Οι εικόνες περνάνε καρέ καρέ μπροστά μου… Ενα γκολ «σαν του Μαραντόνα». Η φράση που ακούστηκε πολλές φορές από τότε, το 1986 που ο Ντιέγκο πέρασε όποιον βρέθηκε στο διάβα του, αλλά ελάχιστες φορές η σύγκριση βοηθούσε τον σκόρερ. Για παράδειγμα, η κίνηση του Γουόλκοτ στο ματς με τη Λίβερπουλ θύμιζε Μαραντόνα, αλλά αφού πέρασε πέντε, έδωσε την μπάλα στον Αντεμπαγιόρ. Αλτρουιστικό μεν, κάτω δε στη σύγκριση με τον Ντιέγκο που ντρίμπλαρε και τα… δοκάρια! Και όμως, ένα γκολ μπαίνει σε σύγκριση, άμεση και καταλυτική, και μπήκε ακριβώς ένα χρόνο πριν. Ο Λιονέλ Μέσι πήρε την μπάλα από τη σέντρα και πέρασε όποιον είχε την ατυχή έμπνευση να σταθεί μπροστά του. Τι σημασία είχε αν αντίπαλος ήταν η Χετάφε; Για όποιον έβλεπε εκείνη τη φάση, οι συνειρμοί ήταν άμεσοι. Μαραντόνα, 1986, Αγγλία. Ο Ντιέγκο βέβαια αυτή την ενέργεια την έκανε... μηχανικά. Οπως το ξύρισμα ή το περπάτημα. Ιδιο γκολ έβαλε και στον ημιτελικό με το Βέλγιο. Αυτό δεν μειώνει την αξία τού Μέσι. Είναι ο μοναδικός άλλωστε από όλη αυτή την στρατιά των... νέων Μαραντόνα, οι οποίοι εμφανίστηκαν κατά καιρούς, που μπορεί να ζήσει με την ταμπέλα χωρίς να τον τσακίσει το βάρος. Και πέρυσι ο νεαρός Αργεντινός έδωσε δείγματα παρόμοιας δεξιοτεχνίας σε πιο δύσκολες συνθήκες. Τελευταίο λεπτό στο ντέρμπι με τη Ρεάλ, ζητεί την μπάλα, περνά όποιον βρίσκει και γλιτώνει την Μπάρτσα από την ήττα ισοφαρίζοντας σε 3-3. Ο πρόσφατος τραυματισμός του μετέβαλε την Μπαρτσελόνα από εξαιρετική ομάδα σε προβλέψιμη. Ενα παιδί ακόμη που όταν η μπάλα πέφτει στα πόδια του, μαγεύεται. Υπακούει τον αφέντη της δίχως τερτίπια. Μπορεί να γίνει Μαραντόνα, άκουγα συνεχώς να λένε… Ποιος είναι ο λόγος όμως να κάνουμε άτοπες συγκρίσεις; Και γιατί ο Μέσι να πρέπει να αποδεικνύει πως αξίζει να τον βάζουμε στην ίδια μοίρα με τον Μαραντόνα; Είναι ο Μέσι. Αρκεί. Και κάθε φορά που θυμάμαι αυτή τη φάση, ακριβώς ένα χρόνο πριν σαν χθες, συνειδητοποιώ πόσο καλό είναι για το ποδόσφαιρο να υπάρχει κάποιος Μέσι, για να μας βάζει σε τέτοια διλήμματα. Οσο για τις συγκρίσεις, γίνονται επειδή η ανθρώπινη φύση τρελαίνεται να εξομοιώνει. Είναι μέσα στο αίμα μας να ψάχνουμε για ομοιότητες, για διαφορές.
Εχω ξαναγράψει άλλωστε για μία προσωπική μου εμπειρία. Στα τέλη της δεκαετίας του '80 οι Ιταλοί είχαν καταφέρει να βγάλουν στο κομπιούτερ ένα παιχνίδι δεδομένων που μπορούσε να σου δώσει την ευκαιρία να δεις όποιο ματς ήθελες να γίνεται μπροστά σου! Οταν βρέθηκα το 1989 σε ένα σεμινάριο στο BBC, μας παρουσιάστηκε η ειδική εκείνη έκδοση και μου ζήτησαν να βάλω όποια στοιχεία ήθελα στον υπολογιστή ζητώντας ένα φανταστικό ματς. Ηταν πρόκληση. Σκέφτηκα πάρα πολλή ώρα. Και μετά… πελάγωσα! Ηθελα να βάλω τα δεδομένα της Βραζιλίας του 1970 της ομάδας του Πελέ, του Ζαϊρζίνιο, του Ριβελίνο και του Ζέρσον απέναντι στην Ουγγαρία του Πούσκας, του Χιντεγκούτι, του Τσίμπορ και του Κόκτσις. Την ομάδα που μάγεψε για επτά χρόνια κάθε φίλαθλο, αλλά το 1954 έμεινε βασίλισσα χωρίς στέμμα χάνοντας στον τελικό του Μουντιάλ. Η προσμονή ήταν μοναδική μέχρι που όλα ήταν έτοιμα. Είχα ήδη αρχίσει να σκέφτομαι το επόμενο ζευγάρι. Τη Ρεάλ του Ντι Στέφανο, του Πούσκας και του Χέντο των πέντε Κυπέλλων κόντρα στον Αγιαξ του Κρόιφ, του Χάαν, του Κάιζερ και του τόταλ φούτμπολ.
