Blood and the city και στο Facebook: ΚΛΙΚ ΕΔΩ
Μακριά από την αθλητική επικαιρότητα και την ρεαλιστική αντιμετώπιση των πραγμάτων, έρχεται η ιστορία τριών διαφορετικών ατόμων που περνάνε την μέρα τους σε ένα υπόγειο γραφείο κάπου στην Καλλιθέα. Ένας αθλητικός συντάκτης με «πειραγμένα» εγκεφαλικά κύτταρα, ένας λούτρινος σκύλος που για κάποιο περίεργο λόγο μιλάει και συμπεριφέρεται σαν άνθρωπος και ένας νεαρός συνάδελφος χωρίς όνομα αντιμετωπίζουν προβλήματα, εχθρούς και εμπόδια που μπαίνουν στο δρόμο τους. Αυτό είναι το Blood and the City και αυτό είναι το δευτερο και τελευταίο μέρος του FINALE της 2ης σεζόν…
Διαβάστε εδώ το πρώτο μέρος
Ωραία μέρα για να πεθάνεις PART 2
-1-
Είχα πολύ καιρό να τον δω. Πρέπει να είχαν περάσει πάνω από τέσσερις μήνες. Όμως αν και το χρονικό διάστημα ήταν πολύ μικρό για τέτοιου είδους αλλαγές, παρόλα αυτά έμοιαζε αρκετά μεγαλύτερος. Καμία σχέση με τον καλοστεκούμενο σαραντάρη που είχα πρωτοδεί. Μπροστά μου βρισκόταν τώρα ένας άντρας με φανερό το πέρασμα του χρόνου στο πρόσωπο του. Και αυτός ο χρόνος δεν ήταν με τίποτα σαράντα χρόνια, αλλά πολλά περισσότερα. «Ξέρεις ότι δεν σωστό να εμφανίζεσαι έτσι απότομα στα ξένα σπίτια. Θα μπορούσα να σε έχω διαλύσει πριν καταλάβω ποιος είσαι. Σου έχω πει ότι είμαι νίντζα έτσι;».
«Δεν το έχεις βαρεθεί αυτό το αμφιβόλου ποιότητας χιούμορ;» είπε ο πιλότος Καραγιάννης. Η αλήθεια είναι ότι δεν το είχα βαρεθεί όχι. Αλλά και να το είχα βαρεθεί ήταν πολύ δύσκολο να το αποβάλω από το σύστημα μου πλέον. Στεκόταν ακόμα όρθιος μπροστά μου κρατώντας μία μεταλλική βαλίτσα στο χέρι. Η μακριά καπαρντίνα του έφτανε σχεδόν μέχρι τον αστράγαλο. «Καλά δεν σκας με την καπαρντίνα με τέτοια ζέστη; Και μη στέκεσαι έτσι από πάνω μου σκιάζομαι».
«Το τελευταίο σου πρόβλημα αυτή τη στιγμή είναι το αν σκιάζεσαι ή όχι και πίστεψε με εκεί από όπου έρχομαι χρειάζεται η καπαρντίνα». Θα μπορούσα να συνεχίσω αυτή την κουβέντα για πολύ ώρα. Το πρώτο πράγμα που μου ήρθε να πω, ήταν ένα παλιό ανέκδοτο με επιδειξίες αλλά δεν το έκανα. «Άκουσε με. Ο χρόνος λιγοστεύει» είπε ο πιλότος. Αυτό με τον χρόνο που λιγοστεύει το είχα ακούσει ένα εκατομμύριο φορές τον τελευταίο χρόνο. Μάλλον είχαμε διαφορετική αίσθηση του χρόνου που περνάει, το ύφος του όμως αυτή τη φορά ήταν πολύ σοβαρό. «Έχετε επικεντρώσει την προσοχή σας στον Μακαρίτη. Δεν πρέπει. Ο ρόλος του έχει τελειώσει, ο κίνδυνος βρίσκεται πλέον ανάμεσα σας».
