Εχετε σταματήσει ποτέ μπροστά σε αστυφύλακα που εμποδίζει την πρόσβαση σε δρόμο που έχει γίνει ληστεία, τρομοκρατική επίθεση ή αυτοκινητικό δυστύχημα; Ετσι και ρωτήσετε τον αστυφύλακα τι έχει γίνει, η απάντηση είναι στάνταρ.
«Τίποτα, τίποτα. Προχωρήστε παρακαλώ». Μπορεί να αρχίσουν να πυροβολούνται, να βλέπεις διαμελισμένα πτώματα, να βλέπεις ελέφαντες να ποδοπατούν ανθρώπους, αλλά ο αστυφύλακας «τίποτα, τίποτα. Προχωρήστε παρακαλώ». Το οποίο δεύτερο το καταλαβαίνω για να μη μαζεύεται κόσμος. Αλλά το πρώτο, το «τίποτα, τίποτα», πρέπει να είσαι ηλίθιος για να το πιστέψεις. Λίγο περισσότερο απ’ ότι για να πιστέψεις ότι στην Εθνική το μόνο που γίνεται είναι το «τίποτα, τίποτα».
Η φράση του Σωκράτη Παπασταθόπουλου για ό,τι συνέβη στο ημίχρονο του ματς με τη Λετονία, «γράφτηκαν πράγματα που δεν είναι αλήθεια» θα είχε νόημα αν συνοδευόταν από το τι πραγματικά κατά Παπασταθόπουλο συνέβη. Αλλά «τίποτα, τίποτα. Προχωρήστε παρακαλώ».
Το ίδιο συμβαίνει και με τις δηλώσεις του Τάκη Φύσσα, ότι αυτά συμβαίνουν στις ομάδες. Δήλωση που συνοδεύτηκε από το «πού να βλέπατε τι συνέβαινε στα αποδυτήρια της Μπενφίκα». Που είναι και μακριά και δεν ενοχλούν κανέναν, διότι, αντί της Μπενφίκα, αν ήταν ο Παναθηναϊκός το θέμα θα έκανε «τζιζ». «Τίποτα, τίποτα. Προχωρήστε παρακαλώ».
Από την Πορτογαλία δεν μας ακούει κάποιος για να παρεξηγηθεί. Τι έγινε στα αποδυτήρια; Αυτό που είχαν όλοι όσοι το έγραψαν. Λογομαχία ανάμεσα στον Κατσουράνη και τον Καραγκούνη για το ποιος δίνει την μπάλα και κάνει τον Πελέ, που συνοδεύτηκε από την αξέχαστη σκηνή της φυσούνας, με τον Αμανατίδη να πρέπει να μπει αλλαγή, αλλά να έχουν ξεχάσει να του το πουν. «Τίποτα, τίποτα. Προχωρήστε παρακαλώ». Μέχρι και τη Νότιο Αφρική, επειδή αν τα σκαλίζουμε και τα γράφουμε μπορεί και να μην πάμε.
Οσο για τον Οτο Ρεχάγκελ, θα ένιωθα συγκινημένος από την εκτέλεση του Εθνικού Υμνου στα ελληνικά αν συνοδευόταν από κάποια εκτίμηση στους πολίτες της χώρας που ο ύμνος ανήκει. Την οποία δεν επέδειξε, για παράδειγμα, στη συνέντευξη Τύπου μετά το ματς της Εθνικής στο Euro όταν απαγόρευσε να μεταφραστεί στα ελληνικά ερώτηση που του είχε γίνει στα γερμανικά, επειδή το θέμα δεν τον εξυπηρετούσε.
Επίσης, αν η αγάπη του για την Ελλάδα έφτανε στο σημείο να μπορεί να μείνει στη χώρα παραπάνω από τις μέρες που του χρειάζονται για να προπονήσει την Εθνική και να παιχτούν τα ματς. Οποιος θέλει μπορεί να νιώσει συγκινημένος ελεύθερα, για μένα όμως το θέμα πλησιάζει το γελοίο.
