Όλα ξεκίνησαν την ώρα που συνήθως τελειώνουν. Κλεισμένος στο γραφείο μου στο υπόγειο με ένα ποτήρι ουίσκι με λίγο πάγο και κόκα κόλα στο χέρι. Το κτίριο ήταν άδειο από κόσμο (ή έτσι τουλάχιστον νόμιζα) και εγώ είχα ξεκινήσει μια από τις ατέλειωτες συζητήσεις μου με τον Jesse James, τον λούτρινο σκύλο που μιλάει.
«Τι πιστεύεις Jesse; Θα αναβληθεί η πρώτη αγωνιστική;» τον ρώτησα αφού με είχε φάει η περιέργεια. Δυο εβδομάδες τώρα ήμουν σίγουρος ότι το πρωτάθλημα δεν θα ξεκινήσει, αλλά τις τελευταίες ημέρες μια ανησυχία είχε αρχίσει να με περιτριγυρίζει.
«Θες να σου πω τι θα γίνει ή θες να σου πω τι νομίζω ότι πρέπει να γίνει;»
«Είναι διαφορετικά;». Πάντα του άρεσε να μιλάει με γρίφους γι’ αυτό μια επεξήγηση στο κάθε ερώτημα ήταν απαραίτητη πριν ακούσω την απάντηση.
«Όχι είναι ακριβώς το ίδιο. Απλά έχει πιο πολύ πλάκα όταν βάζεις λίγο μυστήριο στις φράσεις σου δεν συμφωνείς; Λοιπόν. Η αγωνιστική δεν θα αναβληθεί».
«Fuck. Το ‘ξερα». Η απάντηση μου βγήκε αυθόρμητα αφού ήλπιζα σε μια ακόμα εβδομάδα ησυχίας πριν αρχίσει πάλι το πανηγύρι.
«Μήπως θα ‘πρεπε σιγά σιγά να αρχίσεις να κόβεις τις αγγλικές λέξεις μέσα σε ελληνικές προτάσεις; Δεν είμαστε πια στο Birmingham» είπε ο Jesse James και είχε δίκιο. «Sorry Jesse» του απάντησα. «Fuck! Το ξανάκανα. Δεν κόβεται τόσο εύκολα τελικά».
«Μην ανησυχείς. Είναι δύσκολο να κόψεις μια συνήθεια, «μαχαίρι». Αυτοί που το καταφέρνουν συνήθως δεν είναι και τα πιο ενδιαφέροντα άτομα του κόσμου».
Είχε δίκιο για μια ακόμη φορά. Ήπια μια γουλιά από το ουίσκι μου και τεντώθηκα προς τα πίσω με ένα χασμουρητό που πρέπει να ακούστηκε από την Καλλιθέα μέχρι τη Νέα Σμύρνη.
Την ώρα που πήγα να πατήσω το play στο στερεοφωνικό για να ακούσω για 25η σερί φορά το uprising των Muse, χτύπησε η πόρτα του γραφείου μου. Και δεν χτύπησε μια φορά, χτύπησε πολλές…
«Who is it;» φώναξα με ψιλή φωνή μιμούμενος τον Michael Jackson στο ομότιτλο, για να εισπράξω την αγανάκτηση του Jesse James που μου πέταξε ένα κηροπήγιο. «Εντάξει πέθανε ο τύπος, ας το συνειδητοποιήσουμε και ας προχωρήσουμε επιτέλους γαμώ το Star και τις ειδήσεις του γαμώ»
«Εντάξει Jesse, εντάξει». Η πόρτα συνέχισε να χτυπάει. Σηκώθηκα βαριεστημένα από την καρέκλα μου και πήγα να ανοίξω. Ο εφιάλτης στεκόταν την είσοδο. Ήταν ο νεαρός συνάδελφος που για κάποιο περίεργο λόγο ήταν ακόμα στο κτίριο αν και ήταν περασμένα μεσάνυχτα, ενώ για κάποιο ακόμα πιο περίεργο λόγο φορούσε άσπρο παντελόνι και άσπρο λινό πουκάμισο. «Τι θες ρε βραδιάτικα; Και για ποιο λόγο είσαι ντυμένος λες και πας σε μεταμεσονύχτια βαφτίσια;»
«Δεν πάω σε βαφτίσια στον Βέρτη πάω»
«Ε, εντάξει παρόμοιου τύπου διασκέδαση είναι και τα δύο, λέγε τώρα τι θες»
«Επειδή θα ξενυχτήσω σήμερα μπορώ να αργήσω λίγο αύριο;»
«Όταν λες λίγο πόσο εννοείς;»
«Δυο ωρίτσες»
«Λοιπόν σκέφτηκα για δυο δευτερόλεπτα το αίτημα σου και αποφάσισα να σου δώσω άδεια να αργήσεις 10 ολόκληρα λεπτά»
«Μια ώρα;»
«Πέντε λεπτά και η διαπραγμάτευση ολοκληρώνεται εδώ. Τώρα πήγαινε και πέτα κανά λουλούδι και για μένα»
«Δεν πετάω λουλούδια, ανεβαίνω στο τραπέζι»
«Δώσε τα συλλυπητήρια μου στο τραπέζι τότε» είπα και του έκλεισα την πόρτα.