Ο ρόλος του Μακαρίτη είχε τελειώσει; Πότε είχε προλάβει να ξεκινήσει; Μόνο σαν όνομα μας είχε ενοχλήσει μέχρι τώρα. Εντάξει μπορεί να είχε σκοτώσει και τον τύπο στην εγκαταλελειμμένη οικοδομή αλλά ποτέ δεν είχαμε έρθει σε άμεση επαφή. Αν ήταν τόσο επικίνδυνος όσο μας είχαν πει τι είχε αλλάξει και δεν μας κυνηγούσε πλέον. «Τι εννοείς ότι ο κίνδυνος βρίσκεται ανάμεσα μας; Τρεις είμαστε όλοι κι όλοι. Ποιος είναι;».
«Αυτό δεν μπορώ να στο πω. Η δουλειά μου δεν είναι να σου ανοίγω την πόρτα αλλά να σου δείχνω που είναι. Εσύ θα πρέπει να την ανοίξεις». «Ποια πόρτα;». «Θεωρητικά ρε παιδί μου».
Η συζήτηση με τις θεωρητικές πόρτες είχε αρχίσει να με κουράζει. Αν ο πιλότος Καραγιάννης δεν είχε να μου δώσει ξεκάθαρες απαντήσεις τότε θα ήταν καλύτερο για όλους μας να μην μπλεχτεί ξανά. Δεν χρειαζόμουν καθοδηγητές, μπορούσα και μόνος μου να πάρω τη λάθος απόφαση. Το είχα κάνει πολλές φορές στο παρελθόν και θα το έκανα και τώρα. Γιατί τη σωστή για όλους απόφαση αποκλείεται να την έπαιρνα. Ο σωστός δρόμος δεν ήταν καταγεγραμμένος στο DNA μου. «Νομίζω ότι είναι καλύτερα να φύγεις» είπα. «Θα επιστρέψω στο γραφείο. Εκεί θα συναντήσω τους άλλους και θα δούμε τι θα κάνουμε με τον Μακαρίτη. Δεν χρειάζομαι τις συμβουλές σου». Ο πιλότος Καραγιάννης δεν έδειξε να αντιλαμβάνεται αυτό που του είπα. Αντίθετα έκατσε στην απέναντι πολυθρόνα και έφερε πάνω στα πόδια του τη μεταλλική βαλίτσα. Έβαλε το μικρό κλειδί στην υποδοχή και αφού ακούστηκε ένα μικρό «κλικ» η βαλίτσα άνοιξε. «Εδώ μέσα υπάρχουν όλα» είπε. «Όλες οι απαντήσεις, όλα όσα έγιναν και όλα όσα θα γίνουν».
Σηκώθηκα από την πολυθρόνα μου και πήγα προς το μέρος του. Αυτός γύρισε τη βαλίτσα και μου έδειξε το περιεχόμενο της. «Τώρα δηλαδή θέλεις να πιστέψω, ότι ένα σκονισμένο παμπάλαιο βιβλίο ξέρει τι θα γίνει στη δική μου ζωή; Τι είναι καζαμίας; Δώσε μου να το διαβάσω».
Ο πιλότος Καραγιάννης έκλεισε αμέσως τη βαλίτσα. «Αυτό δεν γίνεται. Δεν μπορείς να το διαβάσεις. Για αυτό είμαι εδώ για να σας προειδοποιώ και να σας μεταφέρω τα μελλούμενα».
«Η σχέση μου τα μέντιουμ δεν ήταν ποτέ καλή. Αν εξαιρέσεις εκείνη την 22χρονη ρωσίδα. Αλλά δεν είχε να κάνει με το ότι ήταν μέντιουμ. Φύγε». Ο πιλότος σηκώθηκε από την πολυθρόνα και με κοίταξε στα μάτια. «Δεν μπορώ να σε κάνω να με πιστέψεις. Απλά σου ζητάω να με εμπιστευτείς. Ο κίνδυνος βρίσκεται πλέον ανάμεσα σας».
«Φύγε».
«Εντάξει λοιπόν. Σκέψου όμως αυτά που σου είπα αλλιώς την επόμενη φορά που θα συναντηθούμε εσύ θα είσαι ξαπλωμένος με τα μάτια κλειστά. Και μάλλον δεν θα τα ανοίξεις ποτέ ξανά».
