Aυτό ακριβώς είναι το ποδόσφαιρο. Ενα παιχνίδι στο οποίο οι οριακές εξελίξεις
σε κάποια γεγονότα αλλάζουν τα πάντα
Τα όρια στον αθλητισμό μεταξύ της απόλυτης αποθέωσης και της παταγώδους αποτυχίας είναι δυσδιάκριτα. Συνήθως τόσο όσο μια τρίχα! Πριν από χρόνια είχα την τύχη να διαβάσω ένα εκπληκτικό βιβλίο που πραγματευόταν τα «αν» και τα «εφόσον» σε κάποιες μεγάλες στιγμές του αθλητισμού. Είναι έξω από τη λογική πώς ένα σουτ λίγο πιο δεξιά ή αριστερά, μια απόκρουση σ' ένα πέναλτι, ένα γκολ που έπρεπε να μετρήσει και κακώς ακυρώθηκε, θα έφερναν τούμπα όσα ξέρουμε στην ιστορία του ποδοσφαίρου! Για παράδειγμα, αν είχε την ψυχραιμία ο Λίνκε να διώξει μακριά στον τελικό της Βαρκελώνης το 1999 στις καθυστερήσεις και όχι στα πόδια του Γκιγκς, πιθανότατα η Μάντσεστερ Γιουνάιτεντ δεν θα ισοφάριζε ποτέ την Μπάγερν. Αν η μπάλα στο πλασέ του Ρέζενμπρινκ δεν πήγαινε στο δοκάρι του Φιγιόλ, αλλά στα δίχτυα, στο τελευταίο λεπτό του τελικού του Μουντιάλ το 1978, η Ολλανδία θα ήταν παγκόσμια πρωταθλήτρια, προκαλώντας δεκάδες καρδιακές προσβολές στο Μπουένος Αϊρες. Αν ο διαιτητής δεν ακύρωνε το καθαρό γκολ του Πούσκας, η αχτύπητη Ουγγαρία θα έφερνε τον τελικό της Βέρνης με τη Γερμανία στα ίσα και ποιος ξέρει πώς θα είχε εξελιχτεί η ιστορία;
Όμως αυτό ακριβώς είναι το ποδόσφαιρο. Ενα παιχνίδι που οι οριακές εξελίξεις σε κάποια γεγονότα αλλάζουν τα πάντα. Τι μεσολάβησε, λοιπόν, από πέρυσι στο ελληνικό ποδόσφαιρο, με ρωτάνε, και εκεί που μαζέψαμε 19 βαθμούς στο Τσάμπιονς Λιγκ (10 ο Ολυμπιακός και 9 ο Παναθηναϊκός) φέτος έγιναν οκτώ και με το ζόρι; Τίποτε απολύτως, είναι η απάντηση. Κάποια πράγματα που τη μια χρονιά σου έρχονται βολικά, την επόμενη δεν... κάθονται! Πέρυσι, για παράδειγμα, ο Ολυμπιακός πήρε τη νίκη με Μονακό και Κορούνια στην Αθήνα, σε παιχνίδια που κρίθηκαν στο ένα γκολ και χωρίς ιδιαίτερα καλή απόδοση. Φέτος έχασε από τη Ρόζενμποργκ στην πρεμιέρα, αν και έπαιξε πολύ καλά! Θα μπορούσε να είχε κρατήσει και κάποια ισοπαλία εκτός έδρας ή τη νίκη στο Τροντχάιμ και να τοι πάλι οι βαθμοί. Πέρυσι, αντίθετα, πήρε τη νίκη με τη Λίβερπουλ στο Καραϊσκάκη, σε μια περίοδο που οι μετέπειτα πρωταθλητές Ευρώπης μάθαιναν ακόμα την τακτική ζώνης του Μπενίτεθ αμυντικά, ενώ αργότερα δεν μπορούσε ούτε τανκ να μπει στην περιοχή τους με τη Γιουβέντους και την Τσέλσι. Στο ματς όμως του «Ανφιλντ», λίγα λεπτά ακόμα και θα μπορούσε να έχει αποκλείσει την ομάδα που τελικά πήρε το Κύπελλο. Τι λέγαμε πριν για τα «αν» και τα «εφόσον»;
Ο Παναθηναϊκός, από την άλλη, πέρυσι νίκησε τη Ρόζενμποργκ στη Λεωφόρο, σ' ένα ματς που οι Νορβηγοί είχαν πολλές ευκαιρίες, ενώ φέτος έχασε από την Ουντινέζε σε τερέν βαρύ από τη βροχή, χωρίς να έχουν κάνει κάτι οι Ιταλοί μέχρι το 1-1. Πήρε πέρυσι ισοπαλία στο Λονδίνο με την Αρσεναλ, η οποία εκείνες τις μέρες ήταν επηρεασμένη από την πρώτη ήττα στην Πρέμιερσιπ έπειτα από 49 αγώνες! Νίκησε μετά την Αϊντχόφεν, που είχε ήδη εξασφαλίσει την πρόκρισή της στα νοκ άουτ, οπότε οι εννέα βαθμοί μπορούσαν να είναι άνετα τέσσερις, όπως και φέτος. Τι θα άλλαζε; Τίποτα! Γιατί η αποτίμηση δεν μπορεί να είναι η τελική βαθμολογική συγκομιδή, αλλά η συνολική συμπεριφορά και εικόνα. Κι αυτή εδώ και μια τριετία για τις ελληνικές ομάδες πάει από το κακό στο χειρότερο.