Επέστρεψα στην καρέκλα μου με την ελπίδα ότι οι δυσάρεστες εκπλήξεις θα είχαν ολοκληρωθεί, τουλάχιστον για απόψε.
«Τι πρόβλημα έχεις με τα μπουζούκια;» είπε ο Jesse James.
«Αυτά έχουν πρόβλημα μαζί μου. Την τελευταία φορά που πήγα κατέληξα να με κυνηγάει η ορχήστρα επειδή κορόιδευα τον κιθαρίστα που έκανε playback solο».
«Ε μα και εσύ δεν πήγες να δεις τον Satriani»
«Α όλα κι όλα. Όταν κρατάς κιθάρα είσαι υποχρεωμένος να παίζεις»
«Έχεις και εσύ τα δίκια σου. Τώρα πιάσε το trivial να παίξουμε λίγο, βαρέθηκα!»
Την ώρα που ήμουν έτοιμος να κάνω στον Jesse την ερώτηση «Ποιος πάτησε πάτησε πρώτος το πόδι του στην Ανταρκτική» η πόρτα ξαναχτύπησε πιο δυνατά συνοδευόμενη αυτή τη φορά από τις κραυγές του νεαρού συναδέλφου.
Πήγα προς την πόρτα ξεστομίζοντας κατάρες. «Το καλό που σου θέλω να έχεις κάτι σοβαρό να μ…» δεν πρόλαβα να ολοκληρώσω τη φράση μου αφού μπήκε μέσα τρέχοντας πανικόβλητός.
«Κλείδωσε τις πόρτες δεχόμαστε επίθεση!» είπε κλαψουρίζοντας.
«Ωχ. Παναθηναϊκοί; Ολυμπιακοί; Αεκτζήδες;»
«Όχι, όχι»
«Πανιώνιοι; Παοκτζήδες; Αρειανοί;»
«Όχι, όχι»
«Μη μου πεις μόνο ότι μας την έχουνε πέσει από τον Αστέρα Τρίπολης, δεν θα το αντέξω αυτό». Δεν μπορούσα να φανταστώ τι κακό θα είχαμε γράψει ή θα είχαμε πει για τον Αστέρα Τρίπολης που θα εξαγρίωνε τους φιλάθλους του. Ο νεαρός συνάδελφος ήταν μούσκεμα στον ιδρώτα και μάλλον η έξοδος στον Βέρτη θα έπρεπε να αναβληθεί.
«Βαμπίρ, Βαμπίρ…» κατάφερε να ψελλίσει.
«Τι ομάδα είναι αυτή; Από τη Νορβηγία;» τον ρώτησα αφού στο άκουσμα της το μυαλό μου πήγε σε Σκανδιναβία μεριά.
«Μάλλον θα πρέπει να σταματήσεις τα συμπεράσματα και να αφήσεις τον νεαρό να μας πει τι γίνεται» είπε από το ράφι του ο Jesse James.
«Χμμμ… Μάλλον έχεις δίκιο. Ίσως αυτή να είναι η μόνη φόρα που θα μπορέσει να μας διαφωτίσει σε κάτι, εκτός από τότε που μας βοήθησε να καταλάβουμε αν είναι άντρας ή γυναίκα εκείνη η μορφή που τραγουδούσε στη Eurovision. Λοιπόν. Λέγε».
«Μας την έχουν πέσει Βαμπίρ. Κανονικά Βαμπίρ. Με μεγάλα δόντια και τα λοιπά. Αυτά που πίνουν αίμα».
«ΒΑΜΠΙΡ» είπα…
«ΒΑΜΠΙΡ» είπε ο Jesse James από το ράφι του…
«ΒΑΜΠΙΡ» ξαναείπε ο νεαρός συνάδελφος.
«Για κάτσε λίγο..είναι το ίδιο με τους βρικόλακες;» ρώτησα.
«Τώρα συζήτηση θα κάνουμε; Άστον να μας πει τι γίνεται» απάντησε ο Jesse James αλλά ο νεαρός συνάδελφος είχε λιποθυμήσει.