Είχα σταματήσει να τον ακούω, είχα ανοίξει την πόρτα και του έδειχνα την έξοδο. Σήκωσα το κεφάλι μόνο όταν είχε φύγει και κατέβαινε τα σκαλιά. Περίμενα να περάσουν πέντε λεπτά πήρα τα κλειδιά μου και έφυγα με προορισμό το γραφείο. Άκου εκεί. Βιβλία που τα ξέρουν όλα και μαλακίες…
-2-
«Πίσω μου σε έχω σατανά» μουρμούρισε ο Jesse James. Δεν του τύχαινε συχνά να βλέπει φαντάσματα αν και αυτό το γεγονός δεν θα έπρεπε να τον τρομάζει, αφού και ο ίδιος ήταν ένας λούτρινος σκύλος που κάποτε ήταν άνθρωπος. Όπως και να χει, η στιγμιαία εμφάνιση του παιδιού από το site τον τρομοκράτησε. Είχε έρθει η ώρα λοιπόν. Ποια απ’ όλες; Ως συνήθως τα ερωτήματα ήταν περισσότερα από τις απαντήσεις και το νόημα που έβγαινε μηδαμινό. Αλλά τώρα είχε ένα μεγαλύτερο πρόβλημα. Δεν μπορούσε να κοιμηθεί με τίποτα. Και επίσης βαριόταν απίστευτα να κατέβει από το ράφι του. Θα έμενε εκεί σαν την κουκουβάγια όλο το βράδυ. Με τα μάτια ανοιχτά μην τυχόν και κάνει πάλι την εμφάνιση του το παιδί από το site. Άλλαξε γρήγορα γνώμη και αποφάσισε να προετοιμαστεί σε περίπτωση που γίνει εισβολή στο γραφείο. «Ήρθε η ώρα» του είχε πει το φάντασμα. Αυτός λοιπόν θα ήταν έτοιμος. Όποιος ήθελε να κάνει επίθεση στο γραφείο θα πέρναγε πρώτα πάνω από το πτώμα του.
-3-
Έφτασα στο γραφείο μισή ώρα μετά. Κατέβηκα σιγά σιγά τις σκάλες και άνοιξα την πόρτα όσο πιο αθόρυβα μπορούσα για να μην ξυπνήσω τον Jesse James. Στο πρώτο βήμα που έκανα μέσα, είδα μία μικροσκοπική φιγούρα να έρχεται καταπάνω μου κρατώντας ένα σκοινί, φωνάζοντας «θα σε γαμηηηηηηηηηηηησω». Δεν πρόλαβα να τον αποφύγω και ο Jesse James έπεσε πάνω μου. Για την ακρίβεια πέσαμε και οι δύο κάτω. «Τι κάνεις μωρέ» είπα. «Σιωπή. Μπορώ να σε σκοτώσω χωρίς να χρησιμοποιήσω καν τα χέρια μου».
Το σκοτάδι δεν τον είχε αφήσει να δει ότι ήμουν εγώ, έτσι συνέχιζε την παράσταση του. «Εγώ είμαι ρε ηλίθιε». «Δεν είσαι ο Μακαρίτης;». Αφού καταλήξαμε ότι δεν είμαι ο Μακαρίτης τον έβγαλα από πάνω μου, σηκώθηκα και άναψα το φως. «Είδες όμως. Αν ήσουν ο Μακαρίτης θα σε είχα τσακίσει». «Καλά ναι. Η επίθεση σου θα τσάκιζε όλους τους πληρωμένους δολοφόνους του κόσμου».
«Καλά, κορόιδευε εσύ. Αν ήθελα θα μπορούσα να σε κάνω να πεις τη λέξη πόνος σε όλες τις γλώσσες του κόσμου. Αλλά για να χουμε καλό ερώτημα πως και μας θυμήθηκες εσύ και γύρισες;». Είχε πάρει το ύφος του απατημένου συζύγου.
Του εξήγησα ότι δεν είχα σκοπό να ξαναφύγω και του διηγήθηκα όλα όσα είπε ο πιλότος Καραγιάννης. «Αυτός ο μαλάκας. Αυτός ο γαμημένος ο μαλάκας. Αυτός φταίει για όλα» είπε ο Jesse James. «Δηλαδή ούτε εσύ τον πιστεύεις έτσι;». Ήμουν σίγουρος ότι και ο Jesse θα είχε την ίδια άποψη με εμένα. Ήταν πιο πιθανό έτσι όπως είχαν έρθει τα πράγματα, ο στόχος του πιλότου να ήταν να μας αποπροσανατολίσει και να μας οδηγήσει κατευθείαν στον Μακαρίτη.