Tο όνομα των επαγγελματιών χάθηκε στη μνήμη μου κάπου στα 28 χρόνια που μεσολάβησαν από την απεργία. Μπορεί να ήταν εκπαιδευτικοί, μπορεί να ήταν εργαζόμενοι στα μέσα μαζικής μεταφοράς, αλλά λίγη σημασία έχει. Το σημαντικό είναι ότι ήταν ο πρώτος κλάδος εργαζομένων που είχε απεργήσει με το που είχε αναλάβει την κυβέρνηση το ΠΑΣΟΚ το 1981.
Την επόμενο πρωί τους είχε φωνάξει ο υπουργός, το μεσημέρι τους είχε δώσει ό,τι ζητούσαν και στο δελτίο ειδήσεων της ΕΡΤ το βράδυ μεταδιδόταν η δήλωση του «θείου βρέφους», όπως φώναζαν τον Λαλιώτη εκείνη την εποχή, ότι στα εργασιακά προβλήματα δεν υπάρχουν αδιέξοδα για τις σοσιαλιστικές κυβερνήσεις. Ακολούθησε ο επόμενος κλάδος εργαζομένων και ο μεθεπόμενος και ad nauseam.
Ολων τα προβλήματα λύνονταν στο πιτς φιτίλι. Μόνο που κάποια στιγμή, έστω και με λυμένα τα προβλήματα, ο κόσμος άρχισε να παρατηρεί κάτι. Οι τιμές ανέβαιναν τόσο –και κάτι παραπάνω– όσο οι αυξήσεις. Οι κυβερνήσεις του ΠΑΣΟΚ των δύο πρώτων τετραετιών είχαν βάλει μπροστά τα μηχανάκια που τύπωναν τις δραχμές και τα είχανε κάψει στη δουλειά. Θυμάμαι να έχω γυρίσει από το Βερολίνο και να πηγαίνω στον κυρ-Παντελή, έναν εξαιρετικό σουβλατζή σε μια τρύπα στη Νέα Ελβετία, και κάθε εβδομάδα η τιμή να αλλάζει.
Μέχρι που φτάσαμε στις αρχές της δεκαετίας του '90, με το Υπουργείο Συγκοινωνιών να λέει στους ιδιοκτήτες καινούργιων αυτοκινήτων και μοτοσικλετών ότι προσωρινά μπορούν να κόβουν χαρτονάκια και να γράφουν τον αριθμό κυκλοφορίας, επειδή δεν υπάρχουν φράγκα για να αγοραστεί μέταλλο και να τυπωθούν οι πινακίδες. Η Ελλάδα επιτέλους είχε γίνει σοσιαλιστική.
Οπως ακριβώς την είχα γνωρίσει στην DDR, την Πολωνία, τη Ρουμανία, τη Βουλγαρία και όποια άλλη χώρα εφήρμοσε το θαυμαστό εκείνο σύστημα, που είχε λατρευτεί από τους πολίτες τόσο, που ήταν διατεθειμένοι να διακινδυνεύσουν τη ζωή τους για να γλιτώσουν από την τόση ευτυχία.
Αποψη για τα λεπτομερή αιτήματα των λιμενεργατών που απεργούν στο λιμάνι του Πειραιά δεν μπορώ να έχω. Αντίθετα, για τον χρόνο της απεργίας έχω. Αν το πάγιο αίτημα είναι η κατάργηση της συμφωνίας με την Cosco, δεν νομίζω ότι στη σκάρτη εβδομάδα αφότου σχηματίστηκε το υπουργικό συμβούλιο η συμφωνία θα μπορούσε να εξεταστεί και να αποφασιστεί η περαιτέρω στάση.