Και τότε έκανα πίσω. Θεώρησα πως δεν άξιζε τον κόπο. Γιατί αυτή είναι η διαφορά του ανθρώπινου εγκεφάλου από το τελειότερο κομπιούτερ: η φαντασία! Εκεί που ταξιδεύει ο νους δεν σε πάει καμία μηχανή. Τι να καταλάβει το κομπιούτερ από συναίσθημα τη στιγμή που τα πάντα γι' αυτό είναι δεδομένα και λογική; Πώς να συλλάβει ένα μηχάνημα την καλλιτεχνική κίνηση του Μέσι ή του Μαραντόνα σε αυτά τα σλάλομ; Πώς να εγκλωβίσεις σε ένα κομπιούτερ την επινόηση του Πελέ να αφήσει την μπάλα από τη μία πλευρά και να φύγει από την άλλη με αντίπαλο τον Ουρουγουανό γκολκίπερ Μαζούρκεβιτς δοκιμάζοντας να σημειώσει, άσχετο αν δεν το πέτυχε, ένα γκολ βγαλμένο από τα παραμύθια; Πώς να δώσεις σε ένα αντικείμενο να μπει στο νόημα της ιδιοφυΐας του Κρόιφ, που πήγε ένα βήμα πιο μπροστά από τους κανονισμούς εκτελώντας το ιστορικό πλέον πέναλτι με… πάσα; Τη σχεδόν χορογραφική ικανότητα του Μπεστ να περνά ανάμεσα από τους αμυντικούς σαν αέρας; Πώς να αιχμαλωτίσουν τα τσιπ και οι γεννήτριες την κίνηση-ποίημα του Ζιντάν στο γκολ του 2002 με τη Λεβερκούζεν στον τελικό του Τσάμπιονς Λιγκ;
Αυτή είναι η διαφορά του ανθρώπου. Η ικανότητα να δημιουργεί εικόνες, να κρατά αναμνήσεις, να μπολιάζει την ψυχή του με το όμορφο, να αντιλαμβάνεται τη μοναδικότητα, να ανακαλύπτει την τέχνη. Και το ποδόσφαιρο σε υψηλό επίπεδο είναι ακριβώς αυτό: τέχνη. Είναι ένας πίνακας ζωγραφικής που αποτελεί βάλσαμο για τα μάτια. Μία συμφωνία που χαϊδεύει τα αυτιά, ένα ποίημα που αγγίζει την ψυχή.
Ο κορυφαίος σκακιστής Κασπάροφ στην ιστορική κόντρα του το 1995 με το «τέλειο κομπιούτερ» μπόρεσε να νικήσει διότι είχε την ανθρώπινη αντίδραση και πανουργία. Θυσίαζε πιόνια για να φτάσει στον τελικό σκοπό του. Το μηχάνημα δεν ήταν δυνατόν ποτέ να κάνει κάτι ανάλογο! Λειτουργούσε μόνο με την ψυχρή λογική που ήταν τροφοδοτημένο. Εκείνη η επικράτηση κράτησε για πάντα ανοιχτή την πόρτα της ελπίδας για το ανθρώπινο γένος. Διότι κανένα πρόγραμμα κομπιούτερ, όσο προχωρημένο και να είναι, δεν πρόκειται ποτέ να αντιληφθεί τη διαφορά που προκαλεί η ανθρώπινη ευφυΐα. Και ποτέ κανένα κομπιούτερ δεν πρόκειται να αναλύσει την ανθρώπινη ψυχή. Διότι στα άδυτά της κρύβεται ολόκληρος ωκεανός συναισθημάτων τον οποίο ένα ψυχρό μηχάνημα αδυνατεί (ευτυχώς) να αποκωδικοποιήσει.
Ακολουθήστε τον bwinΣΠΟΡ FM 94.6 στο Google News για να μαθαίνετε πρώτοι τα τελευταία νέα από την Ελλάδα και τον κόσμο.