Ενας Ουρουγουανός που πέρασε και δεν ακούμπησε στην Καβάλα το 1999, οδηγεί τη Βελέζ του Σάρσφιλντ προς την κατάκτηση του τίτλου στην Αργεντινή. Μετά την τραυματική εμπειρία του στα μέρη μας δεν δοκίμασε την τύχη του πουθενά αλλού στην Ευρώπη και επέστρεψε κατευθείαν στη Λατινική Αμερική. Ηταν 21 ετών και με τα φτερά του κομμένα προτίμησε να πάει στη Χιλή. Υστερα στην Παραγουάη και πέρασε και από το Μεξικό.
Παντού κατέκτησε τίτλους, έκανε φίλους, σκόραρε με το τσουβάλι και στα 31 του πια είναι ένας καταξιωμένος σέντερ φορ. Λέγεται Ερνάν Λόπεζ και η ιστορία του οφείλει να είναι διδακτική για κάθε οπαδό. Η Ελλάδα ούτε είναι παράδεισος, όπως νομίζουμε ζώντας στο συννεφάκι μας, ούτε φυσικά ποδοσφαιρικά μπορεί πραγματικά να βοηθήσει έναν άνθρωπο να ανελιχτεί. Επίσης όταν μιλάμε για παιδιά που αφήνουν τη χώρα τους, τους φίλους τους, τη ζωή τους ολάκερη και έρχονται κάπου που δεν ξέρουν τη γλώσσα, πώς περιμένουμε να προσαρμοστούν σύντομα;
Φυσικά το κακό το κάνουν και οι αθλητικές εφημερίδες, που το καλοκαίρι όλους τους εμφανίζουν παικταράδες (δεν εξαιρώ καμία, ούτε τη δική μας), βοηθάει και το κλίμα, που δίπλα στο κύμα όλοι γουστάρουν να διαβάζουν για τους ημίθεους και τα λιοντάρια που απέκτησε η ομαδάρα τους και το γλυκό δένει. Η περίπτωση του Λόπεζ είναι διδακτική. Πολλές φορές όλοι αναρωτιόμαστε γιατί μια ελληνική ομάδα δεν ανακαλύπτει πρώτη ένα ταλέντο, αλλά πόσους ξέρετε που ήρθαν στη χώρα μας και πραγματικά μετά έκαναν άλμα στην καριέρα τους;
Ο Γιάγια Τουρέ είναι η πιο χαρακτηριστική περίπτωση, ο Μοχάμεντ Ντιαρά που ανακάλυψε ο Γκέραρντ πριν από δέκα χρόνια και από τον ΟΦΗ έφτασε στη Ρεάλ είναι μία άλλη, άντε και ο Τιμούρ Κετσπάγια, που μετά τη μεταγραφή στην Ελλάδα έφυγε για τη Νιούκαστλ και αγωνίστηκε στην Πρέμιερ Λιγκ. Ο Μπρούνο Αλβες και ο Ασουνσάο μπαίνουν στη συζήτηση, αλλά από διαφορετική αφετηρία. Να βάλουμε και τον Μίλινκο Πάντιτς, που από τον Πανιώνιο έφτασε να χαρίζει νταμπλ στην Ατλέτικο Μαδρίτης, και τον Ιλιτς, ο οποίος από τον Πανηλειακό έφτασε να αγωνίζεται στην Μπριζ και την Αντερλεχτ στο Τσάμπιονς Λιγκ, και κάπου εδώ κλείνει ο κύκλος. Ακόμα και για τον Ντέταρι, που ήρθε στα ντουζένια του στον Ολυμπιακό, η μετακίνησή του στην Μπολόνια δεν ήταν άλμα, διότι η αξία του ήταν για κάτι πολύ μεγαλύτερο.
Ο ξένος ποδοσφαιριστής μόλις έχει να διαλέξει ανάμεσα στην Ελλάδα και το Βέλγιο ή την Ολλανδία, για παράδειγμα, δεν το σκέφτεται καν. Περιπτώσεις τύπου Ενχελάαρ είναι εξαιρέσεις και αυτό γιατί πέρυσι κάηκε στον χυλό (Σάλκε) και φυσάει και το γιαούρτι τώρα. Ο Ενχελάαρ το καλοκαίρι του 2008 ήταν απλησίαστος για ελληνική ομάδα, όχι κατ' ανάγκην οικονομικά, αλλά από πλευράς φιλοδοξιών.
Περίπτωση καλού timing, για παράδειγμα, είναι αυτή του Αντούνες. Οταν ξεπετάχτηκε πριν από τέσσερα χρόνια έδειχνε πως θα καλύψει το κενό στην εθνική Πορτογαλίας αργά ή γρήγορα. Ο Αντούνες πήγε στη Ρόμα με όνειρα, δεν έπαιξε, πέρασε από τη Λέτσε και τώρα συζητεί μαζί του ο ΠΑΟΚ. Αν κάνει ή όχι για την Ελλάδα, ούτε γίνεται κουβέντα. Και τη στιγμή που κάνει ένας παίκτης το ξεπέταγμα δεν είναι εύκολο να διαλέξει ελληνική ομάδα για να συνεχίσει την καριέρα του.
Ο Αντούνες πριν από δύο χρόνια συζητήθηκε από τον Πεσέιρο για τον Παναθηναϊκό, όταν ήταν βασικός στην εθνική Ελπίδων της χώρας του, όμως ούτε ασχολήθηκε με την πρόταση. Τώρα ο ΠΑΟΚ πάει για ακόμα μία επιτυχία, επειδή ακριβώς έφαγε τα μούτρα του ο παίκτης στην προσπάθεια για καριέρα στην Ιταλία.
Η ομάδα-αληθινός παράδεισος για κάθε ποδοσφαιριστή που ονειρεύεται καριέρα είναι η Πόρτο. Ο Σισόκο πήγε εκεί από τη Σετούμπαλ της Πορτογαλίας τον Γενάρη και στοίχισε 400.000 ευρώ, έπαιξε μερικά σπουδαία ματς (κυρίως στο «Ολντ Τράφορντ» με τη Μάντσεστερ Γιουνάιτεντ) και πουλήθηκε 13 εκατομμύρια στη Μίλαν. Αν υπήρχαν βραβεία «STATUS» στην Πορτογαλία κάθε χρόνο θα τα κέρδιζε ως άνδρας της χρονιάς στο μάνατζμεντ ο πρόεδρος των «δράκων», Πίντο ντα Κόστα! Οταν εισπράττεις σε πέντε χρόνια σχεδόν 200 εκατομμύρια ευρώ από την πώληση... αμυντικών, είσαι και ο πρώτος μάγκας!
Ακολουθήστε τον bwinΣΠΟΡ FM 94.6 στο Google News για να μαθαίνετε πρώτοι τα τελευταία νέα από την Ελλάδα και τον κόσμο.