Ηταν Ιούλιος του '75, όταν 3.000 άνθρωποι γεμίσαμε ασφυκτικά το κλειστό του Σπόρτιγκ. Η Εθνική Παίδων του μπάσκετ έπαιζε με τη Γιουγκοσλαβία στον ημιτελικό του Πανευρωπαϊκού Πρωταθλήματος. Πιτσιρικάς τότε, είχα διαβάσει στην «ΗΧΩ» και το «ΦΩΣ» τόσα πράγματα για τον σταρ της ομάδας, τον Καλπάκη, που ήθελα να τον δω από κοντά. Και δεν μας απογοήτευσε. Πέτυχε 26 πόντους και οδήγησε την ομάδα στον τελικό, τον πρώτο που ελληνική Εθνική ομάδα σε οποιοδήποτε σπορ θα αγωνιζόταν! Προσωπικά όμως είχα εντυπωσιαστεί από ένα άλλο παιδί εκείνης της παρέας. Και χάρηκα την επόμενη μέρα, όταν διαπίστωσα πως στις αθλητικές εφημερίδες υπήρχαν εγκωμιαστικά σχόλια γι' αυτόν. Λεγόταν Παναγιώτης Γιαννάκης. Μπορεί να μην έκανε τα τρελά πράγματα που προσπαθούσε -και του έβγαιναν- ο Καλπάκης, διέθετε όμως πολλή ψυχή. Το ένιωθες! Δεν χρειαζόσουν ειδικές γνώσεις για να αντιληφθείς πως αυτό το παλικάρι είχε τόση αληθινή μαγκιά μέσα του.
Τα χρόνια πέρασαν. Ο Γιαννάκης δεν έμεινε ταλέντο, όπως οι περισσότεροι από εκείνους του παίδες. Το '87 ήταν ένας από εκείνους που μας ανέβασαν στον μπασκετικό Όλυμπο με το χρυσό μετάλλιο. Δύο χρόνια μετά, οι δικές του άμυνες μας κράτησαν στο παιχνίδι με τους Σοβιετικούς έως τη στιγμή που ο Φάνης Χριστοδούλου με το πιο διάσημο τρίποντο (μέχρι προχθές) μας έστελνε όχι μόνο σε έναν δεύτερο τελικό, αλλά στην καθιέρωση.
Το 1994 ήταν εκεί, όταν η ομάδα έβγαινε τέταρτη στον κόσμο και έλεγε «αντίο» στην Ατλάντα το 1996, τότε που το μπάσκετ μάς έφερνε στην πέμπτη θέση, την υψηλότερη που είχε πάρει στην ιστορία των Ολυμπιακών Αγώνων ομαδικό άθλημα.
Τώρα ο Παναγιώτης Γιαννάκης βρισκόταν στην άκρη του πάγκου. Όσο και αν το να είσαι προπονητής είναι δευτερογενής απόλαυση σε ένα ματς -αφού θέλεις να μπορούσες ακόμα να βρίσκεσαι μέσα στο γήπεδο- ο Γιαννάκης σε αυτή την πολύ πληθωρική ομάδα χάρισε προσωπικότητα.
Γράφω αυτά τα λόγια πριν από τον τελικό. Δεν με απασχολεί αν κερδίσαμε ή χάσαμε. Είναι επουσιώδες. Αυτό που μετρά είναι πως το μπάσκετ ξαναέβγαλε τον κόσμο στους δρόμους. Χρόνια από την τελευταία φορά που ο φίλαθλος είχε ταυτιστεί με παίκτες που φορούσαν το εθνόσημο σε αυτό το σπορ. Για όποιον αγαπά τον αθλητισμό και δεν μπαίνει στις ηλίθιες και ανόητες αντιπαραθέσεις περί σπουδαιότητας και σοβαρότητας των διαφόρων αθλημάτων, αυτό που κατάφεραν αυτά τα παιδιά είναι πολύ όμορφο και σημαντικό!
Και ο Παναγιώτης Γιαννάκης, όπως σε κάθε μεγάλη στιγμή του ελληνικού μπάσκετ, ήταν πάλι εκεί! Το σημάδι του «δράκου» παραμένει ανεξίτηλο στην πορτοκαλί μπάλα!
Ακολουθήστε τον bwinΣΠΟΡ FM 94.6 στο Google News για να μαθαίνετε πρώτοι τα τελευταία νέα από την Ελλάδα και τον κόσμο.