! Είχα την τύχη ως νεαρός ρεπόρτερ να συνεργάζομαι με το αθλητικό τμήμα της εφημερίδας που άλλαξε τα δεδομένα στον χώρο μας στη δεκαετία του ’70, την «Απογευματινή». Ταυτόχρονα επειδή πηγαινοερχόμουν στην Ιταλία για τις σπουδές μου, είχα αρχίσει και συνεργασία με την εφημερίδα «Tuttosport».
Οπλίστηκα με το θράσος της ηλικίας και ζήτησα από έναν Ιταλό συνάδελφο το τηλέφωνο του Μπέαρζοτ. «Θα σ’ το βρω», μου είπε, «αλλά θα σου είναι άχρηστο. Δεν το σηκώνει σχεδόν ποτέ». Δεν απογοητεύτηκα. Ξεκίνησα να τηλεφωνώ. Τζίφος. Πρωί τίποτα, μεσημέρι τίποτα, απόγευμα τίποτα! Την επόμενη μέρα το ίδιο. Για ακόμη μερικές μέρες το ίδιο σκηνικό. Και αφού οι απόπειρες συνέχιζαν να είναι άκαρπες, άρχισα να πεισμώνω. Και συνέχισα. Αλλά πια και σε ακατάλληλες ώρες! Μέχρι που ένα βράδυ, περασμένα μεσάνυχτα, το τηλέφωνο... απέκτησε φωνή!
Κόντεψε να μου πέσει το ακουστικό. «Παρακαλώ», ήταν η απάντηση μιας νυσταγμένης φωνής! Σκέφτηκα να μη μιλήσω, αλλά αυτά τα τέσσερα με πέντε δευτερόλεπτα που μεσολάβησαν μέχρι να αρθρώσω λέξη ήταν αιωνιότητα. «Κύριε Μπέαρζοτ, είμαι Ελληνας δημοσιογράφος, δεν ήθελα να ενοχλήσω, αλλά έχω μία ερώτηση που χρειάζεται απάντηση», ήταν τα λόγια μου. Περίμενα να μου κλείσει το τηλέφωνο, αλλά εκείνος αντίθετα γέλασε: «Ποια ερώτηση;». Του είπα για τους παίκτες, μου είπε ότι θα τους καλέσει κανονικά και πριν προλάβω να κάνω δεύτερη ερώτηση απάντησε μόνος του σε ό,τι είχα στο μυαλό μου. Μάλιστα με αιφνιδίασε όταν ρώτησε σε ποιο γήπεδο θα γινόταν το ματς.
Ηταν ήδη γνωστό ότι η ΕΠΟ είχε επιλέξει για την Εθνική το γήπεδο της Λεωφόρου, στο οποίο ο ΠΑΟ είχε νικήσει ένα μήνα πριν τη Γιουβέντους 4-2. Οι αθλητικές εφημερίδες έγραφαν για μέρες ότι ο Μπέαρζοτ τρέμει τη Λεωφόρο, πως οι Ιταλοί πιέζουν την ΟΥΕΦΑ για αλλαγή έδρας και άλλα γραφικά που αποτελούν απάνθισμα της ελληνικής αθλητικογραφίας και καταλαβαίνετε πόση σχέση είχαν με την πραγματικότητα.
Οταν πήγα την κασέτα στον αείμνηστο προϊστάμενό μου, Χρήστο Ράπτη, δεν πίστευε σε αυτά που άκουγε! Πήρε τηλέφωνο τον διευθυντή της εφημερίδας, τον μεγάλο Χρήστο Πασαλάρη, που ζήτησε να με γνωρίσει. Θυμάμαι ακόμα πως έτρεμαν τα πόδια μου όταν μπήκαμε στο γραφείο του. Εκανε μάλιστα το θέμα και χτύπημα στην πρώτη σελίδα, κάτι σπάνιο εκείνη την εποχή.
Στο άκουσμα του θανάτου του «Vecchio» ένιωσα περίεργα. Ολη εκείνη η ιστορία ανακλήθηκε από το βάθος της μνήμης και για μένα πάντα θα ακούγεται αλληγορικό πως μία από τις πρώτες επιτυχίες στη δουλειά αυτή προήλθε από έναν θεωρητικά αντιδημοσιογραφικό προπονητή, που ήταν ωστόσο τζέντλεμαν. Ο οποίος ακόμα και μέσα στα μαύρα μεσάνυχτα δεν αρνήθηκε να μιλήσει σε έναν θρασύτατο νέο!
Ακολουθήστε τον bwinΣΠΟΡ FM 94.6 στο Google News για να μαθαίνετε πρώτοι τα τελευταία νέα από την Ελλάδα και τον κόσμο.