Όταν ο πυγμάχος μπει μέσα στο ρινγκ είναι μόνος. Εκείνος κόντρα στους φόβους του, εκείνος κόντρα σε έναν αντίπαλο που θα δώσει ψυχή και σώμα για να πάρει τη νίκη.
Στην ιστορία της ελληνικής πυγμαχίας υπήρξε ένας αθλητής που κατάφερε να διαπρέψει εντός και εκτός Ελλάδας. Ένας άνθρωπος που με την πυγμαχική του αντίληψη, την πειθαρχία και την ελληνική ατόφια ψυχή του μπόρεσε να κερδίσει μεγαθήρια της παγκόσμιας πυγμαχίας. Ένας άνθρωπος που ανάγκασε τον Χίτλερ να φύγει από τον αγώνα του όταν κέρδισε έναν Άρειο, αήττητο μέχρι τότε αθλητή.
Γεννημένος στη Σμύρνη στις 26 Μαϊου του 1918, ο Αντώνης Χριστοφορίδης ήρθε πρόσφυγας στην Αθήνα το 1922 αμέσως μετά τη Μικρασιατική Καταστροφή.
Χιλιάδες πανικόβλητοι να τρέχουν κατά τη θάλασσα για να προλάβουν να μπουν στις βάρκες και στα πλοία για να σωθούν. Γυναικόπαιδα να φωνάζουν και να κλαίνε. Άνθρωποι που πάλευαν να σώσουν τις ζωές τους.
Η μάνα του τότε 5χρονου Αντώνη να τον σέρνει από το χέρι και να τον κρατάει σφιχτά να μην τον χάσει. Τελικά κατάφεραν να φτάσουν πρόσφυγες στον Πειραιά μάνα και γιος χωρίς όμως τα άλλα τρία αδέλφια της οικογένειας που τα έχασαν στη διαδρομή. Ευτυχώς τους βρήκαν αργότερα.
Η ζωή του Αντώνη Χριστοφορίδη δεν ήταν εύκολη, δεν του χαρίστηκε.
Μητέρα και παιδιά ζούσαν πια σε μια παράγκα στους Αμπελόκηπους μόνο με τα απαραίτητα, ενώ πολλές φορές δεν έβρισκαν ένα πιάτο φαγητό να φάνε. Ορφανοί από πατέρα, λίγους μήνες μετά χάσανε και τη μητέρα τους τα παιδιά έπρεπε πλέον να τα βγάλουν πέρα μόνα τους.
Ο μικρός Αντώνης αναγκάστηκε να πιάσει δουλειά, να γραφτεί σε νυχτερινό σχολείο και κάπου εκεί άρχισαν όλα.
Ξεκίνησε να ασχολείται με την πυγμαχία, σε ένα υπόγειο στην Ασκληπιού. Η σχολή ήταν του Αγαθοκλή Μπάρκα ο οποίος και τον παρότρυνε να πάρει ζεστά το σπορ.
Η αλήθεια είναι ότι ο Αντώνης είχε στο μυαλό του πιο πολύ να μάθει να τα βγάζει πέρα κόντρα στους ζόρικους παλικαράδες της τότε εποχής παρά να γίνει επαγγελματίας πυγμάχος.
Μερικές φορές όμως τα πράγματα εξελίσσονται με διαφορετικό τρόπο. Έτσι λοιπόν έξι μήνες αργότερα ο Χριστοφορίδης αναδείχθηκε σε μεγάλο ταλέντο και έγινε ο πρωτοπυγμάχος της σχολής. Άρχισε να λαμβάνει μέρος σε αγώνες και να βγάζει χρήματα από τις νίκες του.
Οι αγώνες γίνονταν σε μεγάλα αθηναϊκά θέατρα ενώ κάτω από το ρινγκ τον παρακολουθούσαν με θαυμασμό μεγάλα ονόματα της εποχής.
Δεν άργησε να έρθει η στιγμή που όλοι ήξεραν ότι τα ελληνικά ρινγκ είναι πολύ μικρά για να τον κρατήσουν. Ο Αντώνης Χριστοφορίδης έπρεπε να αγωνιστεί πλέον στα ευρωπαϊκά σαλόνια και να κυνηγήσει το πυγμαχικό όνειρο. Το 1934 λοιπόν, αφήνει πίσω την Ελλάδα και φεύγει για Παρίσι με στόχο να γίνει γνωστός επαγγελματίας μποξέρ και να καταφέρει να ζήσει από αυτό που αγαπά.