Η πόρτα χτύπησε δύο φορές. Ο Jesse James πετάχτηκε και έτρεξε να ξαναπιάσει το σκοινί. «Άσε κάτω τη μαλακία μωρέ. Κάτσε να δω πρώτα ποιος είναι». «Και αν είναι ο Μακαρίτης τι θα πεις ‘περάστε να κεράσουμε τσάι’; Άσε που μας τελείωσε και το τσάι». Δεν θυμόμουν να είχαμε ποτέ τσάι στο γραφείο. Πήγα προς την πόρτα. Προσπάθησα να πάρω όσο πιο αγριεμένο ύφος μπορούσα. «Ποιος είναι» είπα με βροντερή και τρομακτική -ή τουλάχιστον έτσι ήθελα να ελπίζω- φωνή. «Εγώ». Ήταν ο νεαρός συνάδελφος. Άνοιξα την πόρτα και μπήκε γρήγορα μέσα. Δεν τον είχα συνηθίσει σε τόσο γρήγορες κινήσεις. «Πρέπει να φύγουμε γρήγορα» είπε. Κάτι όμως δεν μου πήγαινε καλά. Κάτι στο βλέμμα του, κάτι στις κινήσεις του. «Τι έγινε;» είπε ο Jesse James. «Ο Μακαρίτης. Έρχεται εδώ».
«Και εσύ που το ξέρεις;» του είπα. «Μου το είπε ο ίδιος, με πήρε τηλέφωνο. Είπε ότι πρώτα σκοτώσει εσάς και μετά εμένα. Θέλει όμως να ξέρουμε ότι θα πεθάνουμε. Παίζει μας δεν το καταλαβαίνετε». Το πρόσωπο του ήταν αναψοκοκκινισμένο τώρα. «Ωραία και που θα πάμε;» είπε ο Jesse James. «Ξέρω ένα ασφαλές μέρος».
-4-
Κάποιες φορές μετράει το γιατί. Κάποιες φορές μετράει το πώς. Κάποιες άλλες φορές αυτό που μετράει περισσότερο είναι το χθες και το αύριο. Αυτό που μετράει περισσότερο στη συγκεκριμένη περίπτωση είναι το τώρα. Τώρα οι τρείς πρωταγωνιστές είναι σε ένα αμάξι και κατευθύνονται στο «ασφαλές μέρος» που τους υπέδειξε ο νεαρός συνάδελφος. Ο νεαρός συνάδελφος όμως δεν ακούει τη συνείδηση του. Δεν μπορεί να την ακούσει. Μέσα στο κεφάλι του μιλάει συνεχώς η Βικτόρια. Αυτή είναι που τον κατευθύνει. Αυτή είναι που του έχει πει ακριβώς το τι θα κάνει. Αυτό που μετράει λοιπόν είναι το τώρα. Όλα θα γίνουν τώρα. Μέχρι να ανοιγοκλείσεις τα μάτια σου θα έχεις και μπει και εσύ στο αμάξι που κατευθύνεται στην καλύβα στην κορυφή του λόφου. Κάνε μαζί τους αυτό το μικρό ταξίδι. Δες τα πρόσωπα τους. Δες και προσπάθησε να καταλάβεις αν στη θέση τους εσύ θα είχες κάνει κάτι διαφορετικά. Το αυτοκίνητο συνεχίζει τη διαδρομή του και κανένας δεν μιλάει. Ούτε εσύ φυσικά μπορείς να μιλήσεις. Απλά παρακολουθείς ξέροντας ότι αυτή η διαδρομή δεν είναι διασκεδαστική σαν τις υπόλοιπες. Ξέρεις ότι κάτι άσχημο θα συμβεί. Το έχεις συνειδητοποιήσει εδώ και καιρό. Το μόνο που έχεις να κάνεις λοιπόν είναι να κοιτάξεις. Τώρα. Γιατί μόνο αυτό μετράει. Τώρα.
