Aπό ποδόσφαιρο δεν σκαμπάζω πολλά. Παρακολουθώ στενά για λόγους επαγγελματικής αλλά και προσωπικής διαστροφής την αγγλική Πρέμιερ Λιγκ, βλέπω Τσάμπιονς Λιγκ την άνοιξη (όταν έχουν ξεχωρίσει πια οι αμνοί από τα ερίφια), χάζευα κανένα ισπανικό ματσάκι τα Σαββατόβραδα όταν είχε τα δικαιώματα η Nova και… τέλος. Του ελληνικού πρωταθλήματος δεν μαθαίνω καλά καλά ούτε τα αποτελέσματα. Οσο ο καιρός είναι ζεστός, η ενημέρωσή μου εξαρτάται από τις αντιδράσεις των ποδοσφαιρόπληκτων του απέναντι μπαλκονιού: όποτε ακούω άναρθρες κραυγές συμπεραίνω ότι κερδίζει ο Ολυμπιακός, ενώ εκτόξευση ύβρεων συνοδεύει τα κατορθώματα του Παναθηναϊκού.
Για τους γείτονές μου, οι υπόλοιπες ομάδες είναι σαν να μην υπάρχουν. Τον χειμώνα κλείνουν οι μπαλκονόπορτες, οπότε χάνω κάθε επαφή. Ωστόσο, κρατάω ανοιχτές τις κεραίες μου για να πιάνω όσα συμβαίνουν στην Εθνική ομάδα. Αν πρέπει να ξεχωρίσω μία στιγμή που να συμπυκνώνει τον φίλαθλο παραλογισμό του νεοέλληνα, θα ανατρέξω στην τηλεοπτική μετάδοση του τελικού του Euro 2004, όταν η Εθνική μας ετοιμαζόταν να σηκώσει το τρόπαιο, ενώ στα μετόπισθεν ο κοσμάκης ξεχυνόταν στους δρόμους. Εκείνες τις ώρες της απόλυτης ευφορίας, ένας από τους κορυφαίους συναδέλφους του ποδοσφαιρικού χώρου ξεστόμισε μια εκπληκτική ατάκα: «Ναι, το πήραμε, αλλά δεν παίξαμε μπάλα». Πήραμε το Ευρωπαϊκό, αλλά δεν παίξαμε καλό ποδόσφαιρο… Με κάθε καρφί που προστίθεται στον σταυρό του Οττο Ρεχάγκελ, θυμάμαι εκείνη την αλησμόνητη φράση.
Οι σοφοί και δοκησίσοφοι του χώρου εγκαλούν τον Γερμανό, επειδή η Εθνική Ελλάδας (επαναλαμβάνω: η Εθνική Ελλάδας) παίζει άσχημο ποδόσφαιρο. Δεν έχουν σημασία τα αποτελέσματα. Σημασία έχει το… θέαμα. Τι κι αν η ψωροκώσταινα κατέκτησε ευρωπαϊκό τίτλο το 2004; Τι κι αν έφτασε ξανά στα τελικά το 2008; Τι κι αν ετοιμάζεται για πρόκριση στο Μουντιάλ; Τι κι αν έχει αγκυροβολήσει στη λίστα με τις 15 καλύτερες ομάδες του κόσμου, αυτή που εκπροσωπεί το απολύτως ανυπόληπτο ελληνικό πρωτάθλημα και απαρτίζεται από απολύτως ανυπόληπτους Ελληνες ποδοσφαιριστές; Ο «εθνικός ευεργέτης» Ρεχάγκελ πρέπει να σταυρωθεί, επειδή βάζει λάθος παίκτες σε λάθος θέσεις, χρησιμοποιεί παίκτες που δεν αγωνίζονται στις ομάδες τους, δεν δίνει θέαμα, δεν παρακολουθεί το ελληνικό πρωτάθλημα, παίζει πολύ αμυντικά, έχει χάσει τον έλεγχο, είναι ξεμωραμένος, είναι ακοινώνητος, παίζει το παιχνίδι των μάνατζερ, προσθέστε το «επειδή» της αρεσκείας σας και πολλαπλασιάστε το επί οκτώ, όσα και τα χρόνια του Ρεχάγκελ εν Ελλάδι.
«Πάντοτε τα ίδια έκανε ο Γερμανός», επισήμανε ο Γιώργος Καραγκούνης μετά τον αγώνα της Εθνικής με το Λουξεμβούργο. «Δεν θυμάμαι να τον αμφισβητούσε κανείς όταν σηκώναμε το Ευρωπαϊκό στην Πορτογαλία…». Τα γράφω όλα αυτά, στις σελίδες του μπάσκετ, επειδή η συμπεριφορά του χώρου προς τον Ρεχάγκελ μου θύμισε εν μέρει την αντίστοιχη του δικού μας προς τον Γιόνας Καζλάουσκας τις μέρες του Ευρωμπάσκετ. Η συγχορδία της αμφισβήτησης ξεκίνησε από το πρώτο φιλικό και συνεχίστηκε στην Πολωνία, παρά τις νίκες. Και δεν αναφέρομαι στην κριτική όσων έχουν αποκτήσει τα γαλόνια για να ασκήσουν τέτοια. Ακόμα και όταν η αποδεκατισμένη Εθνική των χιλίων προβλημάτων επέστρεψε από την Πολωνία με μετάλλιο, στρώσαμε στα πόδια του Λιθουανού σκισμένο χαλί: «Βρε, καλώς τον άσχετο, τον κοιμήση, τον μυρωδιά». Το μετάλλιο προφανώς το κατέκτησαν οι παιχταράδες μας, χωρίς την παραμικρή βοήθεια από τον πάγκο, όπως οι ποδοσφαιριστές του 2004. Θέαμα, πάντως, δεν είδαμε.
Ακολουθήστε τον bwinΣΠΟΡ FM 94.6 στο Google News για να μαθαίνετε πρώτοι τα τελευταία νέα από την Ελλάδα και τον κόσμο.