Το αβίαστο συμπέρασμα που προκύπτει μελετώντας τα τελευταία χρόνια το Κύπελλο ΟΥΕΦΑ είναι πως μπορεί να το κατακτήσει κάποια ομάδα χωρίς να βρίσκεται στην ελίτ. Ούτε η Σαχτάρ, ούτε η Ζενίτ, ούτε η ΤΣΣΚΑ Μόσχας, για να μείνουμε μόνο στις εκπροσώπους του πάλαι ποτέ σοβιετικού μπλοκ, μπορούν να χαρακτηριστούν ομάδες γεννημένες για τα σαλόνια. Ακόμα και η Σεβίλλη, νικήτρια επί δύο συναπτά έτη, η Βαλένθια, η Φέγενορντ και η Γαλατασαράι δεν είναι σύλλογοι που ανήκουν μόνιμα στο πάνω ράφι. Οπότε, από μόνη της αυτή η δημοκρατικότητα του θεσμού αρέσει. Αφήνει ελπίδες. Καλλιεργεί προσδοκίες. Και ανταμείβει όποιους το δουν ως ευκαιρία και όχι ως αγγαρεία.
Μακροπρόθεσμα έχω την εντύπωση πως το ΟΥΕΦΑ είναι πιο δίκαιη διοργάνωση για ένα σύλλογο που προσπαθεί απ' ό,τι το Τσάμπιονς Λιγκ. Γιατί η κάθε Βέρντερ έχει οροφή στο Τσάμπιονς Λιγκ, όπως και η Σαχτάρ, η Ζενίτ, η ΤΣΣΚΑ, η Σεβίλλη, η Γαλατά. Αντίθετα στο ΟΥΕΦΑ, μαζί με τη Ρέιντζερς, τη Μίντλεσμπρο, την Εσπανιόλ, τη Σπόρτινγκ Λισσαβώνας, αυτές οι ομάδες ξέρουν πως έχουν πιθανότητα να βιώσουν το απόλυτο. Πότε είδατε τελευταία φορά ομάδα που δεν περίμενε κανείς σε τελικό Τσάμπιονς Λιγκ;
Το 2004 με τη Μονακό. Ωραία. Πιο πίσω; Το 2002 με τη Λεβερκούζεν. Πιο πίσω; Τη Στεάουα το 1989. Ακριβώς. Την εποχή που λεγόταν ακόμα Κύπελλο Πρωταθλητριών η διοργάνωση και υπήρχε υψωμένο το τείχος του Βερολίνου. Και διαβάστε λίγο τη λίστα των ημιτελικών την τελευταία πενταετία. Το 2005 Λίβερπουλ, Μίλαν, Αϊντχόφεν, Τσέλσι, το 2006 Μπαρτσελόνα, Αρσεναλ, Μίλαν, Βιγιαρεάλ, το 2007 Μίλαν, Λίβερπουλ, Τσέλσι, Μάντσεστερ Γιουνάιτεντ, το 2008 Γιουνάιτεντ, Τσέλσι, Λίβερπουλ, Μπαρτσελόνα, φέτος Γιουνάιτεντ, Μπαρτσελόνα, Τσέλσι και Αρσεναλ. Πάτε ένα στοίχημα πως τα επόμενα χρόνια τα ονόματα αυτά θα ανακυκλώνονται;
Η Σαχτάρ ενσαρκώνει τα όνειρα όλων αυτών των ολιγαρχών που εμφανίστηκαν με δισεκατομμύρια στην κατοχή τους από τη διάλυση της Σοβιετικής Ενωσης και έπειτα. Ο Ρινάτ Αχμέτοφ, που ανέλαβε μετά τη δολοφονία του ιδιοκτήτη της ομάδας και μέντορά του, Μπράγκιν, το 1996 (με βόμβα μέσα στο στάδιο) να συνεχίσει την ανέλιξη της Σαχτάρ, έριξε αμέτρητα χρήματα, αλλά πάνω απ' όλα εμπιστεύτηκε τον Λουτσέσκου. Ο Ρουμάνος συμπλήρωσε πέντε χρόνια στον πάγκο, δούλεψε με στήριξη και ξόδεψε συνετά μερικές φορές και ασύνετα (βλέπε Καστίγιο) κάποιες άλλες, αλλά τελικά έφερε τη Σαχτάρ στην κορυφή.
