Χρήστος Σωτηρακόπουλος

Τόσο παραδοσιακή η μπάλα όσο και η γαλοπούλα

SportDay

Το πιο ανοιχτό πρωτάθλημα των τελευταίων δέκα χρόνων γίνεται φέτος στην Αγγλία και αυτό που ξεχωρίζει τη φετινή κούρσα απ' όλες της δεκαετίας είναι ο αριθμός από ήττες που έχουν οι ομάδες της κορυφής.

Η Μάντσεστερ Γιουνάιτεντ ήδη έχει χάσει πέντε ματς, κάτι που είχε να συμβεί από το 2001-2002, χρονιά κατά την οποία τελικά τερμάτισε τρίτη. Η Λίβερπουλ μην ξεχνάμε πως έχασε πέρυσι μόλις δύο ματς και αυτό δεν της ήταν αρκετό για να πάρει τον πρώτο τίτλο της από το 1990.

Αυτά τα δύο ματς που θα γίνουν στο διάστημα 26 με 30 Δεκεμβρίου θα κρίνουν πολλά και κυρίως αν η Αστον Βίλα μπορεί να αντέξει στην πίεση του κυνηγιού της τετράδας και αν η Λίβερπουλ έχει την παραμικρή τύχη να μπει στο τρένο που οδηγεί στο Τσάμπιονς Λιγκ.

Αν η Βίλα χάσει από την Αρσεναλ και οι «ρεντς» επικρατήσουν της Γουλβς, τότε το μεταξύ τους ματς στις 29 Δεκεμβρίου στο «Βίλα Παρκ» αποκτά χαρακτήρα μπαράζ. Γιατί οι οκτώ βαθμοί γίνονται εύκολα δύο, αλλά παραμένουν και τόσοι, κάτι που θα κάνει το έργο της Λίβερπουλ δύσκολο και τη ζωή του Ράφα Μπενίτεθ ακόμα πιο πιεστική.

Η Τσέλσι είναι πρώτη, όπως και το 2004 και το 2005 τέτοιες μέρες, και τότε τα κατάφερε να πάρει διαδοχικούς τίτλους. Μάλιστα, η διαφορά των τεσσάρων βαθμών από τη Γιουνάιτεντ αποτελεί καλό μαξιλάρι, αλλά καλό είναι να έχει υπόψη της πως η ομάδα του Φέργκιουσον ειδικεύεται στις αντεπιθέσεις! Είναι, πάντως, μία Πρέμιερσιπ που δείχνει να έχει ενδιαφέρον, διότι από το 1999 και μετά γινόταν όλο και πιο αδύναμη.

Μέχρι που μπορούσες τότε να τερματίσεις αήττητος (όπως η Αρσεναλ το 2004) ή με μόλις μία ήττα (όπως το 2004-2005 η Τσέλσι), οπότε ο πήχης έμπαινε πολύ ψηλά. Κάποτε στην Αγγλία ακόμα και με δέκα ήττες μπορούσες να πάρεις και πρωτάθλημα. Τώρα, αν κάνεις τόσες, κινδυνεύεις να βρίσκεσαι εκτός θέσεων που οδηγούν στην Ευρώπη! Ομως το ότι οι καλές ομάδες χάνουν φέτος πιο εύκολα και πιο συχνά ξαναδίνει στο πρωτάθλημα, που κάποτε ήταν το πιο δύσκολο, λίγη αίγλη από το παρελθόν.

Η ουσία είναι αλλού: ο κόσμος αγκαλιάζει αυτές τις γιορτινές αγωνιστικές και τα εισιτήρια το αποδεικνύουν. Και στην Αγγλία και στη Σκωτία ο οπαδός θέλει να δει την ομάδα του και δεν διστάζει να πάει στο γήπεδο ακόμα και με πολικές θερμοκρασίες. Φυσικά το απαιτητικό πρόγραμμα δυσκολεύει τις ομάδες και τους προπονητές. Αλλά η μπάλα είναι το ίδιο παραδοσιακή με τη γαλοπούλα στο νησί!