-5-
Ο δρόμος που οδηγεί στην κορυφή του λόφου απλώνεται μπροστά μας. Δεν έχω έρθει ξανά σε αυτό το μέρος. Ο Jesse James και ο νεαρός συνάδελφος όμως το γνωρίζουν καλά. Μου δίνουν οδηγίες σε ολόκληρη τη διαδρομή για το που θα στρίψω και το που θα πάω ακριβώς. Δεν έχω καμία απολύτως ιδέα για το που βρισκόμαστε. Οι μόνες κουβέντες που έχουμε ανταλλάξει αφορούν τη διαδρομή. Τίποτα περισσότερο. Εμπιστευτήκαμε τον νεαρό συνάδελφο και ακολουθήσαμε πιστά τα όσα μας είπε. Τουλάχιστον φαίνεται ότι γλυτώνουμε προς το παρόν από τον Μακαρίτη. «Συνέχισε ευθεία και σε ένα λεπτό φτάνουμε» λέει ο νεαρός συνάδελφος. Κινούμαστε πλέον πάνω σε χωματόδρομο. Ο Jesse James κάθεται στη θέση του συνοδηγού. Είναι αστείο θέαμα να τον βλέπεις έτσι μικροσκοπικός που είναι, να φοράει τη ζώνη ασφαλείας. Έχει σκύψει το κεφάλι και είναι βυθισμένος στις σκέψεις του.
«Άσε το αυτοκίνητο εδώ. Θα περπατήσουμε λίγο» λέει ο νεαρός συνάδελφος. Πλέον μπορώ να δω την καλύβα. Το μοναδικό φως στην περιοχή προέρχεται από εκεί. «Είναι κανένας μέσα;» ρωτάω. «Όχι μην ανησυχείς». «Είναι σίγουρο ότι εδώ δεν θα μας βρει ο Μακαρίτης;» λέει ο Jesse James. Ο νεαρός συνάδελφος δεν απαντάει. Απλά κουνάει καταφατικά το κεφάλι. Περπατάμε για περίπου πέντε λεπτά και στο τέλος της διαδρομής βρισκόμαστε πλέον στο κατώφλι της καλύβας.
-6-
Ο νεαρός συνάδελφος παλεύει. Παλεύει μέσα στο κεφάλι του. Δεν μπορεί να κάνει τίποτα όμως. Σκέφτεται άλλα πράγματα και βλέπει τον εαυτό του να κάνει άλλα πράγματα. Σαν να παρακολουθεί μία ταινία στο σινεμά. Όπως και εκεί έτσι και εδώ δεν μπορεί να παρέμβει για να αλλάξει την πλοκή. Η Βικτόρια μιλάει στη θέση του. Βλέπει τον εαυτό του να προχωράει προς την καλύβα. Ουρλιάζει αλλά οι κραυγές του ακούγονται μόνο μέσα στο κεφάλι του. Περνάει μαζί με τους άλλους δύο το κατώφλι. Τους βλέπει να επεξεργάζονται το χώρο και να κάθονται στις δύο πολυθρόνες. Είσαι και εσύ μαζί τους. Τους βλέπεις. Τους βλέπεις να χαμογελάνε αμήχανα νομίζοντας ότι όντως τελικά έχουν ξεφύγει. Σκέφτονται ότι αύριο θα κλείσουν εισιτήρια για το πρώτο αεροπλάνο που θα αναχωρεί και θα φύγουν. Θα φύγουν μακριά από όλα αυτά. Το αύριο όμως αργεί. Το αύριο δεν μετράει. ΤΩΡΑ.
-7-
«Ελπίζω να έχουν φυλάξει τίποτα μπύρες για καιρό πολέμου εδώ;» λέει ο Jesse James. «Δύσκολο το βλέπω. Μπορεί όμως να έχουν κανά μπουκάλι ουίσκι. Αυτό είναι πιο πιθανό» λέω. «Ο πεινασμένος ουίσκια ονειρεύεται» λέει ο Jesse. Έχω κάτσει στην αναπαυτική όπως αποδείχθηκε πολυθρόνα και σκέφτομαι ότι ίσως τελικά να την έχουμε γλυτώσει. Δεν μπορώ να κρατήσω ένα μικρό χαμόγελο που σχηματίζεται στα χείλη μου. Ο Jesse James με βλέπει και χαμογελά και αυτός. Έχουμε και οι δύο το βλέμμα της ανακούφισης. Ο νεαρός συνάδελφος στέκεται ακόμα στην άκρη του μοναδικού δωματίου. «Έλα να κάτσεις κι εσύ ρε» του λέει ο Jesse James. Δεν κουνιέται όμως. Έχει σκύψει το κεφάλι του και τα χέρια του κρέμονται από τους ώμους του. «Δεν περίμενα ότι θα έρθει ποτέ η μέρα που θα κουραστεί και δεν θα έχει τίποτα να πει» λέω στον Jesse James.