Η μόνη λογική στην κήρυξη της απεργίας είναι «να την κάνουμε τώρα, για να δείξει η κυβέρνηση ότι λύνει προβλήματα και τα αιτήματα μπορεί και να περάσουν». Το μόνο που ελπίζω είναι ο George να μην είναι τόσο λαϊκιστής όσο ο πατέρας του. Γιατί αν αρχίσει να λύνει έτσι τα προβλήματα, ψάξτε για τα ψαλίδια για να κόβετε χαρτονάκια για αριθμούς. Και για να μην το ξεχνάμε, οι αριθμοί κόβονταν την αξέχαστη εποχή της κυβέρνησης Μητσοτάκη, που η κόρη του σήμερα φωνάζει για τα αιτήματα των ναυτεργατών. Τα γράμματα, η βλακεία και ο λαϊκισμός δεν έχουν τέλος…
Με το θέμα να είναι το χρήμα, να πω μια γνώμη για την ιστορία με το γήπεδο του Παναθηναϊκού και τη σύμβαση για τη χορηγία. Είναι δυνατόν ο Δήμος Αθηναίων να έχει υπογράψει σύμβαση σύμφωνα με την οποία ο ίδιος πρέπει να δώσει 20 εκατομμύρια ευρώ στον Παναθηναϊκό με την έναρξη των εργασιών, αλλά ταυτόχρονα να εισπράξει τα 20 εκατ. από τη Marfin όταν οι εργασίες θα έχουν τελειώσει; Επίσης, είναι δυνατόν να πούνε στον δήμο «λάθος κάναμε» και το θέμα να κλείσει;
Και πού θα τα βρει τα 20 εκατομμύρια ευρώ ο Δήμος Αθηναίων; Θα τα ζητήσει από τους δημότες ή από το κράτος, που σημαίνει όλους τους Ελληνες; Σε περίπτωση που έτσι πάνε τα πράγματα και αν οι πολίτες τα χρεωθούν, όσοι από τον δήμο έχουν υπογράψει τις δύο συμβάσεις πρέπει να πάνε στο δικαστήριο για απιστία. Γιατί κάτι ο δήμος και κάτι οι κορμοράνοι, το γήπεδο του Βοτανικού, που αρχικά ήταν να γίνει δωρεάν με την ανταλλαγή των χώρων Αλεξάνδρας – Βοτανικού, μπορεί να στοιχίσει με το απίστευτο μπλέξιμο που δημιουργείται μέχρι την αποπεράτωσή του 200 εκατομμύρια ευρώ.
Για τον Ολυμπιακό το θέμα του γηπέδου είναι σαφές. Ο Κόκκαλης πουλάει στον Λαυρεντιάδη το 50% της σύμβασης για το Καραϊσκάκη και ένα 12% για να μπορεί να ελέγχει ο αγοραστής πού θα παίζει η ομάδα. Οσο για τον Λαυρεντιάδη, φυσικά δεν αγοράζει το ποσοστό στην Καραϊσκάκης Α.Ε. για να μετράει εισιτήρια, ούτε επειδή του αρέσει το ποδόσφαιρο. Ο Ολυμπιακός είναι καλό ταμπούρι για να αμύνεσαι όταν στην πέφτουνε. Οσο για τα χρήματα που μπορεί να βγάλει ο Λαυρεντιάδης, είναι peanuts, που όπως ξέρουμε ενδιαφέρουν μόνο τους monkeys, μεγάλη η χάρη τους.
Mια και ανοίχτηκε το θέμα, ευχαριστώ τον αιδεσιμότατο της Ιεράς Μητρόπολης Γουμένισσης Γέφυρας Αξιουπόλεως και Πολυκάστρου –whatever that is– για το compact πακέτο πίστης που μου έστειλε. Οπως λέμε και εμείς οι Anglophile, «Jesus saves but Keegan scores on the rebound».
Ακολουθήστε τον bwinΣΠΟΡ FM 94.6 στο Google News για να μαθαίνετε πρώτοι τα τελευταία νέα από την Ελλάδα και τον κόσμο.