Εργο ζωής και όχι απλό βιβλίο

Eνα από τα πιο σπάνια πράγματα σε κάθε δουλειά είναι να αφήσεις πίσω σου ένα έργο ζωής. Κάτι που να διευκολύνει την εργασία και την καθημερινότητα όποιων ακολουθήσουν τα χνάρια σου. Ο Αντρέας Μπόμης με το έργο του «Η ιστορία της εθνικής ομάδας ποδοσφαίρου» ακούμπησε ακριβώς αυτό το ονειρώδες σημείο για κάθε επαγγελματία: να αφήσει πίσω του κάτι που η τελική σούμα στα βιβλιοπωλεία μπορεί να μην του αποζημιώσει τον κόπο και τον χρόνο, αλλά ο ιστορικός του μέλλοντος θα τον αποθεώσει.

Γιατί αυτή η δουλειά που κάνουμε έχει πολλές στιγμές που σε κάνουν να αναρωτιέσαι αν άξιζε τον κόπο να ασχοληθείς, αλλά και κάποιες άλλες που νιώθεις την ικανοποίηση να σε πλημμυρίζει. Αυτό το έργο (επιμένω να μην το αποκαλώ βιβλίο, γιατί είναι πολύ λιτή η λέξη για να περιγράψει τι περιέχει στις 580 και πλέον σελίδες του) αποτελεί ουσιαστικά τη Βίβλο της Εθνικής ομάδας. Δεν είναι μόνο απλή παράθεση στοιχείων, αλλά μια κατάθεση ψυχής.

Με επισημάνσεις του συγγραφέα, με σπάνιες φωτογραφίες, με πρωτοσέλιδα που αποτυπώνουν το κλίμα της εποχής και με ένα σωρό trivia, από το ποιος ήταν ο νεαρότερος αρχηγός της ομάδας μέχρι το πιο γρήγορο γκολ ή ποιοι συνδύασαν ντεμπούτο και γκολ, για όλους τους τρελαμένους με τα στατιστικά.

Επίσης, υπάρχει μία λεπτομερής καταγραφή ακόμη και των αρχηγών των ομάδων, όχι μόνο της ελληνικής, αλλά και των αντιπάλων, αν το ματς είχε τηλεοπτική περιγραφή, τι καιρό έκανε και ένα σωρό άλλα πράγματα που ουσιαστικά αποτελούν τη λεπτομερέστερη προσπάθεια που έγινε ποτέ για να υπάρχει σε γραπτό η ιστορία της Εθνικής ομάδας.

Με τιμή μόλις 20 ευρώ απορώ αν θα βγάλει τα έξοδά της η έκδοση, αλλά είναι μία τιμή που κάνει προσιτό ένα αριστούργημα στο ευρύ κοινό. Αλλά ο Αντρέας είναι άνθρωπος τελειομανής και αυτό το πόνημα το καθυστέρησε και το επεξεργάστηκε σχεδόν 15 χρόνια προκειμένου να αφήσει πίσω του κάτι μοναδικό. Σαν τον Γκογκέν που αποφάσισε να αφήσει πίσω του το κίνημα των ιμπρεσιονιστών και να ασχοληθεί με πιο «συνθετική έρευνα» στη ζωγραφική, δημιουργώντας το αριστουργηματικό έργο «Κίτρινος Χριστός».

Εχω την εντύπωση πως ακόμη και οι Ιταλοί που φημίζονται για τα λεπτομερή αλμανάκ τους, σε αυτή την περίπτωση θα ζήλευαν. Οποιαδήποτε δουλειά του Σαλβατόρε λο Πρέστι ή του Τζιάνι ντε Φελίτσε ωχριά μπροστά στο τελικό αποτέλεσμα του «Η ιστορία της Εθνικής ομάδας» του Αντρέα Μπόμη.

Ακολουθήστε τον bwinΣΠΟΡ FM 94.6 στο Google News για να μαθαίνετε πρώτοι τα τελευταία νέα από την Ελλάδα και τον κόσμο.

close menu
x