Πρωτοείδα τον Λίνας Κλέιζα το καλοκαίρι του 2003, ντυμένο με τη φανέλα της εθνικής Εφήβων της Λιθουανίας. Ηταν ένα από τα αστέρια του μικρού Μουντομπάσκετ, στο οποίο έλαμψαν ακόμα ο Μπόγκουτ, ο Ούκιτς και αρκετοί δικοί μας: Σχορτσανίτης, Βασιλόπουλος, Μαυροκεφαλίδης, Βασιλειάδης, Περπέρογλου. Οι τρεις πρώτοι έμελλε να γίνουν συμπαίκτες του Κλέιζα έξι χρόνια αργότερα στον Ολυμπιακό. «Αυτός θα γίνει φοβερό "τριάρι"», λέγαμε με τους συναδέλφους του Supersport μετά τον ημιτελικό Λιθουανία - Ελλάδα 75-72. Ο Κλέιζα είχε εκτελέσει τους δικούς μας, με 27 πόντους και 13 ριμπάουντ.
Τον ξαναείδα από κοντά τον Αύγουστο του 2006, στο Χαμαμάτσου της μακρινής Ιαπωνίας, αυτή τη φορά σε Παγκόσμιο Πρωτάθλημα Ανδρών. Η Εθνική μας νίκησε 81-76, όρθια ύστερα από αλησμόνητο θρίλερ 45 λεπτών. Ο Κλέιζα πέτυχε 14 πόντους και παραλίγο να μας χαντακώσει με δύο φαρμακερά τρίποντα (ένα προς το τέλος της κανονικής διάρκειας, ένα στην παράταση). «Σπουδαίο "τριάρι" αυτός ο Κλέιζα», είπαμε όταν κόπασαν οι πανηγυρισμοί.
Επειτα, ο λεγάμενος άφησε την Ευρώπη για το ΝΒΑ, στο οποίο έγινε ρεζέρβα του Καρμέλο Αντονι στο Ντένβερ. Πολλές φορές ο προπονητής των Νάγκετς τον επιστράτευσε σε ρόλο σούτινγκ γκαρντ για να του δώσει χρόνο συμμετοχής και να εκμεταλλευτεί το καλό του σουτ. Ο Κλέιζα αντιμετώπισε ξανά την Εθνική μας πρόπερσι, στον μικρό τελικό της Μαδρίτης, στο οποίο μάζεψε 13 πόντους, 8 ριμπάουντ και μια αγκωνιά στο κρανίο από τον εκνευρισμένο Διαμαντίδη. Ηταν ο βασικός σμολ φόργουορντ των Λιθουανών, οι οποίοι επέστρεψαν στο σπίτι τους με χάλκινο μετάλλιο. Επιστρέφοντας από τις διακοπές μου, έμαθα ότι ο Ολυμπιακός αγόρασε τον Κλέιζα για αντικαταστάτη του Πρίντεζη. Δηλαδή για «τεσσάρι».
Στην επίθεση ο Κλέιζα είναι τόσο «τεσσάρι» όσο και ο Βασιλόπουλος ή ο Τσίλντρες. Στην άμυνα, ακόμα λιγότερο.
Οπωσδήποτε είναι λιγότερο «τεσσάρι» από τον Πρίντεζη ή τον Φώτση ή τον Τσαρτσαρή ή τον Μαυροκεφαλίδη. Διεισδυτικός, πολύ δυνατός, ικανός ριμπάουντερ και σκόρερ, πολυσύνθετος, ο Κλέιζα είναι ασφαλώς καλύτερος παίκτης από τον Τσίλντρες (και από τον Βασιλόπουλο και από τον Πρίντεζη), αλλά όχι πάουερ φόργουορντ.
Πιο έξω, τη θέση του Λιν Γκριρ πήρε ο Βον Ουέιφερ, ο οποίος είναι σκόρερ, είναι και σουτέρ, αλλά (αντίθετα με τον προκάτοχό του) ουδέποτε χειρίζεται την μπάλα και ουδέποτε οργανώνει.
Η αχίλλειος πτέρνα της περσινής ομάδας, δηλαδή η μετριότητα των πλέι μέικερ που πλαισιώνουν τον Παπαλουκά, έγινε... ακόμα πιο αχίλλειος. Η φυγή του Πρίντεζη μετά το κωμικοτραγικό μίνι σίριαλ του Ιουνίου δημιούργησε δεύτερο πρόβλημα, αφού η μπροστινή γραμμή είναι υποχρεωμένη να ποντάρει πολλά στον αλλοπρόσαλλο Σχορτσανίτη, στους κατ' αρχάς εφεδρικούς Γλυνιαδάκη - Μαυροκεφαλίδη και στον «πήλινο» Βούισιτς, ο οποίος μάλιστα θα κουβαλάει ολόκληρο Ευρωμπάσκετ στα ταλαιπωρημένα πόδια του. Ο Ερτσεγκ δεν χωράει στην ομάδα, εκτός αν μείνει μόνο για την Ευρωλίγκα.
Με άλλα λόγια, ο Ολυμπιακός διαθέτει τρεις κορυφαίους παίκτες που παίζουν περίπου στην ίδια θέση και έχουν παραπλήσιες αγωνιστικές προδιαγραφές: Τσίλντρες, Κλέιζα, Βασιλόπουλο. Ο δε Χαλπερίν αναγκαστικά «θάβεται» πίσω από τον Ουέιφερ. Ο Παναγιώτης Γιαννάκης θα επιστρατεύσει «χαμηλά» σχήματα για να τους βολέψει όλους, αλλά και αλχημείες για να κρατήσει φρέσκους τον Παπαλουκά και τον Μπουρούση. Ο Τεόντοσιτς φαίνεται ότι έλαβε το χρίσμα για τη θέση του εφεδρικού πόιντ γκαρντ, αλλά η χρονιά ξεκινάει με διαγώνισμα χημείας. Αλήθεια, γιατί κήρυξε ανένδοτο υπέρ του «3+3» ο Ολυμπιακός, αφού σκόπευε να παίξει με δύο Αμερικανούς; Εκτός αν οι Αγγελόπουλοι τριγυρνούν ακόμη στο παζάρι...
Ακολουθήστε τον bwinΣΠΟΡ FM 94.6 στο Google News για να μαθαίνετε πρώτοι τα τελευταία νέα από την Ελλάδα και τον κόσμο.