Στον τεράστιο σταθμό τρένων εκεί στο Παρίσι ο Έλληνας πυγμάχος νιώθει τρομοκρατημένος ότι δεν θα βρει τον φίλο και συναθλητή που τον περίμενε. Ο Πολύβιος Εξαρχόπουλος ήταν ήδη αρκετά χρόνια στη Γαλλία και πυγμαχούσε με εύκολους αντιπάλους. Τελικά οι δυο τους βρέθηκαν και όλα άρχισαν να παίρνουν το δρόμο τους.
Από την επόμενη κιόλας μέρα ο Αντώνης βρέθηκε σε ένα πολύ καλό προπονητήριο στο οποίο και άρχισε να προπονείται σκληρά. Εκεί ένας έμπειρος μάνατζερ ονόματι Αρντί τον είδε και κατευθείαν θέλησε να τον αναλάβει. Βρήκε σε εκείνον το ταλέντο και την ψυχή, εφόδια απαραίτητα για έναν επαγγελματία μποξερ.
Άρχισε να δίνει αγώνες στο Παρίσι, με όχι μεγάλα ονόματα και να κερδίζει. Στον πρώτο αγώνα που έπαιξε ήρθε ισοπαλία διότι ο αθλητής της απέναντι γωνίας ήταν αρκετά βαρύτερος, παρόλα αυτά ο Χριστοφορίδης δεν το έβαλε κάτω.
Το 1938 ο Έλληνας πυγμάχος θα κατακτήσει τον τίτλο πρωταθλητή Ευρώπης στην κατηγορία μεσαίων βαρών μπροστά στα μάτια 15.000 θεατών. Ενώ το 1941 στέφθηκε Παγκόσμιος πρωταθλητής στην κατηγορία ελαφρέων βαρών. Η μεγάλη στιγμή της καριέρας του δεν ήταν όμως αυτή.
Το 1938 ο Αντώνης Χριστοφορίδης ο άγνωστος για πολλούς Έλληνας πυγμάχος, θα καταφέρει κάτι σπουδαίο.
Στο Σπορτ Πάλας του Βερολίνου ενώπιον 20.000 θεατών και υπό το βλέμμα του Αδόλφου Χίτλερ ο Έλληνας μποξέρ θα ριχτεί στη μάχη κόντρα στον αήττητο για 8 χρόνια Γκουστάβ Έντερ. Το καμάρι της χιτλερικής Γερμανίας και το πρότυπο όλων των Ναζί θα προσπαθούσε να διατηρήσει το σερί νικών του.
Ο Χίτλερ συνοδευόμενος από το θρύλο της Γερμανίας Μαξ Σμέλινγκ ήταν έτοιμος να πανηγυρίσει τη νίκη του δικού του αθλητή.
Το καμπανάκι χτύπησε και όλο το Σπορτ Πάλας σηκώθηκε στο πόδι εμψυχώνοντας τον Γερμανό πυγμάχο. Παρόλα αυτά ο Χριστοφορίδης δεν έχασε ούτε λεπτό την ψυχραιμία του.
Τα βήματα του σταθερά, τα πατήματα του σωστά και η τεχνική του άριστη. Δεν επηρεάστηκε καθόλου από την ατμόσφαιρα του χώρου και έκανε το καθήκον του. Είχε μάθει άλλωστε να πυγμαχεί με καθαρό μυαλό και να μην θολώνει ούτε όταν τα πράγματα ζόριζαν.
Όταν ο αγώνας έληξε και πριν ο διαιτητής προλάβει να σηκώσει το χέρι του νικητή, ο Χίτλερ δεν βρισκόταν εκεί. Δεν άντεχε να δει την ήττα ενός Αρείου. Το χέρι του Χριστοφορίδη σηκώθηκε ενώ ο τεράστιος πυγμάχος Γκουστάβ Έντερ έδωσε συγχαρητήρια στο Ελληνόπουλο για την αξιοθαύμαστη πυγμαχική του εμφάνιση.
Εκείνη τη στιγμή ο Αντώνης Χριστοφορίδης έγραφε τη δική του ιστορία. Έγινε ο Έλληνας που έκανε τον Χίτλερ να φύγει, έγινε εκείνος που έκανε τον ισχυρό Γερμανό να νιώσει απογοήτευση.