Ο Jesse παίρνει πάνω από το τραπεζάκι ένα από τα μικρά ξύλινα σουβέρ και του το πετάει.
Ο νεαρός συνάδελφος σηκώνει απότομα το κεφάλι. Χαμογελάει. Κάτι δεν πάει καλά με αυτό το χαμόγελο όμως. Τα χέρια του κρέμονται ακόμα από τους ώμους του. Κοιτάζω τα μάτια του. Για ένα δευτερόλεπτο μου δημιουργούν την εντύπωση ότι δεν είναι δικά του. Τον κοιτάω πιο έντονα. Αυτό δεν είναι το βλέμμα του. Κάπου τα έχω ξαναδεί αυτά τα μάτια. Κάπου… «Βικτόρια» ψιθυρίζω…
Ο Jesse James πετάγεται από τη θέση του. Η «Βικτόρια» βάζει το χέρι στην τσέπη του νεαρού συνάδελφου και βγάζει το όπλο. Ο Jesse ορμάει πάνω του. Ο νεαρός συνάδελφος σηκώνει το όπλο… «ΤΕΛΟΣ» φωνάζει με μία φωνή που δεν είναι δική του και πυροβολεί τον Jesse James.Η σφαίρα στέλνει τον Jesse στην άλλη άκρη του δωματίου. «ΤΕΛΟΣ» φωνάζει και πάλι ο νεαρός συνάδελφος με την ξένη φωνή και στρέφει το όπλο πάνω μου. Ένας θόρυβος. Πόνος… τίποτα άλλο. Πόνος…
-8-
Στέκεσαι έξω από την καλύβα ε; Δεν μπορούσες να κάτσεις μέσα. Άκουσες όμως τις φωνές και τους πυροβολισμούς. Πάμε μαζί μέσα. Κοίτα και τους δύο. Είναι στο πάτωμα. Μέσα σε μία λίμνη από αίμα που θα «ποτίσει» το ξύλινο πάτωμα. Κοίτα τον νεαρό συνάδελφο που στέκεται όρθιος με το όπλο στα χέρια. Δεν σαλεύει καν. Κοίτα τα μάτια του. Τι βλέπεις; Η Βικτόρια έχει φύγει από το κεφάλι του. Ο νεαρός συνάδελφος αρχίζει και επανέρχεται. Ανοιγοκλείνει πολλές φορές τα μάτια του. Κοίτα εκεί στην άκρη. Το παιδί από το site κοιτά τον Jesse James στο πάτωμα και χαμογελά. Σε λίγο θα έχει απελευθερωθεί και αυτός. Κοίτα τους όλους καλά. Ο νεαρός συνάδελφος ανοιγοκλείνει τα μάτια για τελευταία φορά.
Αντιλαμβάνεται τι έχει κάνει. Θυμάται. Τώρα θυμάται τα πάντα. Ξεσπάει σε λυγμούς. Τα χέρια του τρέμουν. Κοιτάει για τελευταία φορά τους άλλους δύο στο πάτωμα. Στρέφει το όπλο πάνω του.
Πάμε, δεν έχουμε άλλη δουλειά εδώ…
ΤΕΛΟΣ
YΓ. Ραντεβού στα τέλη του μήνα με ένα special καλοκαιρινό επεισόδιο και στις αρχές του Σεπτέμβρη με το πρώτο επεισόδιο της νέας σεζόν. Λεπτομέρειες και update στη σελίδα του Blood and the city στο Facebook. Cheers!
ΥΓ.2 Blood and the city: Archives. Όλα τα κείμενα της πρώτης αλλά και της δεύτερης σεζόν βρίσκονται συγκεντρωμένα εδώ.
*H πραγματικότητα είναι μια διαστρεβλωμένη εικόνα της φαντασίας…
Προσευχές, μετάνοιες, λιτανείες και εξομολογήσεις στο: Blood_and_the_city@hotmail.gr
Ακολουθήστε τον bwinΣΠΟΡ FM 94.6 στο Google News για να μαθαίνετε πρώτοι τα τελευταία νέα από την Ελλάδα και τον κόσμο.