Έπρεπε να ανασυνταχθούμε μέχρι να συνέλθει. Δεν κινδυνεύαμε στο υπόγειο γιατί η πόρτα που οδηγούσε εδώ ήταν σιδερένια και είχε κωδικούς. Μέχρι λοιπόν να έχω περισσότερες πληροφορίες για την εισβολή έψαξα στο internet για να βρω πληροφορίες.
«Διάβασε τα δυνατά για να ακούω» είπε ο Jesse James.
«Το βαμπίρ είναι πεθαμένο άτομο που υποτιθέμενα σηκώνεται από τον τάφο και κυκλοφορεί στον κόσμο των ζωντανών. Καλά εδώ βρήκαν να έρθουν αφού και εμείς σαν νεκροταφείο είμαστε αυτές τις μέρες με τόσες άδειες».
«Άστα σχόλια και διάβαζε» με διέκοψε ο Jesse James.
«Στην ελληνική παράδοση είναι συνήθως κακοποιά στοιχεία, ρουφούν το αίμα των θυμάτων τους, πετροβολούν διαβάτες απόμερων εξοχικών δρόμων και γενικά επιδίδονται σε κακίες» έλεγε το site που μάλλον δεν είχε ιδέα τι έγραφε αφού κι εγώ όταν ήμουν μικρός πετροβολούσα διαβάτες σε απόμερους εξοχικούς δρόμους ενώ ακόμα και σήμερα επιδίδομαι σε κακίες. Μήπως ήμουν Βαμπίρ;
Εκείνη τη στιγμή ο νεαρός συνάδελφος άρχισε να συνέρχεται. «Μαμααααά. Κουλουράκια και γάλα» φώναξε.
«Έχε χάρη που βρισκόμαστε σε κίνδυνο» του είπα και του έδωσα μια σφαλιάρα για να συνέλθει.
«Τι; Δεν ήταν εφιάλτης;» είπε και άρχισε να μυξοκλαίει…
«Συγκεντρώσου και πες μας τι γίνεται»
«Την ώρα που ανέβαινα με το ασανσέρ στο ισόγειο άκουσα φωνές. Προσπάθησα να πατήσω το stop για να γυρίσω κάτω αλλά τίποτα… Όταν έφτασα στο ισόγειο τα είδα να τρέχουν. Τα πιο πολλά είχαν γυναικεία μορφή».
«Χμμμμμ….»
«Θα σταματήσεις επιτέλους αυτό το «χμμμμμ» έχει καταντήσει κουραστικό σήμερα» φώναξε ο Jesse James.
«Χμμμμμ…. Δεν ξέρω από πού μου κόλλησε. Λοιπόν είδες τα Βαμπίρ να μπαίνουν στο κτίριο. Πως κατάλαβες ότι ήταν Βαμπίρ;». Έβγαλε το κινητό του και μου έδειξε μια φωτογραφία.
«Ω ναι. Έχεις δίκιο λοιπόν. Να που σου βγήκε και μια φορά χρήσιμη αυτή η αηδία να τραβάς φωτογραφίες όλο τον κόσμο. Είδες τίποτε άλλο;».
«Πήγα στο γραφείο του φύλακα και κοίταξα τις κάμερες. Έχουν κάνει επίθεση στον πρώτο όροφο, στην εφημερίδα»
«Καλά ας τους φάνε στην εφημερίδα. Πρέπει να προστατέψουμε το υπόλοιπο κτίριο. Είναι πολλά;»
«Πάνω από είκοσι…»
«Ωχ. Τη γαμήσαμε… Αν ήταν δύο ίσως τα καταφέρναμε…»
«Jesse έχεις καμιά ιδέα;»
«Πάρε τηλέφωνο την Ειρήνη. Θα ξέρει»
Είχε δίκιο πως δεν το είχα σκεφτεί. «Λοιπόν παίρνω τηλέφωνο την Ειρήνη. Αυτή θα ξέρει τι γίνεται με τα Βαμπίρ…»
«ΒΑΜΠΙIIΡ» είπε ο νεαρός συνάδελφος…
«ΒΑΜΠΙIIIIΡ…» είπε ο Jesse James…
«Μπορούμε να σταματήσουμε να κάνουμε ηχώ σε αυτά που λέει ο άλλος παρακαλώ;»…
Συνεχίζεται…
*Η παραπάνω ιστορία είναι 100% αληθινή. Το μόνο που έχει αλλάξει είναι τα πραγματικά γεγονότα που έχουν διαστρεβλωθεί εντελώς…
Προσευχές, μετάνοιες, λιτανείες και εξομολογήσεις στο: Deepthoughts2008@hotmail.com
Ακολουθήστε τον bwinΣΠΟΡ FM 94.6 στο Google News για να μαθαίνετε πρώτοι τα τελευταία νέα από την Ελλάδα και τον κόσμο.