Αγωνιστικά η Σαχτάρ έχει περισσότερα κοινά στοιχεία με την ΤΣΣΚΑ Μόσχας του Γκαζάεφ, με το βραζιλιάνικο στοιχείο και τις εντυπωσιακές αντεπιθέσεις, παρά με τη Ζενίτ. Η ομάδα από την Αγία Πετρούπολη διέθετε περισσότερη φινέτσα και στα πρόσωπα του Αρσάβιν, του Πόγκρεμπνιακ, του Ζιριανόφ, του Ανιουκόφ και του Ντενίσοφ μία ομάδα ικανή να σε διαλύσει. Κυρίως, όμως, στο πρόσωπο του Ανατόλι Τίμοστσουκ έναν ηγέτη που όμοιό του, παρά την παρουσία του Σρνα, δεν έχει στις τάξεις της η Σαχτάρ. Τον είχε, αλλά επέλεξε να τον πουλήσει, όπως το ίδιο τώρα κάνει άλλωστε και η Ζενίτ. Μπορεί αυτοί οι σύλλογοι να έχουν εκατομμύρια ευρώ, αλλά την αίγλη που χαρίζει σ' έναν παίκτη η παρουσία του με τη φανέλα της Μπάγερν ή της Αρσεναλ δεν την προσφέρουν τα χρήματα από μόνα τους.
Ηταν, πάντως, χάρμα οφθαλμών να βλέπεις πώς τα Βραζιλιανάκια έκρυβαν την μπάλα. Στα πόδια του Ζάντσον, του Λουίς Ρικάρντο και πάνω απ' όλα -αγωνιστικά- του Φερναντίνιο η Σαχτάρ έχει υψηλή ποιότητα. Τροφή για σκέψη, πάντως, κάτι που συζητούσαμε με τον Αλέξη Σπυρόπουλο μετά το τέλος του ματς: για να κατακτήσει μία ομάδα το ΟΥΕΦΑ πρέπει να έχει ξεμείνει κάποια στιγμή από εγχώριους στόχους ή να επιλέξει να παρατήσει τα πάντα γι' αυτόν τον στόχο. Γιατί με οκτώ ανταγωνιστικά ματς σε έντεκα εβδομάδες για να φτάσεις στον τελικό είναι πολύ πιο δύσκολο απ' όσο ακούγεται να πας μακριά με δεύτερες επιλογές.
Η Σαχτάρ και η Βέρντερ εδώ και καιρό ήταν εκτός στόχων στο πρωτάθλημά τους, η Ζενίτ το ίδιο πέρυσι, ενώ την ίδια ώρα η Ρέιντζερς πέταξε ένα δικό της πρωτάθλημα από το παράθυρο. Η Εσπανιόλ το 2007 και η Μίντλεσμπρο το 2006, η Σπόρτινγκ το 2005 και η Μαρσέιγ το 2004 αποτελούν μερικά ακόμα παραδείγματα. Και υπάρχουν για να υπενθυμίζουν σε όλους πως για την καταξίωση και το πέρασμα στην αιωνιότητα, που είναι το να χαραχτεί το όνομά σου στο Κύπελλο, έρχεται η στιγμή που διαλέγεις να θυσιάσεις κάτι.
ΥΓ.: Ο Αλέξανδρος Τζιόλης προσπάθησε, αλλά έμεινε, όπως και οι 12 προηγούμενοι Ελληνες, σε τελικό με το μετάλλιο του ηττημένου. Σοβαρός και προσγειωμένος, ήταν τόσο ανθρώπινος στις δηλώσεις του μετά το ματς που ένιωθες την πίκρα του να ξεχειλίζει. Αλλά με τον καιρό θα καταλάβει πως έζησε έτσι κι αλλιώς κάτι το μοναδικό. Κι αυτό δεν μπορεί να του το στερήσει κανείς.
Ακολουθήστε τον bwinΣΠΟΡ FM 94.6 στο Google News για να μαθαίνετε πρώτοι τα τελευταία νέα από την Ελλάδα και τον κόσμο.