Λίγο καιρό μετά ο Έλληνας πρωταθλητής ζει σε εμπόλεμη κατάσταση, πηγαίνει στην Τράπεζα και δεν μπορεί πλέον να κάνει ανάληψη ούτε φράγκο. Ο πιο ακριβοπληρωμένος πυγμάχος της Ευρώπης δεν μπορεί να ζήσει από αυτό που κάνει, διότι οι συνθήκες δεν το επιτρέπουν. Τότε παίρνει την μεγάλη απόφαση και μετακομίζει στη Νέα Υόρκη για να συνεχίσει να παίζει επαγγελματικά πυγμαχία.
Εγκαταστάθηκε σε ένα μικρό διαμέρισμα 62 Γουέστ, 89 Στριτ. Βρίσκει και ένα ελληνικό εστιατόριο για να τρώει. Τις περισσότερες ώρες τις περνούσε στο γυμναστήριο μαζί με τους πυγμάχους. Ένα κράμα λευκών και μαύρων αθλητών που λόγω του υψηλού επιπέδου τον βοήθησαν να εξελιχθεί. Δεν χρειάστηκε πολύ χρόνο να προσαρμοστεί και έτσι άρχισε να πυγμαχεί επαγγελματικά στην Αμερική, ζώντας το όνειρο κάθε πυγμάχου.
Ο Αντώνης Χριστοφορίδης συνέχισε να πυγμαχεί για 10 ακόμα χρόνια. Έδωσε πάρα πολλούς αγώνες αποδεικνύοντας πως η ψυχή, η αφοσίωση και η ταπεινότητα μπορούν να οδηγήσουν στην κορυφή. Διατήρησε τον τίτλο του Παγκόσμιου πρωταθλητή ημιβαρέων βαρών για πολλούς μήνες (Ιανουάριος-Μάιος), ενώ τον έχασε από τον σπουδαίο Αμερικάνο πυγμάχο Γκας Λέσνεβιτς. Δεν θα πτοηθεί και θα δώσει ακόμα έναν αγώνα κόντρα στον Λιθουανό Άαντον Ράντικ από τον οποίο θα ηττηθεί με νοκ-άουτ.
Τότε ο Έλληνας αυτός σπουδαίος πυγμάχος θα αποφασίσει να κρεμάσει τα γάντια του και να αποσυρθεί από την ενεργώ δράση. Ίσως το φινάλε να μην ήταν ιδανικό, αλλά τα όσα είχε ζήσει εως τότε θα έμεναν για πάντα σφραγισμένα στην καρδιά και το μυαλό του.
Λίγο καιρό μετά μετακομίζει στην Ελλάδα και μένει στην Γλυφάδα. Αρχίζει να παίζει γκολφ και περνάει τα τελευταία του χρόνια ήρεμος χαμένος στις πυγμαχικές του αναμνήσεις κοιτάζοντας καθημερινά τις ζώνες και τα έπαθλα.
Ο Αντώνης Χριστοφορίδης ο αθλητής που πρωταγωνίστησε στην πυγμαχία, σε ένα απορ που ο κόσμος ζητάει να χυθεί αίμα. Σε ένα άθλημα που ο πυγμάχος αγωνίζεται λουσμένος στο φως του ρινγκ, μόνος, εκείνος κόντρα στον εαυτό του.
Ο άνθρωπος που προσπάθησε να ικανοποιήσει τα ένστικτα τα θηριώδη και τα απάνθρωπα των θεατών που γέμιζαν τα κέντρα στα οποία αγωνιζόταν. Ένας αθλητής που διέπρεψε σε ένα τόσο μοναχικό άθλημα, στο οποίο κατά τη διάρκεια της προετοιμασίας ο πυγμάχος ανεβαίνει τον δικό του Γολγοθά, έζησε τα τελευταία του χρόνια χωρίς καμία αναγνώριση από το κράτος. Λες και τα κατορθώματα του έπρεπε να μείνουν ένα καλά σφραγισμένο μυστικό.
Ο «τσάμπιον» έφυγε από τη ζωή το 1985 και η Γενική Γραμματεία Αθλητισμού δεν του έστειλε ούτε ένα στεφάνι.
Επιμέλεια: Νικολέττα Γκαρέτσου
Ακολουθήστε τον bwinΣΠΟΡ FM 94.6 στο Google News για να μαθαίνετε πρώτοι τα τελευταία νέα από την Ελλάδα και τον κόσμο.