Τον γνώρισα αμούστακο παιδί, ταλέντο στην Καλαμάτα. «Πρόσεξε το στυλ του, ποιον σου θυμίζει;», μου έλεγε παρακολουθώντας τον μια μέρα ο αείμνηστος Γιάννης Κυράστας. «Τον Μάικ Γαλάκο, αλλά με δεξί πόδι», του είπα αβίαστα. «Ακριβώς, αλλά όχι μόνο. Εχει την ικανότητα που διέκρινε τον Τάσο Μητρόπουλο, να παίζει και με πλάτη και με πρόσωπο στο τέρμα».
Εκείνη η κουβέντα ομολογώ πως με επηρέασε τα επόμενα χρόνια. Πάντα έγραφα καλά λόγια για τον Νικόλα, επειδή το πίστευα. Η μετακίνησή του από την Καλαμάτα στην ΑΕΚ, στην οποία ο Μπάγεβιτς τον ήθελε το 1995 σαν τρελός, άργησε σχεδόν οκτώ χρόνια. Το 1996 ο Γιώργος Βαρδινογιάννης τον άρπαξε μέσα από τα χέρια της «Ενωσης» και μόλις τον παρουσίασε υποσχέθηκε να «φυλακίσει» για πάντα το πρωτάθλημα στην Παιανία. Ισως η πιο άστοχη δήλωσή του.
Ταλέντο rough and uncut, που λένε οι Αγγλοσάξωνες, σαν τα ακατέργαστα διαμάντια. Βασικός στην Εθνική Ελπίδων που έφτασε έως τα τελικά του Ευρωπαϊκού Πρωταθλήματος στο Βουκουρέστι το 1998, η ποιότητά του έβγαινε στο χορτάρι τόσο πολύ, που ο Γκίντερ Νέτσερ τον χαρακτήρισε μετά τη νίκη στον προημιτελικό με τους Γερμανούς «Ελληνα Ντίτερ Μίλερ».
Μιλάμε για τον εξαιρετικό φορ της Κολωνίας τη δεκαετία του '70, που έκανε τη φυγή του άλλου Μίλερ, του διάσημου Γκερντ, από την εθνική ομάδα λιγότερο ορατή. Στο 3-0 με τους Ολλανδούς στα ημιτελικά ο Νίκος εντυπωσίασε τόσο πολύ τον παλιό άσο του Αγιαξ και σημερινό βοηθό προπονητή της Μπαρτσελόνα Γιόχαν Νέεσκενς, φτάνοντάς τον στο σημείο να πει πως ο Φαν Νιστελρόι πρέπει να διδαχτεί από αυτόν! Τότε ο σημερινός σταρ της Ρεάλ ήταν… αναπληρωματικός στους «οράνιε» και όλοι μιλούσαν για ένα μεγάλο ταλέντο με τη φανέλα της Χέρενφεϊν.
Στον Παναθηναϊκό ο Νίκος δεν έφτασε ποτέ στα στάνταρ που μπορούσε πραγματικά. Ο Αγγελος Αναστασιάδης τον πίστεψε πολύ, ο Γιάννης Κυράστας το ίδιο. Κάποια παιχνίδια του ήταν σούπερ, όπως το 3-1 με τη Γιουβέντους, που ο Φεράρα ακόμα θυμάται την ντρίμπλα που του έσκασε, ή στο «Ολντ Τράφορντ» με αντίπαλο τον Σταμ. Η αναμέτρηση με τη Φενερμπαχτσέ στην Αθήνα αποτέλεσε ένα μήνυμα προς όλους πως στη μέρα του μπορεί να νικήσει οποιονδήποτε.
Αν και πρώτος σκόρερ την αποφράδα χρονιά του 2003, με τα γεγονότα της Ριζούπολης, πλήρωσε την οργή του κόσμου και την κάκιστη επιλογή της διοίκησης του Παναθηναϊκού να διαλύσει μια έτοιμη ομάδα. Στην ΑΕΚ πήγε έπειτα από επιμονή του Δημήτρη Μελισσανίδη, του ανθρώπου που λίγο έλειψε να τον πάει στην «Ενωση» για να έμπαινε δίπλα σε Κωστή, Κετσπάγια και Τσιάρτα το 1995.
Η Ιθάκη του τελικά ήταν η κιτρινόμαυρη φανέλα. Χρονιές μεστές, με τον ίδιο σε προσωπικό επίπεδο να έχει υψηλότερα στάνταρ από τον μέσο όρο της ομάδας.
Δεν κλήθηκε από τον Ρεχάγκελ, αν και το δικαιούνταν απόλυτα το 2004, όμως επέστρεψε στην Εθνική για να αποδειχθεί το πιο πολύτιμο εργαλείο της. «Ρεζέρβα» πολυτελείας, όπως μόνο οι αληθινά μεγάλοι μπορεί να είναι. Με το «εγώ» του να υποτάσσεται στο «εμείς», όπως πρέπει να συμβαίνει σε κάθε αληθινή ομάδα από τα πραγματικά αστέρια. Ενας επαγγελματίας 200%, τον οποίο εκτιμούν πρώτοι οι συνάδελφοί του. Αυτό λέει από μόνο του πολλά. Προχθές βραβεύτηκε ξανά από τον ΠΣΑΠ.
Ενα βραβείο που δεν λέει κάτι καινούργιο, μια και όλοι αναγνωρίζουν πως ο Νικόλας είναι ο καλύτερος εδώ και μία δεκαετία Ελληνας παίκτης του ελληνικού πρωταθλήματος. Εκείνο που είδαν, όμως, όποιοι δεν έχουν την τύχη να ξέρουν τι αδαμάντινος χαρακτήρας είναι ήταν ο συναισθηματικός κόσμος του. Η αφιέρωση στους γονείς του, η απλότητα που έβγαλε, η θάλασσα συναισθημάτων που πλημμύρισε από τους δέκτες της τηλεόρασης όσους παρακολουθούσαν, φανέρωσαν αυτό που όλοι στον χώρο γνωρίζουν.
Ο Νίκος Λυμπερόπουλος είναι από άλλη πάστα. Από έναν κόσμο με αξίες, που δυστυχώς εκμαυλίζεται και σβήνει. Να είναι καλά και να αντέχουν τα πόδια του, να τον καμαρώνουμε. Και να δίνει παράδειγμα σε κάθε νέο παιδί. Τον χρειάζεται η κοινωνία και όχι μόνο ο αθλητισμός.
Ακολουθήστε τον bwinΣΠΟΡ FM 94.6 στο Google News για να μαθαίνετε πρώτοι τα τελευταία νέα από την Ελλάδα και τον κόσμο.