Ενα πολύ καλό ματς τούτη την περίοδο φαντάζει έως και... θεϊκό. Ας όψεται -γι’ αυτή την αναβάθμιση- το σχεδόν αποκαρδιωτικό θέαμα το οποίο, με περισσότερα ή λιγότερα ελαφρυντικά, μας «κέρασαν» οι πρώτες αγωνιστικές της Σούπερ Λίγκας. Το ματς στο ΟΑΚΑ ήταν πολύ καλό, πρωτίστως διότι και οι δύο ομάδες επιδίωξαν να παίξουν μπάλα και να νικήσουν. Και διέθεταν, αμφότερες, τα φόντα να το πετύχουν. Τόσο απλό.
Ο Αρης μπορεί να μην είχε, τελικά, καμία βαθμολογική συγκομιδή, αλλά έδειξε κάτι το οποίο μπορεί να χρησιμεύσει... κατά το ήμισυ στις υπόλοιπες ομάδες: όποιος επιδιώκει να κερδίσει κάτι στο ΟΑΚΑ, με αντίπαλο τον Παναθηναϊκό, καλό είναι να προσπαθήσει να «κάνει παιχνίδι». Να προκαλέσει τις ανασταλτικές-αμυντικές αδυναμίες των «πρασίνων» να εμφανιστούν. Εάν κινηθεί στη λογική, φέρ' ειπείν, της Ξάνθης (θα θυμάστε, φαντάζομαι), εάν προτάξει αυτό το απωθητικό «ταμπουρωνόμαστε κι αν τύχει να κάνουμε σουτ θα ανοίξουμε σαμπάνιες», το γκολ πιθανότατα θα το δεχθεί. Τουλάχιστον ένα.
Γιατί λέμε πως αυτό το συμπέρασμα είναι κατά το ήμισυ αξιοποιήσιμο από τις υπόλοιπες ομάδες; Διότι το ερώτημα είναι πόσες από αυτές διαθέτουν το ταλέντο και την ικανότητα να αναπτυχθούν τόσο ποιοτικά όσο ο Αρης. Για την ήττα του ο Αρης μπορεί να μέμφεται τη δική του αστοχία, τις κακές στιγμές του Αμπρέου (σε άμυνα και επίθεση), καθώς και την απροθυμία του διαιτητή Ντάκου να καταλογίσει το αναμφισβήτητο πέναλτι του 90ού λεπτού, στη φάση στην οποία ο Σαριέγκι έσπρωξε τον Κάμπορα. Ομάδα που ξέρει τι θέλει στο γήπεδο, ομάδα που ξέρει να δημιουργεί. Ομάδα με παίκτες που βρίσκονται μεταξύ τους. Ομάδα που αρέσει.
Από τα πρώτα λεπτά της αναμέτρησης φάνηκε, ή μάλλον επιβεβαιώθηκε, ότι η ήττα από τη Γαλατά είχε κάνει τον ΠΑΟ... Τούρκο. Η ανάγκη να ξορκιστεί το κακό ήταν μεγάλη και το δυναμικό ξεκίνημα αναμενόμενο. Με τον Νίνη να δίνει επιθετική πνοή, τον Κατσουράνη να υπενθυμίζει από το 7' ότι ανά πάσα στιγμή μπορούσε να βγάλει την «πάρε-βάλε» κάθετη μπαλιά και τον Σαλπιγγίδη να κυνηγά τις φάσεις σαν δαιμονισμένος, οι γηπεδούχοι είχαν τρεις πολύ καλές στιγμές προτού καν συμπληρωθεί το δεκάλεπτο.
Ο Αρης άντεξε το δύσκολο δεκάλεπτο και άρχισε να κάνει το παιχνίδι του. Με ωριμότητα και δίχως πολλά αμυντικά κενά - χάρη στην καλή απόδοση των στόπερ. Η πρώτη καλή του φάση, πάντως, ήταν ενδεικτική μιας από τις λίγες αδυναμίες του: στο 12' ο Κόκε δεν πρόλαβε να πλασάρει -τον αναχαίτισε ο Σπυρόπουλος. Το κακό θα ήταν μικρό, εάν ο Κόκε δεν συνέχιζε να παρεμβαίνει στις φάσεις όντας ένα «κλικ» πιο αργός από όσο χρειαζόταν.
Το ίδιο και ο Αμπρέου, ο οποίος επιπροσθέτως χρεώθηκε την απίστευτη ολιγωρία στη φάση του 27', όταν βγήκε τετ α τετ με τον Τζόρβα και περίμενε... υπομονετικά, έως ότου κατέφθασε ο Σαριέγκι και διόρθωσε όσα θα ήταν αδιόρθωτα, υπό φυσιολογικές συνθήκες. Το 1-0 από τον Γκιάρο φάνταζε εντός λογικής παιχνιδιού. Το 1-1 (καλή εκτέλεση φάουλ από το Λέτο, ατυχής παρέμβαση του Αμπρέου) ίσως έκανε πολλούς να υποθέσουν: «Ως εδώ ήταν ο Αρης».
Δεν ήταν όμως. Οι φιλοξενούμενοι συνέχισαν να είναι... φιλόδοξοι κι ωραίοι, ανασύροντας στην επιφάνεια τις αμυντικές αδυναμίες του Παναθηναϊκού, ο οποίος συν τοις άλλοις άρχισε να εμφανίζει σημάδια εκνευρισμού και κόπωσης (π.χ. Νίνης). Δύο πολύ σημαντικές χαμένες ευκαιρίες, μία από κάθε πλευρά σε ένα δίλεπτο (Αντρέου 52' , Σαλπιγγίδης 54') πιστοποίησαν πόσο ρευστά ήταν τα πράγματα. Εδειξε να τα... σταθεροποιεί το γκολ του Κατσουράνη στο 83' (πολύ καλή η κίνηση του Σαλπιγγίδη που το δημιούργησε), αλλά τελικός «σταθεροποιητικός παράγοντας» ήταν η αβλεψία ή ατολμία του Ντάκου στη φάση του πέναλτι, το οποίο ο Αρης εδικαιούτο.
Ακολουθήστε τον bwinΣΠΟΡ FM 94.6 στο Google News για να μαθαίνετε πρώτοι τα τελευταία νέα από την Ελλάδα και τον κόσμο.