Ο μεν Ολυμπιακός, εγκλωβισμένος στη δική του ψύχωση για επτά, οκτώ, εννέα σερί πρωταθλήματα, επέλεξε την εύκολη λύση από το '99 και μετά να αλλάζει προπονητές τον Νοέμβριο για να μη χάσει τα πρωτεία! Ακόμα και εποχές που η συνολική ευρωπαϊκή εικόνα δεν ήταν κακή (όπως με τον Μαντζουράκη το 2000), η παράνοια που συνόδευε την αλλαγή προπονητή, έτσι για να μη χαλάσει το γούρι, έδινε και έπαιρνε!
Στον Παναθηναϊκό πήγαν και ένα βήμα πιο πέρα. Είχαν μια ομάδα που από το 2000 έως και το 2003 έπαιρνε αποτελέσματα στην Ευρώπη. Δεν έπαιζε συγκλονιστικά, όμως ήταν μια συμπαγής και πολύ καλά δομημένη ενδεκάδα. Στον βωμό του ελληνικού πρωταθλήματος (της αντίστοιχης ψύχωσης με τους «αιώνιους» αντιπάλους τους) θυσίασαν εκείνη την ομάδα, η οποία πήγε δύο σερί χρονιές στα προημιτελικά των Κυπέλλων Ευρώπης και που παραλίγο να πετάξει έξω την Μπαρτσελόνα το 2002 και την Πόρτο του Μουρίνιο την επόμενη χρονιά. Το αποτέλεσμα είναι ορατό! Από το 2003 και μετά, με εξαίρεση τη νίκη στη Γλασκώβη, το «τριφύλλι» κάνει... προσπάθειες να χαλάσει το όνομα που είχε χτίσει στην Ευρώπη. Μια ομάδα χωρίς αρχή και τέλος, που χάνει πριν καν αρχίσει ο αγώνας!
Το μόνο που μπορεί να παρηγορήσει και τους δύο εκπροσώπους μας στη φετινή χρονιά στο Τσάμπιονς Λιγκ είναι πως το παρελθόν διδάσκει ότι μεταξύ μιας κάκιστης χρονιάς και μιας εντυπωσιακής δεν χρειάζεται να μεσολαβήσουν αιώνες, μα μόνο μερικοί μήνες! Και το ανησυχητικό είναι το ακριβώς ανάποδο. Ο Παναθηναϊκός του Κόβατς το '82-'83, που τερμάτισε έβδομος με τους ίδιους παίκτες, πήρε νταμπλ με τον Γκμοχ μόλις ένα χρόνο μετά και στη συνέχεια με την προσθήκη Ζάετς και Σαραβάκου έφτασε στα ημιτελικά του Κυπέλλου Πρωταθλητριών! Και εκείνος του Ρότσα που το '96 πήρε πρωτάθλημα και νίκησε τον Αγιαξ στο Αμστερνταμ στα ημιτελικά του Τσάμπιονς Λιγκ, την άλλη χρονιά έμενε εκτός Ευρώπης!
Οσο για τον Ολυμπιακό, λίγους μήνες πριν τελειώσουν τα δέκα πέτρινα χρόνια το '97, έχανε από τον Απόλλωνα με 3-0 στο Καραϊσκάκη, ενώ και στη δεκαετία του '70, πριν αρχίσει η δημιουργία της μεγάλης ομάδας του Νίκου Γουλανδρή και του Λάκη Πετρόπουλου, είχε τερματίσει έβδομος το '71, κάνοντας αρνητικό σερί έντεκα αγώνων χωρίς νίκη!
Είπαμε, στο ποδόσφαιρο τα όρια επιτυχίας και αποτυχίας είναι δυσδιάκριτα. Με μια διαφορά πάντως: πως πρέπει να ξεχωρίζεις πότε πλησιάζεις κάπου από τύχη και όχι από προγραμματισμό!
Ακολουθήστε τον bwinΣΠΟΡ FM 94.6 στο Google News για να μαθαίνετε πρώτοι τα τελευταία νέα από την Ελλάδα και τον κόσμο.